Μια βαθιά αναδιάταξη βρίσκεται σε εξέλιξη στον τραπεζικό χάρτη της χώρας, καθώς στεγαστικά δάνεια ύψους πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ που είχαν πωληθεί σε funds και χαρακτηρίζονταν «κόκκινα», επιστρέφουν στις ίδιες τις τράπεζες – αυτή τη φορά, ως «θεραπευμένα».
Η επιστροφή αυτή δεν είναι μόνο τεχνικό ζήτημα διαχείρισης αλλά και σαφής ένδειξη αλλαγής στρατηγικής από πλευράς τραπεζών και servicers.
Όπως είχαμε ήδη επισημάνει εδώ και καιρό, τα εξυπηρετούμενα πλέον δάνεια που έχουν ρυθμιστεί επιτυχώς από εταιρείες διαχείρισης χρέους (servicers) μετά από συμφωνημένο «κούρεμα» αρχίζουν να μεταβιβάζονται πίσω στις τράπεζες.
Η διαδικασία συνοδεύεται από τη σύναψη νέας δανειακής σύμβασης μεταξύ του δανειολήπτη και της τράπεζας, σε νέο ύψος οφειλής – αυτό που έχει προκύψει μετά το «κούρεμα».
Η μεγάλη αλλαγή είναι ότι σε 8 στις 10 περιπτώσεις, σύμφωνα με πληροφορίες από νομικούς κύκλους και παρατηρητές δικαστικών διαδικασιών, οι ίδιες οι τράπεζες εμφανίζονται πλέον ενεργά στις διαπραγματεύσεις για τις ρυθμίσεις – και όχι μόνο οι servicers.
Στο παρελθόν, τα funds και οι εταιρείες διαχείρισης είχαν αναλάβει πλήρως τον έλεγχο των απαιτήσεων. Πλέον, βλέπουμε τους τραπεζικούς φορείς να αποδέχονται τις αποφάσεις των δικαστηρίων και να ενσωματώνουν τα θεραπευμένα δάνεια στο χαρτοφυλάκιό τους.
Η αλλαγή στάσης σχετίζεται με δύο βασικούς παράγοντες: την ανάγκη των τραπεζών για αύξηση του δανειακού τους χαρτοφυλακίου, ειδικά στον τομέα των στεγαστικών, και τη νομική ευελιξία που δίνεται από τους κανονισμούς του SSM (Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού), υπό την προϋπόθεση ότι τα δάνεια είναι συνεπώς εξυπηρετούμενα για τουλάχιστον τρία χρόνια.
Ταυτόχρονα, όμως, δεν είναι ξεκάθαρο ποια είναι η συμφωνία μεταξύ των τραπεζών και των servicers. Ποιός τελικά κρατά τον έλεγχο και τα οικονομικά οφέλη από τη μεταφορά αυτών των δανείων;
Η αδιαφάνεια στη μεταξύ τους σχέση –ειδικά όσον αφορά τα mezzanine ομόλογα των τιτλοποιήσεων– γεννά ερωτήματα για το αν πρόκειται για μια αληθινή επιστροφή στον τραπεζικό έλεγχο ή μια οργανωμένη λογιστική επανατοποθέτηση για να βελτιωθούν οι ισολογισμοί.
Οι κινήσεις αυτές όμως φέρνουν διπλό όφελος για όλους τους εμπλεκόμενους: οι οφειλέτες ξεφεύγουν από την ομηρία των funds, τα οποία τους είχαν αποκλείσει από το τραπεζικό σύστημα, οι τράπεζες αποκτούν νέα ροή τόκων και δυνατότητα χορήγησης επιπλέον προϊόντων, ενώ τα funds αποπληρώνονται άμεσα για δάνεια που είχαν κλείσει σε μακροπρόθεσμα χρονοδιαγράμματα.
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Χρηματοπιστωτικού Τομέα, τα εξυπηρετούμενα δάνεια υπό διαχείριση servicers ανέρχονται πλέον σε 10,5 δισ. ευρώ. Αν αυτά ενταχθούν στις τράπεζες, το τοπίο αλλάζει ριζικά, πάνω από 100.000 δανειολήπτες –οι οποίοι σήμερα εξοφλούν συνεπώς τις υποχρεώσεις τους, αλλά παραμένουν εκτός του τραπεζικού συστήματος– μπορούν να ξαναμπούν στον τραπεζικό χάρτη.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι το τραπεζικό σύστημα περνά σε νέα φάση, οι παλιές πρακτικές απομόνωσης δανειοληπτών υποχωρούν και δίνουν τη θέση τους σε νέες ισορροπίες. Πόσο όμως αυτές οι ισορροπίες είναι διαφανείς και επωφελείς για το σύνολο της οικονομίας, μένει να φανεί.
Διαβάστε ακόμη:
- Eurovision 2025: Απίστευτο ρεκόρ – Σχεδόν 5 εκατ. τηλεθεατές είδαν έστω για ένα λεπτό
- Οι πέντε πιο περιζήτητες θέσεις εργασίας και οι μισθοί τους
- Φυσικό αέριο: Έρχονται χρωματιστά τιμολόγια – Τι πρέπει να γνωρίζουν οι καταναλωτές
- Χρηματιστηριακός χάρτης: Ποιες μετοχές επιλέγουν ξένοι και εγχώριοι οίκοι