Την ίδια ημέρα κατά την οποία ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απέλυσε τον Naci Agbal, τον τρίτο διοικητή της κεντρικής τράπεζας μέσα σε δύο χρόνια, ανακοίνωνε επίσης την αποχώρηση της Τουρκίας από τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, μια συμφωνία του Συμβουλίου της Ευρώπης για την προστασία των γυναικών.
Και οι δύο αποφάσεις προκάλεσαν αμέσως διεθνή κριτική, ωστόσο γίνονται καλύτερα κατανοητές εντασσόμενες στο πλαίσιο της εσωτερικής τουρκικής πολιτικής – και συγκεκριμένα, της εκστρατείας επανεκλογής του Ερντογάν στο ύπατο αξίωμα.
Πρόωρες εκλογές στον ορίζοντα
Η Τουρκία δεν απαιτείται να προσφύγει στις κάλπες πριν το 2023, τόσο για προεδρικές, όσο και για βουλευτικές εκλογές. Ωστόσο, ο πρόεδρος φαίνεται να έχει αποφασίσει να πραγματοποιήσει πρόωρες εκλογές προκειμένου να αλλάξει τη δυναμική του πολιτικού τοπίου.
Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να εξηγήσει κανείς τις πρόσφατες κινήσεις του, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης του εισαγγελέα να καλέσει σε απαγόρευση του δεύτερου μεγαλύτερου κόμματος της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, του φιλοκουρδικού Κόμματος Δημοκρατίας των Λαών (HDP).
Οι προοπτικές για τον Ερντογάν δεν μοιάζουν καλές: οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σταθερή μείωση της υποστήριξης προς το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), του οποίου ηγείται. Η έρευνα του Μαρτίου από το πρακτορείο δημοσκοπήσεων Research Istanbul θέτει το ποσοστό ψήφου του κυβερνώντος κόμματος κάτω από το 30% για πρώτη φορά μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες.
Οι αριθμοί αντικατοπτρίζουν μια ολοένα και πιο εδραιωμένη πεποίθηση μεταξύ των Τούρκων ότι ο ηγέτης τους εδώ και 18 χρόνια είναι υπεύθυνος για κακή διαχείριση της οικονομίας. Το κατά κεφαλήν εισόδημα έχει σημειώσει πτωτική τάση από το ανώτατο όριο των 12.000 δολ. το 2013 σε ονομαστικούς όρους. Το 2020 μειώθηκε στα 7.700 δολ.
Η υπερσυγκέντρωση εξουσίας η οποία εισήχθη με τη μετάβαση στο προεδρικό σύστημα το 2018 έχει μειώσει την αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης. Η διαδικασία λήψης αποφάσεων έχει γίνει λιγότερο προβλέψιμη, δημιουργώντας αβεβαιότητα για τους οικονομικούς παράγοντες, εντός και εκτός χώρας. Ως αποτέλεσμα, οι ιδιωτικές επενδύσεις έχουν μειωθεί, καθιστώντας πιο δύσκολο για την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη ανεργία.
Αλλαγή του στάτους κβο
Για να μπορέσει να επεκτείνει χρονικά την εξουσία του σε μια τρίτη δεκαετία, ο Ερντογάν πρέπει να αλλάξει το στάτους κβο – και οι αποφάσεις του οι οποίες ελήφθησαν το σαββατοκύριακο έχουν σχεδιαστεί για να κάνουν ακριβώς αυτό.
Ο πρόεδρος κατηγορεί την πολιτική αύξησης επιτοκίων του Agbal, η οποία οδήγησε την Τουρκία να υιοθετήσει το δεύτερο υψηλότερο ονομαστικό επιτόκιο στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ μετά την Αργεντινή, για παρεμπόδιση της οικονομικής ανάκαμψης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας και, κατά συνέπεια, της λαϊκής υποστήριξης προς τον πρόεδρο της χώρας.
Ο Sahap Kavcioglu, ο νέος διοικητής της κεντρικής τράπεζας, είναι πρώην βουλευτής του κόμματός του και πιστός στην οικονομική ανορθόδοξη “ορθοδοξία” του Ερντογάν ότι τα υψηλά επιτόκια προκαλούν πληθωρισμό.
Με έναν εύκαμπτο νέο διοικητή στο τιμόνι της κεντρικής τράπεζας, ο Ερντογάν είναι πιθανό να επιστρέψει στην επεκτατική νομισματική πολιτική, διευκολύνοντας τις συνθήκες χορήγησης τραπεζικής πίστης και τις πρακτικές δανεισμού. Κατά την άποψή του, μια τόνωση της πίστης είναι απαραίτητη για μια οικονομική ανάκαμψη.
Η αγορά κινείται σε ριζικά αντίθετη κατεύθυνση: η τουρκική λίρα και οι μετοχές βυθίστηκαν τη Δευτέρα. Οι επενδυτές πιστεύουν ότι η μεγέθυνση που τροφοδοτείται από την πίστη βρίσκεται στη ρίζα των υποκείμενων τρωτών σημείων της οικονομίας και αναμένουν έναν κύκλο υποτίμησης του νομίσματος, πληθωριστικών πιέσεων και έλλειψης στις ροές κεφαλαίων. Εάν η λίρα υποστεί έντονη πίεση, η κυβέρνηση θα “στραγγίξει” περαιτέρω τα συναλλαγματικά αποθέματά της για να την στηρίξει.
Κατά ειρωνικό τρόπο, εξαναγκάζοντας μια αντιστροφή της νομισματικής πολιτικής και υπονομεύοντας την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας, ο Ερντογάν πιθανόν να έχει ήδη θέσει σε κίνδυνο τις προοπτικές επανεκλογής του.
Κίνηση προσέλκυσης ακροδεξιών ισλαμιστών
Δεν είναι επίσης καθόλου ξεκάθαρο εάν η απόφασή του να εγκαταλείψει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης θα δημιουργήσει ρεύμα υπέρ του. Παραδόξως, η συμφωνία ήταν αρχικά πνευματικό τέκνο της Άγκυρας. Η Τουρκία ήταν βασικός υποστηρικτής της στο Συμβούλιο της Ευρώπης και τελικά μετατράπηκε σε πολυμερή συμφωνία στη Σύνοδο Κορυφής του ευρωπαϊκού οργανισμού, σε σύνοδο η οποία πραγματοποιήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 2011.
Αποσύροντας την Τουρκία από τη συμφωνία, ο πρόεδρος ελπίζει να ασκήσει πολιτική έλξη στους ακροδεξιούς ισλαμιστές, τους οποίους θεωρεί χρήσιμη δύναμη για την επανεκλογή του και οι οποίοι αντιπαθούν τη σύμβαση για τις διατάξεις που αποσκοπούν στην ενίσχυση της προστασίας του τρόπου ζωής των μειονοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ΛΟΑΤΚΙ.
Ο πρόεδρος τελευταία επιτίθεται συστηματικά στην κοινότητα των ΛΟΑΤΚΙ σε ομιλίες του. Ωστόσο, υπήρξε μικρή δημόσια υποστήριξη στην απόσυρση από τη συμφωνία, ειδικά σε μια εποχή που η χώρα αντιμετωπίζει και πάλι δυσκολίες στην αναχαίτιση της βίας κατά των γυναικών.
Τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας δείχνουν ότι το 38% των γυναικών στην Τουρκία υφίστανται βία από κάποιον σύντροφό τους κατά τη διάρκεια της ζωής τους, σε σύγκριση με περίπου το 25% των γυναικών στην Ευρώπη. Οι αντίπαλοι του Ερντογάν θα χρησιμοποιήσουν αναμφίβολα την αποχώρησή του από τη σύμβαση στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν γυναίκες ψηφοφόρους από τον πρόεδρο και το κόμμα του.
Ακόμη και για έναν πολιτικό με τάση προς στρατηγικές υψηλού κινδύνου και υψηλών ανταμοιβών αντίστοιχα, αυτές οι αποφάσεις αντιπροσωπεύουν δύο μεγάλα πολιτικά στοιχήματα για τον Ερντογάν.