Βρισκόμαστε στην κορύφωση της «σεζόν των βραβείων» όπως αποκαλείται η περίοδος που ξεκινά λίγο πριν από τις γιορτές, περνά από ετήσιους θεσμούς όπως οι Χρυσές Σφαίρες και οι λοιπές τελετές απονομής βραβείων των διάφορων ενώσεων κριτικών για να καταλήξει στα Όσκαρ, αναμφίβολα την πιο σημαντική τελετή απονομής κινηματογραφικών βραβείων, που φέτος θα γίνει στις 12 Μαρτίου.
Στον αντίποδα, υπάρχει ο θεσμός των Χρυσών Βατόμουρων (γνωστών και ως Razzies), μια ετήσια παρωδία των τελετών απονομής που τιμά τις χειρότερες ερμηνείες της χρονιάς στο σινεμά. Τα «Βατόμουρα» ιδρύθηκαν από τον J.B. Wilson και τον Mo Murphy, δύο μεταπτυχιακούς φοιτητές κινηματογράφου και μετέπειτα επαγγελματίες της βιομηχανίας του σινεμά, και η πρώτη τελετή έγινε στις 31 Μαρτίου του 1981, με τα «μεγάλα» βραβεία να κερδίζουν τότε η Μπρουκ Σιλντς για την «Γαλάζια λίμνη» και ο Νιλ Ντάιμοντ για τον «Τραγουδιστή της τζαζ».
Ανάμεσα στις φετινές υποψηφιότητες για την χειρότερη ερμηνεία της χρονιάς αναμφίβολα ξεχωρίζει η υποψηφιότητα του Τομ Χανκς και μάλιστα σε δύο κατηγορίες, πρώτου ανδρικού ρόλου για τον ρόλο του Τζεπέτο στον «Πινόκιο» της Disney και για δεύτερου για την εκκεντρική ερμηνεία του ως Συνταγματάρχης Πάρκερ στο “Elvis”.
Υπάρχουν όμως τέσσερις ηθοποιοί που ανήκουν σε μια από τις «κλειστές» λέσχες του κόσμου έχοντας κατορθώσει το ακατόρθωτο: να κερδίσουν συγχρόνως υποψηφιότητα και για Όσκαρ και για Βατόμουρο για την ίδια ταινία.
Άνα ντε Άρμας στο “Blonde
Παρότι η περίεργη βιογραφία της Μέριλιν Μονρό που σκηνοθέτησε ο Άντριου Ντόμινικ κέρδισε φέτος τις περισσότερες υποψηφιότητες για Χρυσό Βατόμουρο, η πρωταγωνίστρια της ταινίας, η οποία είναι υποψήφια για Όσκαρ α’ γυναικείου ρολου, φάνηκε εκ πρώτης όψεως να την γλιτώνει αφού το όνομά της δεν αναφέρεται στην λίστα με τις χειρότερες ερμηνείες. Τεχνικά όμως είναι και η ίδια υποψήφια αφού βρίσκεται στην κατηγορία με τα χειρότερα ντουέτα για την σκηνή της Μέριλιν με τον Πρόεδρο Κένεντι «στο υπνοδωμάτιο του Λευκού Οίκου». Κάποιοι κριτικοί επέκριναν την δουλειά της στο “Blonde”, θεωρώντας ότι δεν κατάφερε να συλλάβει την ουσία – ή μια ουσία τέλος πάντων – της διάσημης και τραγικής «Ξανθιάς» που υποδύθηκε, άλλοι όμως χαρακτήρισαν έως και «ατρόμητη» την ερμηνεία της, η οποία άξιζε μιας καλύτερης ταινίας.
Γκλεν Κλόουζ στο “Hillbilly Elegy”
Μια από τις πιο διχαστικές ερμηνείες στην πρόσφατη ιστορία υπήρξε αυτή της Γκλεν Κλόουζ στο ρόλο της Μπόνι Βανς στην προπέρσινη κινηματογραφική μεταφορά του αυτοβιογραφικού βιβλίου του Γερουσιαστή J.D. Vance “Hillbilly Elegy”. Στις συνεντεύξεις της η ηθοποιός τόνιζε ότι έκανε «εκτεταμένη έρευνα» προκειμένου να αποδώσει τις ιδιαιτερότητες του ρόλου, παρ’ όλα αυτά υπήρξαν πολλοί κριτικοί που δεν πείστηκαν από την ερμηνεία της.
Έιμι Ίρβινγκ στο “Yentl”
Βασισμένη στο διήγημα του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, η ταινία που σκηνοθέτησε το 1983 η Μπάρμπρα Στρέιζαντ ήταν ένα δραματικό μιούζικαλ με πρωταγωνίστρια την ίδια στο ρόλο μιας νεαρής Εβραίας στην Ανατολική Ευρώπη των αρχών του 20ου αιώνα που επιθυμεί να σπουδάσει, κάτι που της το απαγορεύει η θρησκεία της. Για να το καταφέρει, μεταμφιέζεται σε αγόρι και διεκδικεί μια θέση στην εκκλησιαστική σχολή όπου ερωτεύεται έναν σπουδαστή ο οποίος δεν γνωρίζει ότι είναι γυναίκα. Την ίδια στιγμή την ερωτεύεται (ως αγόρι) η αρραβωνιαστικιά την οποία υποδύεται η Έιμι Ίρβινγκ σε μια ερμηνεία που σε γενικές γραμμές είχε λάβει ευνοϊκές κριτικές.
Τζέιμς Κόκο στο “Only When I Laugh”
Ο βετεράνος καρατερίστας υποδυόταν έναν άνεργο γκέι ηθοποιό που ήταν ο καλύτερος φίλος της πρωταγωνίστριας (μια αλκοολική πρώην σταρ του Μπρόντγουεϊ που την υποδυόταν η Τζόρτζια Χάινς) αυτής της δραματικής κομεντί που βασιζόταν στο θεατρικό έργο του Νιλ Σάιμον, “The Gingerbread Lady.” Κατά κοινή ομολογία, δεν ήταν μια κακή ερμηνεία, πολλοί όμως ήταν εκείνοι που δεν κατάλαβαν ποτέ πώς έφτασε είτε μέχρι τα Όσκαρ είτε μέχρι τα «Βατόμουρα» του 1982.
Διαβάστε ακόμη: