Οι τρέχουσες γεωπολιτικές αναταραχές, εκτιμάται ότι θα μεταβάλλουν άρδην τους συσχετισμούς του παγκόσμιου εμπορίου, αφού θα έχουν μεγάλες, δευτερογενείς επιπτώσεις, όχι μόνο στην οικονομία της Ρωσίας, αλλά και στις υπόλοιπες οικονομίες του πλανήτη.
Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης
Αρχικώς, όπως επισημαίνει σε σχετική ανάλυση η τράπεζα Alpha Bank, οι αυστηρές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία αναμένεται να οδηγήσουν σε ύφεση την οικονομία της.
Παράλληλα, η ισχυρή, διαταραχή προσφοράς, πρωτίστως, στον τομέα της ενέργειας αλλά και σε βασικά αγροτικά προϊόντα (σιτάρι, λιπάσματα κ.τ.λ.) αναμένεται να οδηγήσει σε χαμηλότερους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης των μεγάλων οικονομιών, σε σύγκριση με τις αρχικές εκτιμήσεις, μέσω των έντονων πληθωριστικών πιέσεων.
Πιο συγκεκριμένα, η στρατιωτική εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οδήγησε στην επιβολή ενός ευρέος φάσματος οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία από πολλά κράτη, όπως οι ΗΠΑ, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Καναδάς, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία.
Στόχος των κυρώσεων είναι η οικονομική απομόνωση και αποδυνάμωση της Ρωσίας, που αποτελεί ένα άνευ προηγουμένου εγχείρημα, δεδομένου του οικονομικού της μεγέθους και της αλληλεξάρτησης της με τις υπόλοιπες οικονομίες.
Το 2021, το ονομαστικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν της Ρωσίας υπερέβη τα 1,6 τρισ. δολάρια, κατατάσσοντάς την στην 11η θέση, μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη και στην 5η θέση, μεταξύ των ευρωπαϊκών οικονομιών.
Παράλληλα, η Ρωσία κατέχει δεσπόζουσα θέση στην αγορά της ενέργειας, ιδιαίτερα στην παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία αφορούν, κυρίως, τους τομείς της ενέργειας, της τεχνολογίας και των μεταφορών, καθώς και περιοριστικά μέτρα έναντι φυσικών και νομικών προσώπων. Ωστόσο, δύο είναι οι σημαντικότερες οικονομικές κυρώσεις:
Πρώτον, ο αποκλεισμός επτά ρωσικών τραπεζών από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT (Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication). Το SWIFT είναι το κυρίαρχο σύστημα ανταλλαγής μηνυμάτων που διευκολύνει τις γρήγορες διασυνοριακές πληρωμές μεταξύ τραπεζών ανά τον κόσμο. Μέσω του SWIFT μεταφέρονται τρισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο, συμβάλλοντας στην ομαλή ροή του διεθνούς εμπορίου.
Συνεπώς, ο αποκλεισμός μεγάλου μέρους του τραπεζικού τομέα της Ρωσίας από το SWIFT αναμένεται να επιφέρει ισχυρότατο πλήγμα στην επιχειρηματική δραστηριότητα της χώρας και ιδιαίτερα στο εμπόριο, πλήττοντας τόσο τις εισαγωγές, όσο και τις εξαγωγές. Σημειώνεται, ωστόσο, ότι, με βάση τα τωρινά δεδομένα, έχουν εξαιρεθεί του αποκλεισμού από το SWIFT δύο ρωσικές τράπεζες, μέσω των οποίων πραγματοποιούνται οι πληρωμές για τις ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου.
Δεύτερον, η δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας, καθώς και Ρώσων επιχειρηματιών και ολιγαρχών που δραστηριοποιούνται στον πετρελαϊκό, τον τραπεζικό και τον χρηματοοικονομικό τομέα. Τα συνολικά συναλλαγματικά διαθέσιμα της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας διαμορφώθηκαν, τον Ιανουάριο του 2022, στο ύψος, περίπου, των 630 δισ. δολαρίων, εκ των οποίων τα 132 δισ. δολάρια αποτελούν την αξία της διακρατούμενης ποσότητας σε χρυσό.
Τόσο τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, όσο και η αξία του χρυσού παρουσιάζουν έντονα αυξητική τάση, από τα μέσα του 2015. Παράλληλα, από το 2014, μετά την επιβολή των αρχικών κυρώσεων στη Ρωσία, εξαιτίας της μονομερούς προσάρτησης της Κριμαίας, η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας έχει κάνει σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση της διαφοροποίησης του χαρτοφυλακίου της από το δολάριο, ενισχύοντας, εν μέρει, τον βαθμό ανθεκτικότητάς της έναντι των οικονομικών κυρώσεων.
Αυτή η εξέλιξη αντανακλάται στη ραγδαία συρρίκνωση, το 2018, της αξίας των αμερικανικών κρατικών ομολόγων κατά 81 δισ. δολάρια, τα οποία διακρατούνταν από τη Ρωσία.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, η έκθεση της Ρωσίας σε αμερικανικό χρέος έχει σχεδόν μηδενιστεί, καθώς, τον Δεκέμβριο του 2021, διαμορφώθηκε σε, μόλις, 3,9 δισ. δολάρια. Όσον αφορά στην κατανομή των συνολικών συναλλαγματικών διαθεσίμων, σύμφωνα με την κεντρική τράπεζα της Ρωσίας (Bank of Russia Foreign Exchange and Gold Asset Management Report, No.1 (61) • 2022), μέχρι τις 30.06.2021, το 21,7% βρισκόταν εντός της ρωσικής επικράτειας και αφορούσε περιουσιακά στοιχεία χρυσού.
Παράλληλα, το 13,8% των συνολικών συναλλαγματικών διαθεσίμων βρισκόταν στην Κίνα, ενώ ακολουθεί η Γαλλία με 12,2%, η Ιαπωνία με 10% και η Γερμανία με 9,5%. Επιπλέον, το 32,3% των συνολικών συναλλαγματικών διαθεσίμων ήταν σε ευρώ, το 16,4% σε δολάρια ΗΠΑ και το 13,1% σε κινεζικά γουάν.
Η επιβολή κυρώσεων είχε άμεσο αντίκτυπο στο ρούβλι, καθώς, στις 28 Φεβρουαρίου, υποτιμήθηκε κατά 25% έναντι του ευρώ και κατά 18% έναντι του δολαρίου, παρά την αύξηση του βασικού επιτοκίου από την κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, στο 20% από 9,5% . Η διολίσθηση του ρουβλίου είναι πολύ μεγαλύτερη σε σύγκριση με την κρίση του 2014, γεγονός που ενδεχομένως αποδίδεται στην ταχύτερη και ισχυρότερη επιβολή κυρώσεων.
Σημειώνεται ότι, από την αρχή του έτους, το ρούβλι έχει υποχωρήσει κατά 39% και 43% (μέχρι 04.03.2022) έναντι του ευρώ και του δολαρίου, αντίστοιχα. Παράλληλα, η κεντρική τράπεζα της χώρας επέβαλε κεφαλαιακούς περιορισμούς (capital controls), προκειμένου να αποτρέψει τη μαζική φυγή επενδυτικών -κυρίως- κεφαλαίων, καθώς, μετά την εισβολή στην Ουκρανία, ορισμένες πολυεθνικές επιχειρήσεις ανακοίνωσαν ότι σκοπεύουν να αποεπενδύσουν από ρωσικά περιουσιακά στοιχεία.
Επιπλέον, οι αρχές της χώρας πρόκειται να αποσύρουν τον φόρο προστιθέμενης αξίας (20%) στις αγορές χρυσού, σε μία προσπάθεια να ενισχύσουν τις αγορές του πολύτιμου μετάλλου, ανακόπτοντας την υφιστάμενη τάση μετατροπής του ρουβλίου σε συνάλλαγμα.
Οι προοπτικές για την οικονομία της Ρωσίας χαρακτηρίζονται από υψηλή αβεβαιότητα. Το κόστος των επιβληθέντων κυρώσεων αναμένεται ιδιαίτερα υψηλό για την οικονομία της χώρας,
συμπεριλαμβανομένου και του οικονομικού κόστους που απορρέει από τη στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία. Η υποτίμηση του ρουβλίου θα επιφέρει έντονες πληθωριστικές πιέσεις, υποχρεώνοντας, ενδεχομένως, την κεντρική τράπεζα της χώρας να αυξήσει περαιτέρω το βασικό επιτόκιο, γεγονός που αναμένεται να προκαλέσει ύφεση στη ρωσική οικονομία.
Οι οίκοι αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας Moody’s, S&P και Fitch, προεξοφλώντας τις δυσμενείς οικονομικές εξελίξεις, υποβάθμισαν, στις αρχές Μαρτίου, το αξιόχρεο της χώρας στην κατηγορία «σκουπιδιών» (junk). Τέλος, η αποδυνάμωση της ρωσικής οικονομίας αναμένεται να επιφέρει δυσμενείς επιπτώσεις και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, λόγω των στενών εμπορικών και οικονομικών δεσμών.
Κυρώσεις: Τι θα απογίνουν τα γιοτ και τα πολυτελή ακίνητα των Ρώσων ολιγαρχών