Σημαντικές ανισότητες στην αγορά, επηρεάζοντας την ελληνική τηλεοπτική βιομηχανία και ενισχύοντας τα κενά μεταξύ εγχώριων και διεθνών υπηρεσιών streaming δημιουργούν οι τελευταίες εξελίξεις σχετικά με τους δασμούς και τους φόρους στη συνδρομητική τηλεόραση.
Η απόφαση των ΗΠΑ να επιβάλει 20% δασμό στις εξαγωγές τηλεοπτικών προϊόντων προσθέτει ένα νέο οικονομικό βάρος στους Έλληνες παραγωγούς και εξαγωγείς, τη στιγμή που οι μεγάλες διεθνείς πλατφόρμες, όπως το Netflix, το Disney Plus και το Amazon Prime, παραμένουν αφορολόγητες στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα αυξάνουν τις τιμές για τους Έλληνες συνδρομητές.
Αυτός ο διαχωρισμός στη φορολογική μεταχείριση δημιουργεί έναν αθέμιτο ανταγωνισμό, καθώς οι τοπικοί πάροχοι υπηρεσιών τηλεόρασης καλούνται να πληρώσουν φόρους και να ανταγωνιστούν με τις διεθνείς πλατφόρμες που απολαμβάνουν πιο ευνοϊκές συνθήκες.
Ο φόρος 10% που επιβλήθηκε το 2016 στην ελληνική συνδρομητική τηλεόραση, ο οποίος επανήλθε το 2022 μετά την προσωρινή αναστολή λόγω κορονοϊού, επιβαρύνει τις εγχώριες υπηρεσίες, ενώ οι διεθνείς πλατφόρμες παραμένουν αφορολόγητες και αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνουν τις τιμές, κάτι που επιδεινώνει την κατάσταση για τον Έλληνα καταναλωτή.
Η κατάσταση αυτή μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στην ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα των εγχώριων υπηρεσιών τηλεόρασης και να ενισχύσει τις ανισότητες στην αγορά, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για έναν πιο ισχυρό και δίκαιο ρυθμιστικό πλαίσιο που θα αντιμετωπίζει εξίσου τις εγχώριες και διεθνείς πλατφόρμες.
Διαβάστε ακόμη:
- Εμφύλιος στην Εκκλησία για το φιλόδοξο σχέδιο της ψηφιακής τράπεζας
- Ο Τζον Κατσιματίδης έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον για επενδύσεις στην Ελλάδα
- Οι επιχειρηματικοί κολοσσοί που πλήττονται από τους δασμούς Τραμπ
- Κωνσταντίνος Κυρανάκης: Επαναφέρει στο προσκήνιο το φαύλο καθεστώς των πελατειακών προσλήψεων