Στις ρομαντικές εποχές του ποδοσφαίρου, τίποτα δεν έμοιαζε παράταιρο. Οι ομάδες ήταν ερασιτεχνικές και επιβίωναν οικονομικά με τα λιγοστά έσοδα τους από τα εισιτήρια των αγώνων. Οι ποδοσφαιριστές είχαν το άθλημα ως χόμπι, δεν περίμεναν να βιοποριστούν από αυτό και αρκούνταν σε ένα χαρτζιλίκι. Οι παράγοντες ανέβαιναν στην ιεραρχία κάθε ομάδας με άλλα κριτήρια και όχι ανάλογα με την τσέπη τους, οι (κάτι σαν) χορηγοί ήταν μαγαζάτορες της γειτονιάς που πρόσφεραν τα σάντουιτς και την πορτοκαλάδα, οι διαιτητές ήταν ερασιτέχνες σαν τους ποδοσφαιριστές – έπιαναν τη σφυρίχτρα για να κάνουν το χόμπι τους.
Με τον καιρό τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Το ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου έγινε επαγγελματικό και οι ομάδες γιγαντώθηκαν από τα παραφουσκωμένα έσοδα. Οι ποδοσφαιριστές ζουν αποκλειστικά από το ποδόσφαιρο και οι πιο καλοί απ’ αυτούς με λίγα χρόνια μπάλας, εξασφαλίζουν εύκολα το μέλλον μέχρι και για τα εγγόνια τους. Διοικήσεις – ιδιοκτήτες χωρίς μεγάλη οικονομική επιφάνεια, δεν μπορούν να σταθούν και να κρατήσουν τις ομάδες. Οι χορηγοί είναι πλέον τεράστιες πολυεθνικές που σπέρνουν εκατομμύρια για να γιγαντωθούν μέσα από τη λάμψη που τους προσφέρει το ποδόσφαιρο. Το μόνο που έμενε στάσιμο μέσα σ’ αυτόν τον ζωντανό καμβά του ποδοσφαίρου, ήταν οι διαιτητές. Για πολλές δεκαετίες παρέμεναν ερασιτέχνες κι αυτό συνιστούσε μια τεράστια ανορθογραφία…
Ήταν πράγματι περίεργο τις νίκες, τις επιτυχίες, τους τίτλους που ανοίγουν τις κάνουλες του χρήματος σε ένα περιβάλλον απόλυτα επαγγελματικό, να τις καθορίζουν ερασιτέχνες διαιτητές. Άνθρωποι που δεν αμείβονταν, να είναι πάρα μα πάρα πολύ κομβικοί στη μοιρασιά των εκατομμυρίων, αποφασίζοντας ποιοι θα πάρουν τη μερίδα του λέοντος και ποιοι τα ψίχουλα μιας αποτυχίας. Για πολλά χρόνια ο κόσμος του ποδοσφαίρου άλλαζε σε όλα τα επίπεδα, εκτός απ’ αυτό της διαιτησίας. Και ήταν πραγματικά παράξενο ένας ερασιτέχνης να έχει τόσο κομβικό ρόλο σε ένα παιχνίδι χρήματος και εξουσίας.
Με την πάροδο των χρόνων, το σκηνικό άρχισε να αλλάζει. Οι διαιτητές άρχισαν να αμείβονται και τα τελευταία χρόνια, να αμείβονται πολύ καλά μάλιστα. Σε κάποιες χώρες η διαιτησία έγινε επαγγελματική, αλλά και στις άλλες που παρέμεινε ερασιτεχνική, αυτό ήταν μόνο στη θεωρία. Οι διαιτητές πληρώνονται σε κάθε παιχνίδι και ανάλογα με την κατηγορία ή τη διοργάνωση, οι αμοιβές τους έφτασαν στο σημείο να ξεπερνούν κατά πολύ το μέσο όρο των άλλων εργαζόμενων.
Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και στη σημερινή εποχή που η «αποζημίωση» των διαιτητών έχει εκτοξευθεί, η συνολική αμοιβή τους παραμένει πολύ χαμηλή σε σχέση με αυτά που κρίνει. Στα μάτια πολλών, αμοιβή 2.000 ευρώ π.χ μοιάζει προκλητική για «δουλειά» 1,5 ώρας. Στην πραγματικότητα, όμως, μια δική του απόφαση μπορεί να καθορίσει τη ροή εκατομμυρίων ευρώ, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και μ’ αυτή την αμοιβή, ο διαιτητής παραμένει μακράν ο χαμηλότερα αμειβόμενος σε έναν επαγγελματικό αγώνα υψηλού επιπέδου κι ας μπορεί να επηρεάσει το αποτέλεσμα πολύ περισσότερο από τους ίδιους τους πρωταγωνιστές!
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικό για τις αμοιβές των διαιτητών στο σύγχρονο επαγγελματικό ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου, είναι ένα δημοσίευμα της ισπανικής «Marca» σχετικά με τις ετήσιες απολαβές τους σε έξι μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, το ισπανικό, το αγγλικό, το γερμανικό, το ιταλικό, το γαλλικό και το πορτογαλικό. Σύμφωνα μ’ αυτό, πρωταθλητές στα έσοδα είναι οι Ισπανοί διαιτητές, οι οποίοι από το καλοκαίρι του 2020 είναι επαγγελματίες και πληρώνονται με έναν σταθερό μισθό για να προετοιμάζονται σωστά για τους αγώνες, ανεξάρτητα από το πόσους θα διευθύνουν τελικά. Αυτός ο μισθός που είναι ίδιος για όλους, επαυξάνεται εν συνεχεία ανάλογα με τους αγώνες που σφυρίζει ο καθένας.
Οι αμοιβές των Ισπανών διαιτητών σε ετήσια βάση είναι σχεδόν διπλάσιες απ’ αυτές των Άγγλων, φτάνοντας περίπου στις 250.000 ευρώ ετησίως, κατά μέσο όρο, δηλαδή, 12.500 ευρώ το μήνα. Στο ποσό αυτό περιλαμβάνεται ο μισθός του και τα παιχνίδια που παίζει στο πρωτάθλημα, για τα οποία η αμοιβή του πρώτου διαιτητή είναι 4.200 ευρώ και του VAR 2.100 ευρώ σε κάθε αγώνα. Κατά μέσο όρο, διευθύνουν περίπου 20 αγώνες της La Liga το χρόνο και είναι VAR σε άλλους 10.
Οι ετήσιες αμοιβές των Άγγλων διαιτητών, αντίστοιχα, είναι περίπου 110.000, των Γερμανών 125.000, των Γάλλων 120.000 και των Ιταλών 140.000 ευρώ. Στην Πορτογαλία, οι 21 επαγγελματίες διαιτητές έχουν βάση μόλις 2.500 ευρώ το μήνα. Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, τα περισσότερα χρήματα απ’ όλους τους Ευρωπαίους διαιτητές για το 2022 τα εισέπραξε ο Ισπανός Αντόνιο Ματέου Λαόθ, ο οποίος είχε διευθύνει τον περασμένο Μάιο τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδα μεταξύ του Παναθηναϊκού και του ΠΑΟΚ. Επειδή είχε πολλές παρουσίες στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και το Παγκόσμιο Κύπελλο, εισέπραξε την περασμένη χρονιά 335.000 ευρώ, ποσό τεράστιο σε σχέση με έναν μέσο εργαζόμενο, αλλά πολύ μικρότερο απ’ όσα εισπράττει το χρόνο ένας μη προβεβλημένος ποδοσφαιριστής ισπανικής ομάδας. Για τους σταρ, ας μην το συζητάμε καλύτερα…
Στην Ελλάδα όπου η διαιτησία είναι ουσιαστικά ημιεπαγγελματική, τα έσοδα των διαιτητών είναι ικανοποιητικά για τα δικά μας δεδομένα, αλλά πολύ μικρότερα σε σχέση μ’ αυτά των συναδέλφων τους στα 6 κορυφαία πρωταθλήματα. Ενδεικτικά οι αμοιβές τους:
ΣΟΥΠΕΡ ΛΙΓΚ 1
Διαιτητής: 2.000 μικτά – 1.500 καθαρά
Βοηθός: 1.000 μικτά – 750 καθαρά
4ος: 500 μικτά – 375 καθαρά
VAR: 1.000 μικτά – 750 καθαρά
AVAR: 500 μικτά – 375 καθαρά
ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ: 500 μικτά – 375 καθαρά
Εν ολίγοις, κάθε παιχνίδι της Σούπερ Λιγκ 1 κοστίζει για έξοδα διαιτησίας 6.500 ευρώ, ενώ στη Σούπερ Λιγκ 2 αρκετά λιγότερα (2.500 ευρώ) καθώς οι αμοιβές είναι (μικτά) 1.000 ευρώ ο διαιτητής (750 καθαρά), από 500 οι βοηθοί (375 καθαρά) και από 250 ευρώ (187,5 καθαρά) ο 4ος και ο παρατηρητής. Στο Κύπελλο υπάρχει μια ενδιάμεση κατάσταση. Όταν και οι δύο ομάδες του ζευγαριού είναι από τη Σούπερ Λιγκ 1, οι αμοιβές είναι αντίστοιχες με το πρωτάθλημα, ενώ όταν η μία είναι της Σούπερ Λιγκ 1 και η άλλη της Σούπερ Λιγκ 2, διαμορφώνονται σε 1.500 ευρώ (1.125 καθαρά) για τον διαιτητή, 750 (562 καθαρά) για τον κάθε βοηθό, 375 (281 καθαρά) για τον 4ο και 400 (300 καθαρά) ευρώ για τον παρατηρητή.
Τα ποσά αυτά είναι ανεξάρτητα από τα έξοδα μετακίνησης, διαμονής και διατροφής τους, που στο σύνολό τους, ανεβάζουν κατά πολύ το κόστος της διαιτησίας σε κάθε αγώνα. Οι αμοιβές των ξένων που έρχονται στη Σούπερ Λιγκ 1 είναι μεγαλύτερες και ειδικά σε επίπεδο Elite, ξεπερνούν τα 4.500 ευρώ ανά παιχνίδι για τον διαιτητή και τα μισά για τον VAR. Παλαιότερα, οι διαιτητές ήταν υποχρεωμένοι να δίνουν το 10% των εσόδων τους στους συνδέσμους που ανήκουν (υπάρχει μια δικαστική αντιπαράθεση για το αν θα πρέπει να τα καταβάλλουν στους συνδέσμους τους ή στις Ενώσεις της περιφέρειας τους – δέκα σύνδεσμοι έχουν προσφύγει στα δικαστήρια και έχουν δικαιωθεί), αλλά με απόφαση του πρώην αρχιδιαιτητή Μαρκ Κλάτενμπεργκ, αποδίδουν μόνο 1.250 ευρώ ετησίως στις Ενώσεις – συνδέσμους και οι βοηθοί 750 ευρώ, ανεξάρτητα από τον αριθμό αγώνων που διευθύνουν.
Με βάση τους αγώνες τους κάθε χρόνο μόνο στις εγχώριες διοργανώσεις, υπάρχουν διαιτητές που έχουν εισπράξει περίπου 35.000 καθαρά ετησίως, ποσό που προσαυξάνεται αναλόγως και με τις διεθνείς συμμετοχές τους, όπου οι αποζημιώσεις τους είναι ακόμα καλύτερες. Ένας καλός Έλληνας διεθνής διαιτητής, μπορεί σε μια παραγωγική του χρονιά να ξεπεράσει έτσι τις 50.000 ευρώ καθαρά και να θεωρείται ουσιαστικά επαγγελματίας καθώς τα χρήματα αυτά είναι κατά πολύ πάνω από το μέσο όρο των αμοιβών στην Ελλάδα.
Στην περυσινή περίοδο, ο Ευαγγέλου για παράδειγμα, έπαιξε 16 παιχνίδια ως πρώτος στη ΣΛ1, 10 ως VAR και 6 ως 4ος, που μεταφράζονται σε μικτά έσοδα 45.000 ευρώ ετησίως – 34.5000 ευρώ καθαρά μόνο από αυτό το πρωτάθλημα. Με βάση τους ορισμούς στον Α’ γύρο της εφετινής Σούπερ Λιγκ 1, είναι εύκολο να υπολογίσει κανείς τα έσοδα των διαιτητών που έχουν πάρει τα περισσότερα παιχνίδια:
ΠΑΠΑΠΕΤΡΟΥ: 6 διαιτησίες – 5 VAR – 2 ως 4ος (μικτά έσοδα 18.000 ευρώ – καθαρά 14.000)
ΦΩΤΙΑΣ: 6 διαιτησίες – 3 VAR – 1 ως 4ος (καθαρά έσοδα 12.000)
ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΣ: 6 διαιτησίες, 3 VAR (καθαρά 11.640)
ΜΑΝΟΥΧΟΣ: 5 διαιτησίες – 2 VAR – 1 ως 4ος (καθαρά έσοδα 9.680)
Τα ποσά αυτά θα ήταν σαφώς πολύ μεγαλύτερα εάν οι Έλληνες διαιτητές ορίζονταν και στα ντέρμπι του πρωταθλήματος, τα οποία διευθύνουν (αποκλειστικά τα τελευταία χρόνια) μόνο ξένοι. Περιορίζεται, έτσι, η δεξαμενή τους και μαζί μ’ αυτά τα έσοδα που μπορεί να έχουν στη διάρκεια της χρονιάς.
Διαβάστε περισσότερα
-
Ρεύμα: Νέα αύξηση στα τιμολόγια – «Καπέλο» 80 ευρώ για κάθε νοικοκυριό!
-
Νέα στάση εργασίας στις συγκοινωνίες την Παρασκευή 7 Απριλίου
-
Με λευχαιμία διαγνώστηκε ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι – Παραμένει στην εντατική
-
ΑΣΟΕΕ: Η στιγμή που ο αστυνομικός με το όπλο στο χέρι προσπαθεί να ξεφύγει από τους κουκουλοφόρους