Για 80 ημέρες, στις αχανείς εγκαταστάσεις της χαλυβουργίας Αζοφστάλ στη Μαριούπολη, η ανελέητη επίθεση των Ρώσων συνάντησε την ανυποχώρητη αντίσταση των Ουκρανών.
Οι Τάιμς της Νέας Υόρκης φέρνουν στο φως – μέσα από μαρτυρίες – όσα εκτυλίχθηκαν κατά την 80ήμερη αυτή πολιορκία, πάνω αλλά και κάτω από το ουκρανικό έδαφος. Πώς ήταν η κατάσταση για εκείνους που πολέμησαν αλλά και για εκείνους που βρέθηκαν παγιδευμένοι… κάτω από τα πεδία των μαχών;
Νωρίς το πρωί της 21ης Μαρτίου, δύο ελικόπτερα Mi-8 πέταξαν στα μόλις 20 πόδια πάνω από τις ρωσικές δυνάμεις ξαφνιάζοντάς τες. Εντός των ελικοπτέρων: Άνδρες των Ουκρανικών Ειδικών Δυνάμεων που μετέφεραν κιβώτια με πυραύλους Stinger και Javelin, καθώς και ένα δορυφορικό σύστημα σύνδεσης στο διαδίκτυο. Κάτω από τα Mi-8: οι Ρώσοι. Στο τέλος της «διαδρομής»: οι Ουκρανοί πολιορκημένοι του Αζοφστάλ. Και στο φόντο: η πιο καυτή ζώνη συγκρούσεων του πολέμου στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με το σχέδιο, τα Mi-8 έπρεπε να προσγειωθούν στο υπό πολιορκία ουκρανικό εργοστάσιο, να αφήσουν τους πυραύλους, να πάρουν τραυματισμένους Ουκρανούς στρατιώτες και να πετάξουν πίσω στην κεντρική Ουκρανία. Στα μάτια των περισσοτέρων, η μάχη για τον Αζοφστάλ ήταν ήδη, πια, χαμένη. Τα νέα οπλικά συστήματα θα επέτρεπαν, ωστόσο, στους εγκλωβισμένους Ουκρανούς μαχητές να «ταλαιπωρήσουν» τις ρωσικές δυνάμεις για λίγες ακόμη εβδομάδες, αμβλύνοντας έτσι την επίθεση που δέχονταν τα ουκρανικά στρατεύματα σε άλλα σημείο, στο νότιο και στο ανατολικό μέτωπο.
«Ήταν τόσο σημαντικό για τα παιδιά, που ήταν πλήρως περικυκλωμένα, να ξέρουν ότι δεν τους είχαμε εγκαταλείψει, ότι θα πετάγαμε κοντά τους, διακινδυνεύοντας τη ζωή μας για να πάρουμε τους τραυματίες τους και να τους φέρουμε πυρομαχικά και φάρμακα», δηλώνει στους New York Times εις εκ των Ουκρανών που βρίσκονταν σε εκείνα τα ελικόπτερα το πρωί της 21ης Μαρτίου. «Το θέαμα ήταν θλιβερό», συνεχίζει ο ίδιος, ανακαλώντας στο νου την εικόνα της κατεστραμμένης από τους ρωσικούς βομβαρδισμούς ουκρανικής χαλυβουργίας αλλά και της Μαριούπολης που είχε επίσης ισοπεδωθεί από τις ρωσικές βόμβες.
Για το Κρεμλίνο, η Μαριούπολη, το στρατηγικά τοποθετημένο αυτό λιμάνι στη θάλασσα της Αζοφικής, ήταν έπαθλο.
Το πρωί της 24ης Φεβρουαρίου, όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο χαλυβουργικός κολοσσός, με τους πάνω από 11.000 εργαζόμενους, που άκουσε στο όνομα Αζοφστάλ (Azovstal) αποφάσισε να κατεβάσει τους διακόπτες σβήνοντας τις μηχανές, πράγμα που θα συνέβαινε για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Βαθιά κάτω από το εργοστάσιο, υπήρχαν 36 καταφύγια: κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου. Τα καταφύγια, περίπου 20 πόδια (6 μέτρα) κάτω από τη γη, είχαν αρκετό φαγητό για να θρέψουν χιλιάδες ανθρώπους για αρκετές εβδομάδες.
Θεωρώντας ότι οι μάχες δεν επρόκειτο να διαρκέσουν πολύ, η διεύθυνση της επιχείρησης, υπό τον Ενβέρ Τσκιτισβίλι, είδε το εργοστάσιο ως καταφύγιο και κάλεσε τους υπαλλήλους να έρθουν εκεί με τις οικογένειές τους.
Αυτό που δεν γνώριζε εκείνη την στιγμή ο Ε. Τσκιτισβίλι ήταν ότι ο στρατός της Ουκρανίας έφτανε επίσης στο Azovstal. Για τους Ουκρανούς στρατιώτες, το εργοστάσιο ήταν ένα φαινομενικά απόρθητο οχυρό, περιτριγυρισμένο από νερό και ψηλούς τοίχους.
«Ο στρατός δεν μας το είπε ποτέ, και εμείς δεν υποθέσαμε ότι θα αναπτυχθούν στρατιωτικές δυνάμεις εκεί μαζί μας. Κάναμε σχέδια μόνο για τον άμαχο πληθυσμό, αναζητώντας καταφύγιο από την επίθεση. Δεν θεωρούσαμε τους εαυτούς μας συμμετέχοντες στον πόλεμο», δηλώνει χαρακτηριστικά ο κ. Τσκιτισβίλι.
Για τις επόμενες 80 ημέρες ωστόσο, το Azovstal θα γινόταν το επίκεντρο του πολέμου, το σημείο όπου η ρωσική βαρβαρότητα θα συγκρουόταν με την ουκρανική αντίσταση.
Αυτό που ξεκίνησε ως ατύχημα – το γεγονός δηλαδή πως χιλιάδες άμαχοι και περίπου 3.000 Ουκρανοί στρατιώτες βρέθηκαν εγκλωβισμένοι μαζί, μέσα στο ίδιο βιομηχανικό συγκρότημα – εξελίχθηκε σε αιματηρή πολιορκία.
Η Μαριούπολη, ούσα υπό ουκρανικό έλεγχο, αποτελούσε εμπόδιο σε έναν από τους βασικούς στόχους του Πούτιν: τη δημιουργία μιας χερσαίας γέφυρας που θα συνδέει την υπό ρωσικό έλεγχο ανατολική Ουκρανία με τη χερσόνησο της Κριμαίας την οποία η Ρωσία είχε προσαρτήσει μονομερώς ήδη από το 2014.
Η Μαριούπολη και το Αζοφστάλ θα εξυπηρετούσαν, ωστόσο, και έναν άλλο στόχο στα χέρια του Κρεμλίνου: εκείνον της υπεράσπισης του ρωσικού αφηγήματος περί «αποναζιστικοποίησης» της Ουκρανίας καθώς μεταξύ των Ουκρανών μαχητών που μάχονταν εκεί βρίσκονταν και ομάδες εθνικιστών – ακροδεξιών.
Στην Ουκρανία, η μάχη για το Αζοφστάλ έχει ήδη αποκτήσει διαστάσεις θρύλου, με τους New York Times να την χαρακτηρίζουν την ουκρανική εκδοχή της μάχης του Άλαμο.
«Πολεμάμε ενάντια σε μια ομάδα που είναι πολλές φορές ισχυρότερη από εμάς και δεν τους αφήνουμε να προχωρήσουν στην ουκρανική επικράτεια», δήλωνε ένας από τους εγκλωβισμένους Ουκρανούς αξιωματικούς πίσω στα τέλη Απριλίου, προσθέτοντας ωστόσο ότι «την ίδια στιγμή, η κατάσταση είναι δύσκολη».
Τελικά, το Αζόφσταλ κατέληξε να γίνει παγίδα. Η παρουσία αμάχων περιόριζε την ικανότητα των στρατιωτών να αμυνθούν. Και η παρουσία στρατιωτών σήμαινε ότι οι πολίτες έπρεπε να υπομείνουν μια σκληρή πολιορκία, από ένα σημείο και μετά χωρίς τρόφιμα και καθαρό νερό.
Η Νατάλια Μπαμπέους, εργαζόμενη στο εργοστάσιο η ίδια πριν από τον πόλεμο που εγκλωβίστηκε εκεί κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων και κατέληξε να μαγειρεύει εθελοντικά για τους άλλους εγκλωβισμένους, είδε τις αυτοσχέδιες κουζίνες της δύο φορές να καταστρέφονται από ρωσικά πυρά.
«Όταν άκουγες να πλησιάζει αεροσκάφος, έπιανες το τηγάνι σου και έτρεχες να κρυφτείς, μετρώντας πόσες βόμβες έριξε. Όταν πετάει εκεί πάνω από το κεφάλι σου και τριγύρω σημειώνονται εκρήξεις, καταλαβαίνεις ότι η ζωή σου απλά δεν έχει αξία», δηλώνει η ίδια.
Γενιές και γενιές Μαριουπολιτών έχουν εργαστεί στο συγκεκριμένο εργοστάσιο από όταν εκείνο ξεκίνησε να λειτουργεί το 1933 και έπειτα.
Το Azovstal βγήκε «ζωντανό» μέσα από την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, γνωρίζοντας μάλιστα και περιόδους ακμής τις περασμένες δεκαετίες. Μέταλλα από τους κλιβάνους του χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή προστατευτικών εγκαταστάσεων στο πυρηνικό εργοστάσιο του Τσερνόμπιλ, και πιο πρόσφατα σε έργα όπως τα Hudson Yards στη Νέα Υόρκη, Shard στο Λονδίνο, αλλά και στα κεντρικά γραφεία της Apple στην Καλιφόρνια.
Έως και τις αρχές Μαρτίου, αρκετές χιλιάδες ουκρανικά στρατεύματα είχαν βγει καταφύγιο μέσα στο Azovstal, με τους στρατιώτες να μοιράζονται πια τον ίδιο χώρο με χιλιάδες πολίτες.
Συνολικά, από τις 21 Μαρτίου και για τις επόμενες δύο εβδομάδες, οι ουκρανικές δυνάμεις κατάφεραν να προσγειώσουν επτά φορές ελικόπτερα εντός του Αζοφστάλ και να σώσουν – απομακρύνουν από εκεί 85 βαριά τραυματισμένους Ουκρανούς στρατιώτες, κάποιοι από τους οποίους είχαν «χάσει» πόδια και χέρια.
Σημειωτέων πως κατά τη διάρκεια αυτών των επιχειρήσεων, υπήρξαν και ουκρανικά ελικόπτερα που επλήγησαν από ρωσικά πυρά και κατέπεσαν.
Χάρη στο δορυφορικό σύστημα σύνδεσης στο διαδίκτυο Starlink που είχαν, ωστόσο, καταφέρει να παραδώσουν στους εγκλωβισμένους του Αζόφσταλ τα Mi-8, η πολιορκία της χαλυβουργίας θα γινόταν online event.
Βίντεο από το εσωτερικό του εργοστασίου άρχισαν να εμφανίζονται σε κανάλια στο Telegram. Στρατιώτες ήρθαν ξαφνικά σε επαφή με τις συζύγους τους. Αξιωματικοί άρχισαν να επικοινωνούν με δημοσιογράφους, στέλνοντάς τους βίντεο. Ο κόσμος μπορούσε τώρα να κοιτάξει μέσα στο Azovstal, και αυτό που είδε ήταν αποκαλυπτικό.
Μέσα στο αυτοσχέδιο νοσοκομείο στο Αζοφστάλ, οι τραυματίες έμοιαζαν σαν νεκροί. Στοιβαγμένοι σε ένα σκοτεινό και γεμάτο σκόνη καταφύγιο, οι περισσότεροι ήταν ξαπλωμένοι στο τσιμεντένιο πάτωμα. Ως και τα τέλη Απριλίου, τα φάρμακα είχαν εξαντληθεί σε τέτοιο βαθμό που οι ιατροί έκαναν ακρωτηριασμούς χωρίς επαρκή αναισθησία. Τα τρόφιμα είχαν επίσης εξαντληθεί σε τέτοιο βαθμό που οι ενήλικες περιορίζονταν σε ένα «γεύμα» ημερησίως, με το «γεύμα» αυτό να είναι το περιεχόμενο μιας κονσέρβας ανακατεμένο με νερό.
Στις 26 Απριλίου, ο γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, πέταξε στη Μόσχα κομίζοντας πρόταση ώστε να ανοίξει ανθρωπιστικός διάδρομος για την απομάκρυνση των αμάχων από το Azovstal. Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν παρουσιάστηκε, από την πλευρά του, να συμφωνεί «επί της αρχής» με την πρόταση.
Στην πορεία, τις ημέρες που ακολούθησαν, οι άμαχοι όντως απομακρύνθηκαν με λεωφορεία.
Ακόμη και η διαδικασία της εκκένωσης ήταν όμως βασανιστική. Οι βομβαρδισμοί, που είχαν προηγηθεί, ήταν τόσο έντονοι που οι πολίτες αρχικά δίσταζαν να βγουν από το Azovstal.
Αλλά και στη συνέχεια, μετά την απομάκρυνσή τους, κάποιοι από τους αμάχους ανακρίθηκαν από τις ρωσικές Αρχές που ήθελαν να μάθουν όσο το δυνατόν περισσότερα για τις ουκρανικές δυνάμεις στο εργοστάσιο.
Για τους εγκλωβισμένους Ουκρανούς στρατιώτες πίσω στο Αζόφσταλ, όμως, δεν υπήρξε ανάπαυλα. Τελικώς, έπειτα από ανηλεείς βομβαρδισμούς και με τον ρωσικό κλοιό γύρω τους να σφίγγε, τους δόθηκε εντολή να παραδοθούν ως αιχμάλωτοι πολέμου.
Περίπου 2.500 Ουκρανοί μαχητές μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο στην ελεγχόμενη από τη Ρωσία περιοχή του Ντονέτσκ, ενώ οι αξιωματικοί και τα ηγετικά στελέχη των ουκρανικών δυνάμεων που αιχμαλωτίστηκαν έχουν μεταφερθεί σε φυλακή της Μόσχας (Lefortovo), όπως αναφέρεται.
Πίσω στα τέλη Ιουνίου, θα ακολουθούσε, όμως, και μια ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών. Συνολικά 144 Ουκρανοί, οι περισσότεροι από αυτούς μαχητές του Αζόφσταλ, οδηγήθηκαν στις 29 Ιουνίου με λεωφορεία πίσω στη δυτική Ουκρανία. Χιλιάδες άλλοι παραμένουν, ωστόσο, αιχμάλωτοι πίσω στις υπό ρωσικό έλεγχο περιοχές, ενώ περισσότερες από 400 σοροί στρατιωτών έχουν επιστραφεί πίσω στην Ουκρανία προκειμένου να ενταφιαστούν εκεί.