Σε νέους ελέγχους υποβάλλει το εγχώριο πιστωτικό σύστημα αυτή την περίοδο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προκειμένου να διαπιστωθεί με τον πλέον αρμόδιο τρόπο εάν οι ελληνικές τράπεζες έχουν αφήσει οριστικά πίσω τους την πρόσφατη κρίση χρέους.
Όπως σημειώνουν στην «axianews» υψηλόβαθμες τραπεζικές πηγές «οι έλεγχοι του ΔΝΤ εντάσσονται στο Πρόγραμμα Αξιολόγησης του Χρηματοοικονομικού Τομέα (FSAP), το οποίο θεωρείται από τα σημαντικότερα εργαλεία εποπτείας του Οργανισμού» και προσθέτουν ότι «η ατζέντα που θα εξεταστεί στην ελληνική περίπτωση περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα θεμάτων που ξεκινούν από τις νέες τάσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον και φτάνουν έως τις πιο τεχνικές παραμέτρους της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών».
Οι ίδιες τραπεζικές πηγές αποκωδικοποιώντας την αξία αλλά και την ουσία του συγκεκριμένου ελέγχου από πλευράς του ΔΝΤ τονίζουν ότι «η αξιολόγηση αυτή έρχεται σε μια περίοδο που η ελληνική οικονομία προσπαθεί να ενισχύσει την ανθεκτικότητά της απέναντι στους διεθνείς κινδύνους, οικονομικούς και γεωπολιτικούς, ενώ οι τράπεζες επιχειρούν να κλείσουν οριστικά το κεφάλαιο της κρίσης χρέους που τόσο πολύ ταλαιπώρησε το εγχώριο πιστωτικό σύστημα τα τελευταία χρόνια.
«Το Πρόγραμμα Αξιολόγησης του Χρηματοοικονομικού Τομέα λειτουργεί όχι μόνο ως μέτρο πίεσης για τη βελτίωση του τραπεζικού συστήματος, αλλά και ως ένα εργαλείο που μπορεί να δώσει το στίγμα για την επόμενη μέρα της οικονομίας», προσθέτουν οι ίδιες πηγές και συνεχίζουν «η συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα δεν είναι τυπική διαδικασία. Αντίθετα, αποτελεί κρίσιμη άσκηση που θα αναδείξει τόσο τα ισχυρά όσο και τα αδύναμα σημεία του συστήματος, επηρεάζοντας εντέλει τη διαμόρφωση πολιτικών σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο».
Οι ελληνικές τράπεζες και τα SOS
Πέρα όμως από τη γενική ατζέντα όπου θα εστιάσουν οι ελεγκτές του ΔΝΤ, υπάρχουν και τέσσερα καίρια ζητήματα που αφορούν αποκλειστικά τις ελληνικές τράπεζες:
■ Το πρόγραμμα «Ηρακλής»: Το ΔΝΤ θα αξιολογήσει την πορεία και τις καθυστερήσεις του προγράμματος διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων σε συνάρτηση με τις κρατικές εγγυήσεις. Ήδη ΤτΕ, Τράπεζες και Υπουργείο Οικονομικών έχουν συστήσει μια Task Force προκειμένου να επιταχυνθεί το πλαίσιο για τις τιτλοποιήσεις κόκκινων δανείων καθώς τα περισσότερα business plans κινδυνεύουν με εκτροχιασμό.
■ Πιστωτική επέκταση: Θα εξεταστεί σε ποιους τομείς κατευθύνονται τα νέα δάνεια και πώς μπορεί να διατηρηθεί η δυναμική μετά το πέρας του Ταμείου Ανάκαμψης (RRF). Οι συστημικές τράπεζες έχουν αυξήσει την ροή χρηματοδότησης σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, ωστόσο ο προβληματισμός για την επόμενη μέρα του RRF παραμένει ακόμη σημαντικός.
■ Ποιότητα χαρτοφυλακίου: Η ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων παραμένει πρώτη προτεραιότητα, καθώς συνδέεται άμεσα με τη σταθερότητα του συστήματος. Οι σχετικοί δείκτες έχουν υποχωρήσει αρκετά ωστόσο εξακολουθούν να παραμένουν σε επίπεδα υψηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου ενώ πάντα παραμονεύει η δημιουργία νέων «κόκκινων» δανείων.
■ Συνολική εικόνα ενεργητικού: Το Ταμείο θα αποτιμήσει την ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών ώστε να εκτιμηθεί ο βαθμός έκθεσης σε πιθανές κρίσεις. Το εγχώριο πιστωτικό σύστημα παρουσιάζει υψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, ωστόσο το «αγκάθι» του αναβαλλόμενου φόρου εξακολουθεί να τραυματίζει τους τραπεζικούς ισολογισμούς.
Τα επιμέρους θέματα ελέγχου
Στα τραπεζικά επιτελεία έχουν πάρει στην κατοχή τους όλα τα επιμέρους θέματα που θα αξιολογηθούν από το ΔΝΤ και έχουν σταχυολογήσει ως πιο σημαντικά τα εξής:
Ψηφιοποίηση και Τεχνητή Νοημοσύνη: Το ΔΝΤ θα εξετάσει κατά πόσο οι επιχειρήσεις, μέσω των τραπεζών, επενδύουν σε αυτοματοποίηση, big data και Τεχνητή Νοημοσύνη για να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους.
Πράσινη μετάβαση: Σημαντικό μέρος της αξιολόγησης θα αφιερωθεί στην υιοθέτηση πρακτικών ESG και στη ζήτηση για πράσινα χρηματοδοτικά προϊόντα.
Γεωπολιτική αβεβαιότητα: Θα αποτιμηθεί η ανθεκτικότητα των αλυσίδων εφοδιασμού σε περιόδους έντασης, ειδικά με φόντο τις εμπορικές τριβές ΗΠΑ – Ευρώπης.
Εργασιακό περιβάλλον: Εξετάζεται η προσαρμογή των τραπεζών και των επιχειρήσεων στα υβριδικά μοντέλα εργασίας, με έμφαση στην αναβάθμιση δεξιοτήτων του προσωπικού.
Χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι: Στο μικροσκόπιο μπαίνουν τα υψηλά επιτόκια, ο πληθωρισμός και οι περιορισμοί στην πρόσβαση σε ρευστότητα.
Συναλλαγματικός/μακροοικονομικός κίνδυνος: Το Ταμείο θα μελετήσει την εξάρτηση της χώρας από τις ξένες αγορές και τις συνέπειες από τη μεταβλητότητα των νομισμάτων ή τους δασμούς.
Κυβερνοασφάλεια: Η αύξηση των περιστατικών παραβίασης δεδομένων οδηγεί σε αυξημένες απαιτήσεις για ισχυρότερη προστασία.
Κλιματική αλλαγή: Τα ακραία καιρικά φαινόμενα που πλήττουν παραγωγή και μεταφορές συνιστούν πλέον έναν από τους βασικούς κινδύνους για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Σε ό,τι αφορά το γενικότερο πλαίσιο των ελέγχων το ΔΝΤ έχει ενημερώσει τα τραπεζικά επιτελεία ότι σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, εκτιμά σταδιακή αποκλιμάκωση των επιτοκίων και σταθεροποίηση του πληθωρισμού, ενώ μακροπρόθεσμα, το βάρος μεταφέρεται στις επενδύσεις σε πράσινη ενέργεια, τεχνολογία και στην ανθεκτικότητα των εφοδιαστικών αλυσίδων.
Ιδιαίτερη σημασία αποδίδεται στο κανονιστικό πλαίσιο, με έμφαση στην ενίσχυση της εποπτείας, στη διαφάνεια και την ενσωμάτωση των κριτηρίων ESG. Παράλληλα, εξετάζονται οι διεθνείς τάσεις εναρμόνισης στη φορολογία, όπως οι κανόνες του ΟΟΣΑ για τους Πυλώνες 1 και 2.
Με βάση τα ευρήματα, το FSAP θα καταλήξει σε συστάσεις τόσο μικροπροληπτικού όσο και μακροπροληπτικού χαρακτήρα. Οι συστάσεις αυτές συγκεντρώνονται στο λεγόμενο «Aide Memoire», ένα εμπιστευτικό έγγραφο που παραδίδεται στις εθνικές αρχές.
Στη συνέχεια ακολουθεί η σύνταξη της Έκθεσης Σταθερότητας Χρηματοπιστωτικού Συστήματος (FSSA), η οποία συζητείται στο Εκτελεστικό Συμβούλιο του ΔΝΤ μαζί με την ετήσια Έκθεση του Άρθρου IV. Η δημοσιοποίηση της FSSA, αν και τυπικά προαιρετική, στην πράξη θεωρείται σχεδόν δεδομένη.
Τι είναι το Πρόγραμμα Αξιολόγησης
Το FSAP θεσπίστηκε το 1999 και αποτελεί μια εις βάθος αξιολόγηση της σταθερότητας και της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος κάθε χώρας.
Στις ανεπτυγμένες οικονομίες υλοποιείται αποκλειστικά από το ΔΝΤ, με έμφαση στην ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να διαχειρίζεται κρίσεις, στην ποιότητα του κανονιστικού πλαισίου και την εποπτεία.
Στις αναδυόμενες ή αναπτυσσόμενες αγορές, όπως θεωρείται ακόμη η Ελλάδα, παρά τη συμμετοχή της στην Ευρωζώνη, η διαδικασία γίνεται συχνά σε συνεργασία με την Παγκόσμια Τράπεζα, η οποία αναλαμβάνει την αποτίμηση της χρηματοπιστωτικής ανάπτυξης.
Χωρίς ένα χρηματοοικονομικό σύστημα γεμάτο υγεία πολύ δύσκολα θα επιτευχθεί ανάπτυξη.
Το πρόγραμμα αυτό έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, αφού τα πορίσματα οδηγούν σε συστάσεις που επηρεάζουν όχι μόνο τον τραπεζικό κλάδο, αλλά και το σύνολο της οικονομίας.
Οι εισηγήσεις του Ταμείου, άλλωστε, λαμβάνονται υπόψη σε μελλοντικές διαβουλεύσεις στο πλαίσιο του Άρθρου IV και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό το πώς θα διαμορφωθεί η πολιτική για τη σταθερότητα του συστήματος.