Σήμερα έγινε η κηδεία του μικρού Γιώργακη, του 18 μηνών βρέφους που έπεσε σε βόθρο, με την τοπική κοινωνία να παρακολουθεί συγκλονισμένη την υπόθεση σχετικά με το μωρό που ανασύρθηκε νεκρό από φρεάτιο αποχέτευσης του σπιτιού του, στα Νέα Μάλγαρα.

Από νωρίς το πρωί, πολλοί είναι οι συγγενείς, φίλοι της οικογένειας και κάτοικοι της περιοχής οι οποίοι έσπευσαν για να πουν το τελευταίο αντίο στον Γιωργάκη, ενώ οι καμπάνες δεν σταμάτησαν να χτυπούν πένθιμα, σύμφωνα με τις πληροφορίες από το grtimes.

«Αχ το αγοράκι μου… Πού είναι το αγοράκι μου;»

Τραγικές φιγούρες οι γονείς και οι παππούδες του βρέφους, με τον πατέρα να λυγίζει συνοδεύοντας το λευκό φέρετρο στην εκκλησία. «Αχ το αγοράκι μου… Πού είναι το αγοράκι μου;», ήταν οι λέξεις που έβγαιναν από τα χείλη του.

Με λουλούδια στα χέρια, με δάκρυα στα μάτια και δηλώνοντας πως είναι συγκλονισμένοι από την τραγωδία που σημειώθηκε και βύθισε στο πένθος ολόκληρη την περιοχή, δεκάδες άνθρωποι έδωσαν το «παρών» στην εξόδιο ακολουθία που πραγματοποιήθηκε στον Ιερό Ναό αποστόλων Πέτρου και Παύλου, στα Κίμινα.

«Άφησε τα παιχνίδια του εδώ και θα παίζει με τα παιχνίδια του ουρανού»

Λευκά και μπλε μπαλόνια ήταν στα σκαλιά της εκκλησίας, ενώ μοιράζουν και λευκές μπομπονιέρες. Ο ιερέας ξεκίνησε τον επικήδειο με τα εξής λόγια: «Για πού το έβαλες καρδιά μου με ανοιχτά πανιά», λέγοντας ότι ο μικρός Γιωργάκης που πάντα χαμογελούσε, άφησε τα παιχνίδια του εδώ και θα παίζει με τα παιχνίδια του ουρανού. Να σημειωθεί πως ο ιερέας είναι και πνευματικός των γονέων.

Υπενθυμίζεται πως το λίγο μηνών αγόρι βρισκόταν στην αυλή και το πρόσεχαν για λίγη ώρα η γιαγιά και ο παππούς, ώστε η μητέρα του να πάει στον οδοντίατρο αλλά κάποια στιγμή το έχασαν και τότε άρχισαν έντρομοι να το αναζητούν παντού, ζητώντας βοήθεια από τους γείτονες.

Μάλιστα, η γιαγιά του βρέφους μιλώντας στην εκπομπή «Αλήθειες με τη Ζήνα», εξέφρασε πως «το ψάχναμε, φάγαμε τους δρόμους, με τα αυτοκίνητα, με τα ποδήλατα, δεν το βρίσκαμε πουθενά. Μια γειτόνισσα μας είπε πως αν το παιδί έπεσε στον βόθρο, χάθηκε, αλλά δεν την πιστέψαμε. Νομίζαμε ότι το άρπαξαν».