Έντονο στρες και πεσμένη ψυχολογία; Εάν αυτά αποτελούν μια πραγματικότητα στην καθημερινότητά σας, τότε το αίσθημα της κόπωσης που νιώθετε δεν αποτελεί έκπληξη, καθώς αυτοί είναι μερικοί από τους παράγοντες που το εντείνουν. Μάλιστα, πρόκειται για μια τόσο κοινή κατάσταση, που οι περισσότεροι άνθρωποι θα βιώσουν τουλάχιστον μία φορά στη ζωή τους.
Ανεξάρτητα όμως από τα αίτιά της, προηγούμενες μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κόπωση μπορεί να επιτείνει τα αρνητικά συναισθήματα, παρατείνοντας το αίσθημα της εξουθένωσης συνολικά και όχι μόνο σωματικά. Μια νεότερη μελέτη προτείνει μια ήρεμη μέθοδο, που θα μπορούσε να προσφέρει τόνωση και ενέργεια καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου Shenzhen στην Κίνα ξεκίνησαν πρόσφατα να διερευνήσουν εάν οι πρακτικές ενσυνειδητότητας (mindfulness) θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην ανακούφιση των αρνητικών επιπτώσεων της κόπωσης στη διαχείριση των συναισθημάτων. Προηγούμενες μελέτες έχουν αποδείξει ότι όταν στρεφόμαστε στα ενδότερα του εαυτού μας, επαναφέροντας τη συνείδησή μας στο παρόν με όχημα την αναπνοή, τη διαδικασία δηλαδή του διαλογισμός της ενσυνειδητότητας, μπορούμε να μειώσουμε την ένταση των αρνητικών συναισθημάτων.
Για τη διεξαγωγή του πειράματος, η ερευνητική ομάδα ακολούθησε τη μέθοδο των προκλητών δυναμικών εγκεφάλου που σχετίζονται με γεγονότα (Event-related potentials) για να εξετάσουν τη συσχέτιση μεταξύ κόπωσης και συναισθημάτων σε 145 συμμετέχοντες. Σε αυτή τη μέθοδο, δημιουργούνται μικροσκοπικές ηλεκτρικές τάσεις στον εγκέφαλο ως απόκριση σε συγκεκριμένα γεγονότα ή ερεθίσματα, όπως η θέαση ενός ατόμου ή το άκουσμα ενός συγκεκριμένου ήχου.
Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: στην πρώτη ομάδα ολοκλήρωσαν έναν 15λεπτο καθοδηγούμενο διαλογισμό ενσυνειδητότητας, κατά τη διάρκεια του οποίου τους ζητήθηκε να δώσουν προσοχή στην αναπνοή τους και σε διάφορα μέρη του σώματος. Κατά τη διάρκεια αυτών των 15 λεπτών, τα άτομα της δεύτερης ομάδας απλώς ξεκουράζονταν με τα μάτια τους κλειστά.
Στη συνέχεια, όλοι οι συμμετέχοντες ολοκλήρωσαν μια απλή εργασία επεξεργασίας εικόνας, όπου τους παρουσιάζονταν διαφορετικές φωτογραφίες στην οθόνη, ενώ ηλεκτρόδια τοποθετημένα πίσω από το αυτί τους κατέγραφαν την απόκριση του εγκεφάλου από τα ερεθίσματα. Όλοι οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να αξιολογήσουν το επίπεδο της κόπωσης και τη συναισθηματική τους κατάσταση τόσο πριν όσο και μετά το πείραμα.
Μετά και την ανάλυση των δεδομένων, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες που ανέφεραν ότι αισθάνονταν κουρασμένοι κατά τη στιγμή του πειράματος δεν ανέφεραν σημαντική βελτίωση της συναισθηματικής τους κατάστασης μετά τη συνεδρία διαλογισμού ενσυνειδητότητας. Παρόλα αυτά, τα σήματα που καταγράφηκαν από τα ηλεκτρόδια υποδηλώνουν ότι ο διαλογισμός είχε επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο ο εγκέφαλός τους επεξεργάστηκε τα συναισθηματικά ερεθίσματα, βελτιώνοντας την ανταπόκρισή τους σε αυτά, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους συμμετέχοντες της άλλης ομάδας, οι οποίοι απλώς ξεκουράστηκαν.
«Η μελέτη μας δείχνει ότι ο διαλογισμός της ενσυνειδητότητας, σε κάποιο βαθμό, αντισταθμίζει την αρνητική συσχέτιση της κόπωσης με τη νευρική ενεργοποίηση των συναισθημάτων» σημειώνουν οι ερευνητές.
Όπως καταλήγουν, μελλοντικές μελέτες θα μπορούσαν να διερευνήσουν περαιτέρω αυτό το θέμα χρησιμοποιώντας διαφορετικές πειραματικές μεθόδους, για παράδειγμα συμπεριλαμβάνοντας πιο αξιόπιστες μετρήσεις της κόπωσης και μεγαλύτερες ή επαναλαμβανόμενες συνεδρίες διαλογισμού.