Η πληθυσμιακή κρίση στην Ευρώπη βαθαίνει, με το ποσοστό γεννήσεων να σημειώνει νέο ιστορικό χαμηλό. Σύμφωνα με την Eurostat, το 2023 καταγράφηκαν μόλις 3,67 εκατομμύρια γεννήσεις στις 27 χώρες της ΕΕ, σημειώνοντας πτώση 5,4% σε σχέση με το 2022.
Για πρώτη φορά, το 2022 οι γεννήσεις είχαν πέσει κάτω από το όριο των 4 εκατομμυρίων, ενώ το 2023 κατέρριψε και αυτό το αρνητικό ρεκόρ.
Ο συνολικός δείκτης γονιμότητας στην ΕΕ μειώθηκε σύμφωνα με τη Eurostat σε 1,38 γεννήσεις ανά γυναίκα, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2004, ενισχύοντας τους φόβους για ένα μέλλον με γηράσκοντα πληθυσμό και σοβαρές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις.
Οι πρωταθλητές και οι ουραγοί της γονιμότητας
Ανατρέποντας τα δεδομένα, η Βουλγαρία ξεπέρασε τη Γαλλία και αναδείχθηκε η χώρα με τον υψηλότερο δείκτη γονιμότητας στην ΕΕ, φτάνοντας τις 1,81 γεννήσεις ανά γυναίκα. Η Γαλλία, η οποία παραδοσιακά είχε την υψηλότερη γεννητικότητα στην Ευρώπη, υποχώρησε στη δεύτερη θέση με 1,66 γεννήσεις ανά γυναίκα (από 1,79 το 2022), ενώ στην τρίτη θέση βρίσκεται η Ουγγαρία με 1,55.
Στον αντίποδα, οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου συνεχίζουν να καταγράφουν τα χαμηλότερα ποσοστά γεννήσεων. Η Μάλτα (1,06) και η Ισπανία (1,12) βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις, με τις γεννήσεις να μειώνονται σταθερά κάθε χρόνο.
Αντίστοιχα και η Ελλάδα βρίσκεται στην ίδια μοίρα με 1,26 γεννήσεις ανά γυναίκα με τον δείκτη να πέφτει κάθε χρόνο αφού το 2015 ήταν στο 1,33.
Στην Ιταλία, η υπογεννητικότητα επιδεινώνεται, με τον δείκτη γονιμότητας να υποχωρεί στο 1,21, το χαμηλότερο επίπεδο από το 1996.
Οι Ευρωπαίες γίνονται μητέρες όλο και πιο αργά
Εκτός από τη μείωση των γεννήσεων, οι γυναίκες στην Ευρώπη αποκτούν παιδιά σε μεγαλύτερη ηλικία. Ο μέσος όρος ηλικίας για την πρώτη γέννα στην ΕΕ αυξήθηκε στα 29,8 έτη. Η Ιταλία έχει τον υψηλότερο μέσο όρο στην Ευρώπη, καθώς οι Ιταλίδες αποκτούν το πρώτο τους παιδί στα 31,8 έτη κατά μέσο όρο. Αντίθετα, η Βουλγαρία έχει τις νεότερες μητέρες, με μέσο όρο ηλικίας πρώτης μητρότητας τα 26,9 έτη.
Η πληθυσμιακή κρίση στην Ευρώπη διαμορφώνει ένα μέλλον όπου η γήρανση του πληθυσμού θα επιβαρύνει το συνταξιοδοτικό σύστημα, την αγορά εργασίας και τις κοινωνικές δομές.
Ελλάδα και Ευρώπη γερνούν
Η πληθυσμιακή γήρανση στην Ευρώπη επιταχύνεται, με την Ελλάδα να καταγράφει μία από τις μεγαλύτερες αυξήσεις στα ποσοστά των ηλικιωμένων.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες τα τελευταία 20 χρόνια, φτάνοντας το 6% το 2023. Στην Ελλάδα, η αύξηση ήταν ακόμη μεγαλύτερη, καθώς το αντίστοιχο ποσοστό εκτοξεύθηκε από 3,8% σε 7,1%, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη άνοδο στην ΕΕ μαζί με τη Λετονία.
Παράλληλα, ο πληθυσμός των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω αυξήθηκε από 16,2% σε 21,3%, ενώ το ποσοστό των παιδιών κάτω των 15 ετών μειώθηκε στο 14,9%, επιβεβαιώνοντας τη δημογραφική κρίση που πλήττει τη Γηραιά Ήπειρο.
Στη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας, η μέση ηλικία του πληθυσμού στην ΕΕ αυξήθηκε αισθητά, από 39 έτη το 2003 σε 44,5 έτη το 2023. Στην Ελλάδα, η μέση ηλικία ανέρχεται πλέον στα 46,5 έτη, μία από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, με την Ιταλία (48,4) να διατηρεί την πρωτιά.
Η Πορτογαλία και η Ρουμανία παρουσίασαν τη μεγαλύτερη αύξηση στη διάμεση ηλικία του πληθυσμού τους κατά την περίοδο 2003-2023, με αύξηση 8,5 και 8,3 έτη αντίστοιχα. Αντίθετα, η Σουηδία παρουσίασε τη μικρότερη αύξηση (μόλις 1,1 έτος), καθώς ο ρυθμός γεννήσεων στη χώρα παραμένει σε καλύτερα επίπεδα.