Η ύπαρξη πολύτιμών πρώτων υλών στο υπέδαφος μιας χώρες αποτελούσε το κατεξοχήν πεδίο ισχύος αλλά και εκμετάλλευσης μεταξύ των αυτοκρατοριών και αργότερα καρτών ανά τους αιώνες. Τον τελευταίο αιώνα η σπουδαιότητα της χρήσης των ορυκτών καυσίμων έδωσε μία στρατηγική σε χώρες με μικρή σημασία στον πλανήτη, όπως οι χώρες του Αραβικού Κόλπου μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα , την Ινδονησία και τις χώρες γύρω από τον Καύκασο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι μεγάλες συγκρούσεις μέχρι τις ημέρες μας γίνονται σε αυτές τις περιοχές ή σε περιοχές όπου περνούν αγωγοί μεταφοράς φυσικού αερίου και πετρελαίου προς τις χώρες που το χρειάζονται κυρίως της Δύσης και στην Ασία.
Τα τελευταία χρόνια λόγω της μετάβασης της παγκόσμιας οικονομίας σε πιο πράσινη πολιτική στη παραγωγή ενέργειας και καθώς και μείωση της κινητήρων εσωτερικής καύσης για τα κάθε είδους μέσα μεταφοράς ( αυτοκίνητα, φορτηγά, τρένα, πλοία ) προκύπτει μία νέα ανάγκη χρήσης σπάνιων συνήθως μετάλλων και ορυκτών που είναι ζωτικής σημασίας για την μετάβαση αυτή.
Το πιο σημαντικό από αυτά είναι το Κοβάλτιο. Μία από τις πιο σημαντικές χρήσεις του Κοβαλτίου είναι στην κατασκευή των ηλεκτρικών μπαταριών των αυτοκινήτων και κινητών τηλεφώνων που τα τελευταία χρόνια γνωρίζουν γεωμετρική πρόοδο ανάπτυξης για να καταστούν σε μερικά χρόνια για τα αυτοκίνητα σε μερικές χώρες ( όπως η Ελλάδα μετά το 2030 ) ο μόνος τύπος προς πώληση. Εδώ όμως υπάρχει μία πολύ σημαντική λεπτομέρεια. Το κοβάλτιο είναι ένα ορυκτό που υπάρχει σε πολύ λίγα σημεία του πλανήτη και το 70% των κοιτασμάτων και παραγωγής του το βρίσκουμε στο Κόνγκο.
Στην μεγάλη αυτή χώρα της κεντρική Αφρικής μαίνεται ένας εμφύλιος πόλεμος εδώ και πολλά χρόνια με κάπως θολές αιτίες μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών που όμως πολλοί αναλυτές θεωρούν ότι πίσω από τον εμφύλιο κρύβονται τοπικά συμφέροντα πολεμαρχών και αρχηγών φυλών που έχουν να κάνουν την εκμετάλλευση των περιοχών που υπάρχουν αποθέματα κοβαλτίου αλλά και το εργατικό δυναμικό των ορυχείων.
Γύρω από αυτά τα ορυχεία του Κονγκό παίζεται το τελευταίο καιρό ένα μεγάλο γεωπολιτικό παιχνίδι κυρίως από την μεριά της Κίνας που με πολύ έξυπνο και συστηματικό τρόπο χωρίς να εμπλακεί σε πολεμικές συγκρούσεις όπως οι ΗΠΑ και η Δυτικές χώρες τις προηγούμενες δεκαετίες έχει καταφέρει να γίνει ο βασικός παίκτης στην κυριαρχία των σπάνιων ορυκτών .
Η Κίνα λοιπόν απέκτησε πριν λίγο καιρό μέσω της China Molybdenum τα 2 μεγαλύτερα ορυχεία κοβαλτίου στο Κονγκό που πριν από αυτήν την ιδιοκτησία είχε η αμερικανική εταιρεία Freeport – McMoRan. Η πώληση αυτή αλλάζει δραματικά το τοπίο στην αύξηση της ισχύος της Κίνας όσον αφορά την μερίδιό της στην ιδιοκτησία και παραγωγή του πολύτιμου ορυκτού και δείχνει το πόσο αποτελεσματικά έχει κινηθεί σε αυτόν το τομέα.
Τα συγκεκριμένα ορυχεία είχαν παραχωρηθεί στη αμερικανική εταιρεία με την μεσολάβηση αρκετών προέδρων των ΗΠΑ από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου δείχνοντας από τότε την σπουδαιότητα τους για τις ΗΠΑ. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου μείωσε την έμμεση οικονομική ενίσχυση που πρόσφεραν οι ΗΠΑ προς την κυβέρνηση του Κογκό αλλά και προς την εταιρεία, αλλά και οι λάθος στρατηγικές ανάπτυξης της αμερικανικής εταιρείας , οδήγησε σε ζημιογόνες χρήσεις με αποτέλεσμα να οδηγήσουν σε πώληση προς την κινεζική εταιρεία.
Τα στοιχεία αναλυτών δείχνουν ότι η μετάβαση στην νέα πράσινη οικονομία απαιτεί αύξηση κατά 500 % της χρήσης σπάνιων μεταλλευμάτων όπως κοβάλτιο, λίθιο και γραφίτη και κατά λίγο μικρότερο ποσοστό σε βανάδιο και νικέλιο. Εδώ η Κίνα είναι η μεγάλη κυρίαρχος κατέχοντας το 60 % των σπάνιων γαιών, το Κογκό το 70 % του κοβαλτίου, η Αυστραλία το 55% του λιθίου. Το ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι ότι η Κίνα κατέχει έως και το 90 % της επεξεργασίας όλων των παραπάνω.
Όλα αυτά μπορεί να μην λένε πολλά σε κάποιους αλλά το οικονομικό διακύβευμα είναι κολοσσιαίο, τα έσοδα από την παραγωγή θα φτάσουν τα 13 τρις δολάρια τα επόμενα 20 χρόνια έναντι μείωσης από 70 σε 19 τρις των ορυκτών καυσίμων.