Εφιαλτικές είναι οι τελευταίες εβδομάδες στο μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης. Και ο λόγος δεν είναι άλλος από τις ευρωπαϊκές κυρώσεις στη Ρωσία, οι οποίες έχουν δημιουργήσει ένα μόνιμο «πονοκέφαλο» στις λιμενικές αρχές του Ρότερνταμ.
Στις προ-πολέμου εποχές, το ολλανδικό λιμάνι λειτουργούσε σαν μηχανή.
Εκατοντάδες πλοία πηγαινοέρχονταν κάθε μέρα, δεκάδες χιλιάδες κοντέινερς ξεφορτώνονταν και φορτώνονταν κι όλα κυλούσαν ομαλά, τροφοδοτώντας την οικονομία της Ευρώπης.
Πλέον, όμως, όλα έχουν αλλάξει. Όσα κοντέινερς, τα οποία συνήθως έχουν μήκος από 6 έως 12 μέτρα, κατευθύνονται προς τη Ρωσία, θα πρέπει να περάσουν διαδοχικούς ελέγχους, προκειμένου να διαπιστωθεί αν εμπεριέχουν προϊόντα που παραβιάζουν τις κυρώσεις.
Ακόμη και πριν την εισβολή, οι διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες είχαν υποστεί μεγάλες αναταράξεις εξαιτίας της Covid-19 και της απότομης αύξησης της ζήτησης, κάτι που είχε προκαλέσει αδυναμία ικανοποίησης όλων των παραγγελιών.
«Από τα χιλιάδες κοντέινερς που φθάνουν καθημερινά, μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες κατευθύνονται προς τη Ρωσία. Πρέπει να τα απομονώσουμε, να τα ξεχωρίσουμε και να τα ελέγξουμε, προτού δώσουμε το “πράσινο” φως» εξηγεί ο Καστελάιν, μιλώντας στο πρακτορείο Bloomberg.
Οι ρωσικές μπίζνες είναι πολύ σημαντικές για το Ρότερνταμ, καθώς από τους περίπου 470 εκατ. τόνους αγαθών, τα οποία μετα-φορτώνονται κάθε χρόνο, το 13% κατευθύνεται προς τη Ρωσία.
Την ίδια ώρα, από το σύνολο των κοντέινερς, το 10% σχετίζεται με κάποιον τρόπο με τη Μόσχα. Είτε πρόκειται για εξαγωγές ρωσικών εμπορευμάτων, όπως χαλκού, σιδήρου, αλουμινίου και νικελίου, είτε πρόκειται για εξαγωγές ρωσικών ενεργειακών προϊόντων. Σήμερα, ενδεικτικά, το 30% του ρωσικού πετρελαίου, το 25% του ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου και το 20% του άνθρακα «περνούν» από το Ρότερνταμ.