Έντονη κριτική στις εξαγγελίες του πρωθυπουργού από τη ΔΕΘ άσκησε ο Τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ Γιώργος Κατρούγκαλος μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΚΟΝΤΡΑ
Εικονική πραγματικότητα
Όπως σημειώνεται στο εν λόγω δελτίο, ο κ. Κατρούγκαλος καταλόγισε στον Κ. Μητσοτάκη ότι «εμφάνισε μια εικονική πραγματικότητα, για να συγκαλύψει κυβερνητικές και προσωπικές αποτυχίες», ότι «παρουσίασε ένα νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα από το οποίο τίποτα δεν πρέπει να περιμένει η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού και ότι «επανέλαβε ως εξαγγελίες πολλά από τα ήδη ισχύοντα μέτρα, ώστε να εμφανιστεί η μαγική εικόνα των 3,5 δισ. παροχών».
Σύμφωνα με το δελτίο Τύπου, «ιδιαίτερα ανησυχητική, κατά τον Γ. Κατρούγκαλο, υπήρξε η απόρριψη κάθε προοπτικής συναίνεσης από τον πρωθυπουργό». «Η αναζήτηση κοινών τόπων στα μείζονα θέματα δεν απορρέει όμως από τη συμπάθεια ή την αντιπάθεια των πολιτικών αρχηγών, αλλά από την ανάγκη να υπάρξουν συγκλίσεις και συνέχεια στην εθνική πολιτική. Την ανάγκη αυτή είχε ήδη υπονομεύσει ο κ. Μητσοτάκης με την προσπάθεια διεμβολισμού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με την απόπειρα υπουργοποίησης του Ναυάρχου Αποστολάκη και τώρα ανάγει την αλαζονεία του σε δόγμα πολιτικής», σημειώνεται.
Εθνικά θέματα
Όσον αφορά τα εθνικά θέματα μίλησε επίσης για «ιδιαίτερα ανησυχητική στάση». «Πληροφορηθήκαμε από τη συνέντευξη του πρωθυπουργού στην ΔΕΘ ότι η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να υπογράψει πενταετή αμυντική συμφωνία με τις ΗΠΑ, αντίθετα με την πάγια επιλογή μέχρι σήμερα όλων των κυβερνήσεων, όλων των χρωμάτων να συνάπτουν ετήσιες συμφωνίες, που να προσαρμόζονται στις εκάστοτε αλλαγές του γεωστρατηγικού περιβάλλοντος», αναφέρει το δελτίο Τύπου και καταλήγει:
«Πέραν του ότι παρόμοιες αλλαγές εθνικής πολιτικής δεν ανακοινώνονται πρώτη φορά από την τηλεόραση, οι εξαγγελίες δημιουργούν πολλές ανησυχίες και ερωτήματα: Έναντι ποιών ανταλλαγμάτων συμφωνήθηκε η μείζων αυτή αλλαγή; Τι θα προβλέπει η νέα συμφωνία, ιδίως για την Αλεξανδρούπολη; Θα πρόκειται απλώς για συνέχιση διευκολύνσεων ανάλογων με αυτών στο Στεφανοβίκειο, η για πιο προωθημένες ρυθμίσεις, όπως αυτές της Σούδας; Και στην τελευταία περίπτωση, βάσει ποιου ρυθμιστικού πλαισίου και νομικών εγγυήσεων;»