Ξεκίνησε η ‘καυτή’ συζήτηση-διαπραγμάτευση ανάμεσα στον ΥΠΕΝ Θόδωρο Σκυλακάκη και τον ΣΕΒ, για τα άλυτα ζητήματα ενεργειακού κόστους στη βιομηχανία, που κατηγοριοποιούνται σε τρεις ενότητες:
- Υψηλό κόστος ενέργειας στην Ελλάδα που συνιστά «τροχοπέδη» στην οικονομική ανάπτυξη
- Ρυθμίσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
- Δασμός της Βουλγαρίας για τη διέλευση ρωσικού φυσικού αερίου
Η Κοινή Ομάδας ΥΠΕΝ – ΣΕΒ για το ενεργειακό κόστος των βιομηχανιών έκανε ήδη πρεμιέρα και η κουβέντα περιλαμβάνει αντιστάθμιση, «πράσινα» PPAs και μηχανισμό ευελιξίας.
Στη συνάντηση συμμετέχουν και τα δέκα μέλη της Επιτροπής Ενέργειας, με επικεφαλής τον πρόεδρο του ΣΕΒ, Δημήτρη Παπαλεξόπουλο.
Ανάμεσα τους συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, οι εταιρίες, Helleniq Energy, Motor Oil, Mytilineos, ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, ΒΙΟΧΑΛΚΟ και ΤΙΤΑΝ.
Στόχος το πακέτο μέτρων για τη μείωση του ενεργειακού κόστους των εγχώριων βιομηχανικών καταναλωτών.
«Στην πρώτη συνάντηση, επί της ουσίας ιεραρχήθηκαν οι προτεραιότητες που θα θέσει η Ομάδα Εργασίας, ώστε να βρεθούν οι κατάλληλες παρεμβάσεις που θα διασφαλίσουν προβλέψιμο και ανταγωνιστικό ενεργειακό κόστος για τις ελληνικές ενεργοβόρες επιχειρήσεις» μας είπε κορυφαίο στέλεχος του ΣΕΒ.
Στις υψηλές θέσεις της ατζέντας τοποθετήθηκε το ζήτημα του μηχανισμού αντιστάθμισης του έμμεσου κόστους εκπομπών CO2 για τα έτη 2021-2030 για τις επιλέξιμες επιχειρήσεις.
Πέρα από την αναγκαιότητα άμεσης ενεργοποίησης του μηχανισμού, τα στελέχη του ΣΕΒ και του ΥΠΕΝ θα διερευνήσουν από κοινού το ύψος στο οποίο θα πρέπει να αυξηθούν τα έσοδα του μηχανισμού κατά το τρέχον έτος, ώστε να καλυφθούν οι σχετικές αποζημιώσεις.
Η κατανομή των δικαιωμάτων ρύπων
Σύμφωνα με την κατανομή των δικαιωμάτων ρύπων, για το 2023 πρόκειται να αξιοποιηθούν για την αντιστάθμιση το 11% των εσόδων.
Η βιομηχανία αντιτείνει πως το ποσοστό αυτό δεν είναι επαρκές, με την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ να έχει δεσμευθεί ότι πρόκειται να αυξηθεί. Σκοπός της Ομάδας είναι να καταλήξει στο απαιτούμενο ύψος των κονδυλίων για το 2023.
Η Ομάδα Εργασίας θα διερευνήσει την ανάπτυξη ενός αυτοτελούς μηχανισμού αποζημίωσης διαθεσιμότητας ευέλικτης ζήτησης, στο πλαίσιο και όσων προβλέπει η μεταρρύθμιση της «αρχιτεκτονικής» του Target Model.
Ο μηχανισμός αυτός θα επιτρέψει την αποζημίωση της βιομηχανίας για την προσαρμογή της κατανάλωσής της στις αυξομειώσεις των αιχμών του φορτίου, γεγονός που μεταξύ άλλων θα επιτρέψει τη μείωση των περικοπών «πράσινης» ηλεκτροπαραγωγής.
Στα αντικείμενα της Ομάδας Εργασίας θα συμπεριληφθεί επίσης η εξέταση των διάφορων σχημάτων στήριξης που εφαρμόζονται για τους βιομηχανικούς καταναλωτές σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη, ώστε να διερευνηθεί ποια από αυτά θα ήταν αποτελεσματικό να «μεταφερθούν» στη χώρα μας.
Επίσης, άμεση προτεραιότητα είναι η αναζήτηση λύσεων ώστε να απελευθερωθεί ηλεκτρικός «χώρος», για να μπορέσουν να υλοποιηθούν τα «πράσινα» PPAs που έχουν ήδη υπογράψει αρκετές ενεργοβόρες επιχειρήσεις.
Η σύσταση του κοινού οργάνου, από στελέχη του υπουργείου και του ΣΕΒ, αποφασίστηκε κατά τη συνάντηση που είχαν στα τέλη Οκτωβρίου η Επιτροπή Ενέργειας του Συνδέσμου (με επικεφαλής τον Πρόεδρο του Δ.Σ. Δημήτρη Παπαλεξόπουλο) με την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ, και πιο συγκεκριμένα με τον υπουργό ΠΕΝ, Θόδωρο Σκυλακάκη, και την υφυπουργό Αλεξάνδρα Σδούκου.
Οι προσφορές για έργα ΑΠΕ
Στο πλαίσιο για διευκόλυνση στις προσφορές σύνδεσης στο επόμενο «κύμα» έργων ΑΠΕ, το ΥΠΕΝ προσανατολίζεται στην αύξηση των περιορισμών έγχυσης στο 50%, καθώς και στην κατάρτιση κριτηρίων ώστε συγκεκριμένες κατηγορίες υποψήφιων έργων να συνδυαστούν υποχρεωτικά με μπαταρία.
Ωστόσο, και οι δύο αυτές λύσεις ανατρέπουν την τιμή στην οποία έχουν κλείσει οι αγοραπωλησίες του «πράσινου» ρεύματος. Επομένως, αναζητείται φόρμουλα ώστε να μην ανατραπεί το κόστος τροφοδοσίας των ενεργοβόρων επιχειρήσεων από ΑΠΕ, αλλά και να μην χρειαστεί να αναθεωρηθούν τα business plan των παραγωγών με τους οποίους έχουν συμφωνήσει οι off-taker.
Τα προβλήματα που θέλουν απάντηση
Οι προσδοκίες για τα αποτελέσματα της συνάντησης διακατέχονται από συγκρατημένη αισιοδοξία.
Παρά το γεγονός ότι το ενεργειακό κόστος θεωρείται ότι απειλεί ευθέως τη βιωσιμότητα και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας, εκτιμάται ότι ελάχιστα βήματα έχουν γίνει ως τώρα από την πολιτεία για την αμυντική θωράκιση της.
Όταν την ίδια στιγμή άλλα κράτη-μέλη υλοποιούν γενναιόδωρες πολιτικές στήριξης της δικής τους βιομηχανίας, ενώ πυκνώνουν τα σύννεφα για μία νέα έκφανση της ενεργειακής κρίσης, αυτή τη φορά λόγω των γεγονότων της Μέσης Ανατολής.
Ακόμη και θέματα για τα οποία υπήρξε διαβεβαίωση ότι θα προωθηθούν, εξακολουθούν να παραμένουν σε εκκρεμότητα.
Το πιο ενδεικτικό, ίσως, παράδειγμα είναι η δέσμευση του πρώην υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστα Σκρέκα για την επιδότηση με 50 ευρώ τη μεγαβατώρα βιομηχανιών εκτεθειμένων στον ανταγωνισμό.
Παρά το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δώσει προέγκριση για τον μηχανισμό αυτό για το 2023, με έναρξη ισχύος τον περασμένο Απρίλιο, ακόμη να αποσταλεί η επίσημη κοινοποίηση, που θα «κλειδώσει» τη στήριξη μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης.
Στη συνάντηση συμμετέχουν και τα δέκα μέλη της Επιτροπής Ενέργειας, με επικεφαλής τον πρόεδρο του ΣΕΒ, Δημήτρη Παπαλεξόπουλο. Ανάμεσα τους συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, οι εταιρίες, Helleniq Energy, Motor Oil, Mytilineos, ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή, ΒΙΟΧΑΛΚΟ και ΤΙΤΑΝ.
Το πρόβλημα με τη Βουλγαρία
Στα θέματα που απασχολούν την ελληνική βιομηχανία και θα συζητηθούν με την ηγεσία του ΥΠΕΝ, προστέθηκε πρόσφατα και ένα ακόμη.
Η επιβολή από τη Βουλγαρία τέλους διαμετακόμισης στο ρωσικό αέριο που διέρχεται από τη γειτονική χώρα και καταλήγει σε άλλες χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μεταξύ αυτών και την Ελλάδα.
Το μέτρο αυτό εκτιμάται ότι θα επηρεάσει αυξητικά τις τιμές του εισαγόμενου φυσικού αερίου για την ηλεκτροπαραγωγή, με συνακόλουθες επιβαρύνσεις στους τελικούς καταναλωτές. Επηρεάζει και τους εμπόρους που έχουν συμφωνήσει να παραλαμβάνουν το αέριο εντός της βουλγαρικής επικράτειας, ως διαμετακομιστικό προϊόν.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει αποφύγει οποιαδήποτε αντίδραση, σε αντίθεση με άλλες χώρες (Σερβία, Ουγγαρία), που διαμαρτυρήθηκαν σφόδρα για τη βουλγαρική απόφαση, ενώ έχει προκαλέσει και τα αντανακλαστικά της Ε.Ε.
Με αυτά τα δεδομένα, τα ζητήματα που θα τεθούν στη συνάντηση της Δευτέρας κατηγοριοποιούνται σε τρεις ενότητες, που περιλαμβάνουν πολλά υπό-θέματα:
- Το υψηλό κόστος ενέργειας στην Ελλάδα που συνιστά «τροχοπέδη» στην οικονομική ανάπτυξη
- Οι αναγκαίες ρυθμίσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
- Ο ιδιότυπος δασμός της Βουλγαρίας για τη διέλευση ρωσικού φυσικού αερίου
Ένα από τα πλέον πιεστικά προβλήματα που πονοκεφαλιάζουν τη βιομηχανία είναι οι μακροχρόνιες συμβάσεις με παραγωγούς για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας. Τα συγκεκριμένα PPAs που έχουν υπογραφεί συνδέονται με έργα ΑΠΕ τα οποία έχουν μπλοκαριστεί γιατί δεν υπάρχει διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος.
Το πρόβλημα ξεκίνησε όταν ο πρώην ΥΠΕΝ Κων. Σκρέκας επέβαλε την προτεραιοποίηση σύνδεσης με το δίκτυο έργων ΑΠΕ, εντάσσοντας στην κατηγορία «Β» τα PPAs με τη βιομηχανία.
Στην «Α» εντάχθηκαν οι στρατηγικές επενδύσεις, έργα κοντά στα σύνορα, κλπ. Αποτέλεσμα, να έχει ολοκληρωθεί από τον ΑΔΜΗΕ η διαδικασία για την έκδοση όρων σύνδεσης των έργων της «Α» κατηγορίας και να μη μπορεί να προχωρήσει για τα έργα της Β’ κατηγορίας, γιατί το δίκτυο μεταφοράς δεν μπορεί να «σηκώσει» άλλη ενέργεια από ΑΠΕ.
Η νυν ηγεσία του ΥΠΕΝ, σε μια προσπάθεια να δοθεί λύση, εξετάζει την προοπτική να συνδυαστούν με μπαταρίες τα νέα φωτοβολταϊκά έργα για να εξασφαλίσουν προτεραιότητα στους όρους σύνδεσης.
Με τη σχεδιαζόμενη ρύθμιση αντιδρά η βιομηχανία, με το σκεπτικό ότι έτσι αυξάνεται το κόστος των έργων, υπονομεύονται τα PPAs της βιομηχανίας και ακυρώνεται η δέσμευση για την προτεραιοποίηση των έργων ΑΠΕ της Β κατηγορίας, συνολικής ισχύος 4.000 MW.
Η βιομηχανία θα ζητήσει να μη προχωρήσει το μέτρο του ΥΠΕΝ και τα νέα φωτοβολταϊκά να παραμείνουν ανεξάρτητα από μπαταρίες. Επίσης, θα προταθεί να τεθεί ως προϋπόθεση για τα νέα έργα ΑΠΕ ένα μέρος της ισχύος τους να καταλήγει απευθείας στη βιομηχανία.
Η αντιστάθμιση του ενεργειακού κόστους
Εξίσου σοβαρό πρόβλημα θεωρείται και η αντιστάθμιση του ενεργειακού κόστους, ένα απαραίτητο εργαλείο, το οποίο θεωρείται ότι μπορεί να ισορροπήσει το κόστος των ενεργοβόρων βιομηχανιών για ρύπους. Η βιομηχανία θα ζητήσει να αυξηθεί το ποσοστό για την αντιστάθμιση από τα έσοδα δημοπρασιών ρύπων στο 17% από 11%, με τις αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις να προβλέπουν ποσοστό έως και 24%.
Ακόμη, ανάμεσα στα αιτήματα που θα υποβληθούν συμπεριλαμβάνονται, η κατάργηση του «καπέλου» της ειδικής εισφοράς στο φυσικό αέριο για ηλεκτροπαραγωγή, που επιβαρύνει τους καταναλωτές, αυτόνομο μηχανισμό αποζημίωσης ισχύος για τις βιομηχανίες που έχουν τη δυνατότητα διακοπτόμενου φορτίου, σθεναρή υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης για τη θεσμοθέτηση του Green Pool, δυνατότητα μακροχρόνιας δέσμευσης δυναμικότητας στις διασυνδέσεις με γειτονικές αγορές, καθώς και κίνητρα στις επιχειρήσεις για την πράσινη μετάβαση από το ΕΣΠΑ ή το Ταμείο Ανάκαμψης.
Τεράστια η σημασία του προβλέψιμου ανταγωνιστικού κόστους
Στο ΣΕΒ λένε συνεχώς πως είναι «τεράστιας σημασίας για τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις η διασφάλιση προβλέψιμου και ανταγωνιστικού κόστους ενέργειας»
Οι τιμές ενέργειας, παρά την περιστασιακή μείωσή τους, παραμένουν και αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα. Συνεπώς, η διασφάλιση ενός προβλέψιμου και ανταγωνιστικού ενεργειακού κόστους για τις ενεργοβόρες επιχειρήσεις απέναντι στις συνεχείς διακυμάνσεις είναι όρος επιβίωσής τους και διευκολύνει μια επιτυχημένη μετάβαση σε χαμηλότερο ανθρακικό αποτύπωμα.
Αποτελεί προϋπόθεση για να αποφευχθεί η συρρίκνωση παραγωγικών δραστηριοτήτων και η απώλεια θέσεων εργασίας στην Ελλάδα (όπως και στην υπόλοιπη ΕΕ). Σε μια περίοδο που οι γεωπολιτικές εξελίξεις στη Μέση Ανατολή δημιουργούν νέες ανησυχίες για ανατροπές στις τιμές ενέργειας διεθνώς, πολλά κράτη–μέλη της ΕΕ, ήδη, λαμβάνουν δραστικότερα μέτρα για τη διασφάλιση ανταγωνιστικών και προβλέψιμων τιμών ενέργειας ώστε να περιορίζουν, για μεσοπρόθεσμο διάστημα, τις υπαρξιακές αβεβαιότητες στις ενεργοβόρες επιχειρήσεις τους.
Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή Ενέργειας του ΣΕΒ, με επικεφαλής τον Πρόεδρο του Δ.Σ. κ. Δημήτρη Παπαλεξόπουλο ανέδειξε τρία πεδία παρεμβάσεων που πρέπει να υλοποιηθούν σε υψηλή προτεραιότητα, ώστε να διαμορφωθεί ένα προβλέψιμο και ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας με βράχυ-μεσοπρόθεσμη διάρκεια. Η κρισιμότητα δε αυτών των θεμάτων αναδεικνύεται επανειλημμένως από την Επιτροπή Ενέργειας του ΣΕΒ.
Α. Συγκράτηση του κόστους ενέργειας, μέσα από την έγκαιρη καταβολή της αντιστάθμισης του έμμεσου κόστους εκπομπών CO2 για τα έτη 2021-2030 για τις επιλέξιμες επιχειρήσεις, την άσκηση πίεσης στην Ε.Ε. για επέκταση για το 2024 και 2025 των μέτρων του προσωρινού πλαισίου κρίσης και μετάβασης (TCTF), τη λειτουργία αυτοτελούς μηχανισμού αποζημίωσης διαθεσιμότητας ευέλικτης ζήτησης, την προσαρμογή του καθεστώτος χρεώσεων χρήσης συστήματος (ΑΔΜΗΕ) και δικτύου (ΔΕΔΔΗΕ) στις ανάγκες των ενεργοβόρων επιχειρήσεων, αντιστάθμιση μέρους του κινδύνου/κόστους διαμόρφωσης (shaping cost) των πράσινων PPAs.
Β. Βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς ενέργειας. Η επιτάχυνση των έργων υποδομών και διασυνδέσεων για τη δημιουργία επιπλέον ηλεκτρικού χώρου είναι επίσης επιβεβλημένη. Οι καθυστερήσεις στα έργα αυτά δυσχεραίνουν τη σύναψη συμβάσεων προμήθειας ενέργειας (PPAs), την σύνδεση νέων ΑΠΕ στο δίκτυο αλλά και την επέκταση του ενεργειακού συμψηφισμού (net metering), ειδικά όταν οι λύσεις αποθήκευσης ενέργειας παραμένουν ιδιαίτερα κοστοβόρες χωρίς σαφές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Τέλος, πρέπει να διευκολυνθούν οι πράσινες επενδύσεις μικρότερης κλίμακας σε ΜμΕ ώστε όλοι οι κλάδοι και τα επιχειρηματικά μεγέθη να είναι αποδέκτες των ωφελειών της πράσινης μετάβασης.
Γ. Πρωτοβουλία της κυβέρνησης για την άρση της επιβολής «τέλους διέλευσης» φυσικού αερίου από τη Βουλγαρία. Η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία της Βουλγαρίας για επιβολή «τέλους διέλευσης» €10,2/MWh στις χώρες που προμηθεύονται ρωσικό Φ/Α μέσω αυτής αναμένεται να έχει πρόσθετες επιβαρύνσεις σε όλους τους κλάδους, μεγέθη επιχειρήσεων και καταναλωτές στην Ελλάδα. Είναι αναγκαίο η χώρα μας να θέσει το θέμα στα αρμόδια όργανα της ΕΕ, μιας και παραβιάζει το ενωσιακό δίκαιο. Εξάλλου, και άλλες χώρες έχουν ήδη διατυπώσει ανάλογες ενστάσεις.