Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Science Advance ενημερώνει ότι το όριο μας είναι οι 35 βαθμοί Κελσίου -σε θερμοκρασία του σώματος και όχι του περιβάλλοντος στο οποίο είμαστε.
Εκεί έφτασε η θερμοκρασία υγρού λαμπτήρα, με την οποία έγινε η μέτρηση στο δείγμα (τους εθελοντές) της έρευνας. Στο πλαίσιο της μελέτης, το θερμόμετρο καλύφτηκε με ύφασμα που ήταν εμποτισμένο με νερό.
Ελήφθησαν υπ’ όψιν η θερμότητα και η υγρασία του αέρα. Επισημάνθηκε πως η υγρασία παίζει καθοριστικό ρόλο, καθώς όσο περισσότερο νερό υπάρχει στον αέρα, τόσο πιο δύσκολο είναι να ‘εξατμιστεί’ ο ιδρώτας από το σώμα μας -και ως εκ τούτου να ‘πέσει’ η θερμοκρασία του.
Ο μεταδιδακτορικός ερευνητής του εργαστηρίου Jet Propulsion της ΝΑSA, Κόλιν Ρέιμοντ, ο οποίος ερευνά την ακραία ζέστη ενημερώνει μέσω του Live Science πως η αντοχή του ανθρώπινου σώματος στις υψηλές θερμοκρασίες εξαρτάται ως επί το πλείστον από την υγρασία.
Όταν είναι χαμηλό το ποσοστό και η θερμοκρασία είναι υψηλή ή τούμπαλιν, το σώμα μας δεν φτάνει στα όρια της αντοχής του. Όταν τώρα, έχουμε και υψηλές θερμοκρασίες και υψηλό ποσοστό υγρασίας, η θερμοκρασία του υγρού λαμπτήρα μπορεί να φτάσει σε επικίνδυνα επίπεδα.
Θέλετε παράδειγμα; Όταν η θερμοκρασία του αέρα είναι στους 46.1 βαθμούς Κελσίου και η υγρασία στο 30%, ο υγρός λαμπτήρας (και ως εκ τούτου το σώμα μας) φτάνει στους 30.5 βαθμούς Κελσίου. Όταν η θερμοκρασία του αέρα είναι στους 38.9 Κελσίου και η υγρασία στο 77%, η θερμοκρασία του υγρού λαμπτήρα φτάνει έως τους 35 βαθμούς Κελσίου.
Ο άνθρωπος αντέχει έως 3 ώρες σε συνθήκη υπερθερμίας (θερμοπληξία)
“Ο λόγος που ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει σε υψηλές θερμοκρασίες που συνδυάζονται με υψηλά ποσοστά υγρασίας είναι γιατί δεν μπορούν να ρυθμίσουν την εσωτερική τους θερμοκρασία. Ιδρώνουμε μεν, αλλά δεν μπορούμε να δροσίσουμε το σώμα μας” αφού δεν μπορεί να ‘εξατμιστεί’ ο ιδρώτας μας, εξηγεί ο κύριος Ρέιμοντ.
Σύμφωνα με το National Institutes of Health, το σώμα μας μπαίνει σε συνθήκη υπερθερμίας (πάνω των 40 βαθμών Κελσίου) και αυτό οδηγεί σε συμπτώματα, όπως η αύξηση των παλμών, η αλλαγή της ψυχικής κατάστασης, η έλλειψη εφίδρωσης, η λιποθυμία και το κώμα.
Οι επιστήμονες τονίζουν πως δεν προκαλείται άμεσος θάνατος. Χρειάζονται περίπου 3 ώρες, έως ότου το σώμα χάνει κάθε δυνατότητα να επιβιώσει σε αυτήν τη συνθήκη.
Ο ερευνητής της NASA εξήγησε πως οι επιστήμονες δεν μπορούν να εκτιμήσουν με ακρίβεια το ακριβές διάστημα που το σώμα δηλώνει αδυναμία. Εν τούτοις, γίνονται μελέτες με εθελοντές να μπαίνουν σε δεξαμενές ζεστού νερού και να μένουν εκεί έως ότου η θερμοκρασία του σώματος τους ανέβει ανεξέλεγκτα.
Επιπροσθέτως, οι 35 βαθμοί Κελσίου που αναφέρονται ως όριο της σωματικής θερμοκρασίας στην ακραία ζέστη επίσης, επίσης δεν έχουν προσδιοριστεί με πάσα ακρίβεια, με τον κύριο Ρέιμοντ να λέει πως ο πραγματικός αριθμός είναι μεταξύ των 34 και 36.5 βαθμών Κελσίου.
Οι ειδικοί ενημερώνουν πως ευτυχώς για όλους μας, εκεί που το σώμα μας δεν μπορεί να ρυθμίσει με φυσιολογικές μεθόδους τη θερμοκρασία του, υπάρχουν τα κλιματιστικά για να βοηθήσουν.
Συνεχίζεται ο καύσωνας – Πού θα χτυπήσει «κόκκινο» ο υδράργυρος