Εκτεταμένα φαινόμενα διαφθοράς στην Ελλάδα διαπιστώνει ο ΟΟΣΑ, σε ότι αφορά στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και προτείνει σειρά μέτρων για την αντιμετώπισή της, αλλά εναπόκεινται στη… διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης να τα εφαρμόσει.

Η μέχρι τώρα πρακτική της κυβέρνησης και των δημοσίων φορέων δείχνει μια ιδιαίτερη αδυναμία στον «θεσμό» των απευθείας αναθέσεων μέσω των οποίων εξυπηρετούνται γνωστοί και φίλοι και δεν είναι σίγουρο ότι θα αλλάξει πορεία, όπως δεν άλλαξε και δεν βελτίωσε το πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων με τις σφόδρα επικριτικές εκθέσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Ειδικότερα, ο ΟΟΣΑ σημειώνει πως «φαινόμενα διαφθοράς στις δημόσιες συμβάσεις υπάρχουν σε όλες τις χώρες, ωστόσο για την Ελλάδα το πρόβλημα είναι πιο μεγάλο και οι προσκλήσεις που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν περισσότερες».

Στον διεθνή Οργανισμό ανατέθηκε από το 2019 η σύνταξη κανόνων διαφάνειας στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων και τον κατήρτισε σε συνεργασία με την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (ΕΑΔ), την Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ) και τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου του υπουργείου Ανάπτυξης.

Πρόκειται για τον «Κώδικα Δεοντολογία και Οδηγό Συμπεριφοράς για την ενίσχυση της ακεραιότητας μεταξύ των επαγγελματιών των δημοσίων συμβάσεων», με στόχο όπως τονίζεται τη διασφάλιση της ορθολογικής χρήσης των δημόσιων κονδυλίων και να μην αποτελούν αντικείμενο διαφθοράς τα χρήματα των φορολογουμένων.

Στον Κώδικα Δεοντολογίας τονίζεται ότι οι δημόσιες συμβάσεις παραμένουν ιδιαίτερα ευάλωτες στη διαφθορά λόγω των συνήθως υψηλών προϋπολογισμών, της στενής αλληλεπίδρασης μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, της ασυμμετρίας πληροφόρησης, των αστοχιών στη διακυβέρνηση, καθώς και της πολυπλοκότητας των διαδικασιών. Οι προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Ελλάδα περιλαμβάνουν:

  • την έλλειψη αποτελεσματικότητας
  • την έλλειψη επαγγελματισμού του προσωπικού των δημοσίων συμβάσεων,
  • τη μεγαλύτερη διάρκεια στη λήψη αποφάσεων στις διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων σε όλη την Ε.Ε.
  • την αντίληψη ότι η διαφθορά παραμένει σε υψηλά επίπεδα (γενικά) και στο πεδίο των δημοσίων συμβάσεων, καθώς μόνο η Ρουμανία, η Βουλγαρία και η Ουγγαρία, μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. έχουν χαμηλότερες βαθμολογίες από την Ελλάδα στον Δείκτη Αντίληψης Διαφθοράς 2023).

Ο «Κώδικας Δεοντολογίας και Οδηγός Συμπεριφοράς για την ενίσχυση της ακεραιότητας μεταξύ των επαγγελματιών των δημοσίων συμβάσεων» εξειδικεύει το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο, παρέχοντας συγκεκριμένες πρακτικές οδηγίες για την εφαρμογή του.

Συνδυάζοντας και προσαρμόζοντας τις προϋποθέσεις ακεραιότητας στις διαδικασίες και τα βήματα του κύκλου των προμηθειών, στοχεύει στην υποστήριξη και καθοδήγηση των επαγγελματιών των δημοσίων συμβάσεων εντός ενός πολύπλοκου πλαισίου κανονισμών, διαδικασιών προμηθειών και απαιτήσεων ακεραιότητας.

Ο συνδυασμός αξιών και αρχών (τυπική ενότητα στους κώδικες δεοντολογίας) με συγκεκριμένες οδηγίες και καθοδήγηση (συμπεριλαμβανομένων επεξηγήσεων, παραδειγμάτων και περιπτώσεων ηθικών διλημμάτων), με σκοπό την ενεργοποίηση αναμενόμενων συμπεριφορών (κώδικας δεοντολογίας), βοηθά στην αποφυγή παγίδων και κενών που μπορούν οι επαγγελματίες δημοσίων συμβάσεων να αντιμετωπίσουν ιδίως λόγω της πολυπλοκότητας των διαδικασιών.

Η ελληνική πραγματικότητα

Όπως έχει αποκαλύψει το Σin, το ύψος των δημοσίων συμβάσεων διαμορφώθηκε σε επίπεδα πάνω από 16 δισ. ευρώ το 2024 και σε ακόμα υψηλότερα θα διαμορφωθεί φέτος και ποιοτικά υπάρχει υστέρηση ως προς την αξιοπιστία και την ορθή διαχείριση των δημόσιων πόρων.

Επίσης, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Κεντρικού Ηλεκτρονικού Μητρώου Δημοσίων Συμβάσεων (ΚΗΜΔΗΣ) στο πεντάμηνο Ιανουαρίου Μαΐου 2025 υπογράφηκαν μεταξύ κρατικών φορέων και ιδιωτών προμηθευτών συνολικά 95.610 συμβάσεις, συνολικής αξίας 7,76 δισ. ευρώ. Οι συμβάσεις υπογράφηκαν από 1.570 αναθέτουσες αρχές Κράτος, νοσοκομεία, ΟΤΑ κ.λπ.), με συνολικά 29.849 αναδόχους.

Ωστόσο, από το σύνολο των 95.610 συμβάσεων του πενταμήνου, οι 70.944 ή το 74,2%, δόθηκαν με απευθείας ανάθεση, χωρίς κανένα διαγωνισμό και με συνοπτικές διαδικασίες. Η αξία των συμβάσεων με απευθείας ανάθεση, ανήλθε σε 1,04 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 13,4% του συνόλου των αναθέσεων που έγιναν εντός του πενταμήνου Ιανουαρίου – Μαΐου.

Προκειμένου να διευκολυνθεί η διαφθορά μέσω των απευθείας αναθέσεων, το όριο ήταν στο ποσό των 20.000 ευρώ, και αυξήθηκε σε 30.000 ευρώ, μέχρι του οποίου μπορεί να δίδεται ένα έργο ή προμήθεια με απευθείας ανάθεση χωρίς κανέναν διαγωνισμό.

Η απευθείας ανάθεση έχει την έννοια να διευκολύνει έναν κρατικό φορέα να προμηθευτεί αγαθά άμεσης ανάγκης πχ. φάρμακα, όταν υπάρχει πίεση του χρόνου. Όμως κατέστη ο κανόνας, αφού όλοι οι κρατικοί φορείς που έχουν την ευχέρεια, επιλέγουν την απευθείας ανάθεση για την κατασκευή έργων ή την προμήθεια υλικών, την αναγκαιότητα των οποίων… ανακαλύπτουν τελευταία στιγμή.

Παράλληλα, στις περισσότερων των περιπτώσεων, ένα έργο ή μια προμήθεια με προϋπολογισμό υψηλότερο των 30.000 ευρώ, για να χωρέσει στις απευθείας αναθέσεις, κόβεται σε κομμάτια έως του ποσού των 30.000 ευρώ.

Διαβάστε ακόμη: