Προβληματισμούς έχουν προκαλέσει στην Κομισιόν και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα κέρδη των τραπεζών, που θα επιβαρυνθούν το προσεχές διάστημα με μεγάλες εφάπαξ ζημιές από τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι ευρωπαϊκοί Θεσμοί σημειώνουν ότι το 2022 θα φανεί πόσα νέα κόκκινα δάνεια αφήνει πίσω της η πανδημία και εκφράζουν και την ανησυχία τους για την αυξανόμενη εξάρτηση των τραπεζών από το κράτος, σημειώνοντας ότι είναι θέμα που θα παρακολουθούν στενά.
Στην τελευταία έκθεση αξιολόγησης της οικονομίας από τους Θεσμούς, αναγνωρίζεται η πρόοδος των τραπεζών στην εξυγίανση των ισολογισμών και η διατήρηση αρκετά ισχυρής, αν και μειωμένης, κεφαλαιακής επάρκειας. Διατυπώνεται, όμως, προβληματισμός για τους παράγοντες που δημιουργούν πρόσκαιρη ή και μόνιμη πίεση στα κέρδη, παρά τις προσπάθειες των τραπεζικών διοικήσεων να επαναφέρουν τις τράπεζες σε τροχιά κερδοφορίας.
Το πρώτο τρίμηνο του 2021 οι τράπεζες παρέμειναν ζημιογόνες, σημειώνουν οι Θεσμοί, αναφερόμενοι στις πιέσεις που ασκούνται από τον σχηματισμό προβλέψεων για τις τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι οποίες θα συνεχισθούν, καθώς είναι προγραμματισμένες τιτλοποιήσεις δανείων αξίας 24 δισ. ευρώ, στο πλαίσιο της δεύτερης φάσης του σχεδίου «Ηρακλής».
Κέρδη από ομόλογα
Η θετική εξέλιξη για τις τράπεζες είναι ότι έχουν αυξήσει τα καθαρά τους έσοδα. Όμως αυτό είναι αποτέλεσμα κυρίως των εφάπαξ εσόδων από συναλλαγές που συνδέονται με το χαρτοφυλάκιο κρατικών ομολόγων. Τα καθαρά έσοδα από τόκους έχουν επηρεασθεί θετικά από τη μεγάλη μείωση του κόστους χρηματοδότησης, χάρη στις αυξημένες καταθέσεις με μηδενικά επιτόκια και στην άφθονη χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα με αρνητικά επιτόκια. Προφανώς, όμως, αυτές οι ευνοϊκές συνθήκες δεν έχουν μόνιμο χαρακτήρα.
Οι Θεσμοί τονίζουν ότι τα καθαρά περιθώρια επιτοκίου αναμένεται να παραμείνουν υπό πίεση λόγω των χαμηλών επιτοκίων και της αναμενόμενης εξυγίανσης των ισολογισμών, μέσω της οποίας θα χαθούν τόκοι από τα δάνεια που τιτλοποιούνται. Οι προοπτικές κερδοφορίας για το δεύτερο εξάμηνο του 2021 θα επηρεαστούν από την ικανότητα των τραπεζών να μειώσουν περαιτέρω τις ανάγκες για σχηματισμό προβλέψεων, από την εξέλιξη της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία θα επηρεάσει τη ζήτηση για νέα δάνεια και από την ικανότητα των τραπεζών να βρουν εναλλακτικές πηγές εισοδήματος. Η περαιτέρω μείωση του κόστους και η αξιοποίηση της ψηφιακής μετάβασης θα αποτελέσουν άλλες βασικές προκλήσεις στο κοντινό μέλλον.
Αναβαλλόμενος φόρος
Για τη σχέση του κράτους με τις τράπεζες, οι Θεσμοί τονίζουν ότι έχει ενισχυθεί τον τελευταίο χρόνο και θα απαιτήσει στενή παρακολούθηση στο μέλλον. Περιγράφοντας τη σχέση εξάρτησης των τραπεζών από το κράτος, σημειώνουν το ήδη υψηλό μερίδιο των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων στα κεφάλαια των τραπεζών. Οι απαιτήσεις από αναβαλλόμενο φόρο αντιστοιχούν σε 65% του βασικού δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας CET1 το πρώτο τρίμηνο του 2021, ενώ οι κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών δέχονται πιέσεις από το κόστος των ολοκληρωμένων και επερχόμενων τιτλοποιήσεων δανείων και από την υποτονική κερδοφορία.
Οι τράπεζες, επίσης, αύξησαν σταδιακά την έκθεσή τους σε εγχώρια κρατικά ομόλογα, από 6,4% του συνολικού ενεργητικού τους στο τέλος του 2018 σε 10,1% στο τέλος του 2020. Επιπλέον, η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στο Δημόσιο αυξάνεται μέσω κρατικών εγγυήσεων που παρέχονται στο πλαίσιο του προγράμματος «Ηρακλής» και των μέτρων κρατικής στήριξης για την πανδημία, δια των οποίων παρέχονται και εγγυήσεις για δάνεια.
Το Δημόσιο διατηρεί επίσης συμμετοχές στον κλάδο, ως αποτέλεσμα της συμμετοχής του σε προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών. Έχοντας αντλήσει διδάγματα από τη μεγάλη κρίση, όπου η εξάρτηση τραπεζών από τα κράτη δημιούργησε μεγάλα προβλήματα, οι Θεσμοί δεν παύουν να επισημαίνουν στις εκθέσεις αξιολόγησης τη σημασία αυτού του ζητήματος για τις ελληνικές τράπεζες.
Κόκκινα δάνεια και ρυθμίσεις
Για τα νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από την πανδημία, οι Θεσμοί σημειώνουν ότι η συντριπτική πλειονότητα των αναστολών εξυπηρέτησης δανείων έληξε στο τέλος του 2020, με ορισμένες περιορισμένες εξαιρέσεις, ιδιαίτερα συνδεδεμένες με τον τομέα του τουρισμού. Με βάση τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία, εκτιμάται ότι ο αριθμός των πιθανών αθετήσεων πληρωμών είναι απίθανο να υπερβεί την αρχική εκτίμηση που ενσωματώθηκε στα επιχειρηματικά σχέδια των τραπεζών για το 2021.
Περίπου οι μισοί από τους δανειολήπτες που εξέρχονται από το μορατόριουμ έχουν επανέλθει σε κανονικό καθεστώς πληρωμών. Η ομαλή μετάβαση των υπόλοιπων δανειοληπτών σε κανονικό τρόπο πληρωμής υποστηρίζεται από διευκολύνσεις που προσφέρουν οι τράπεζες και κρατικά προγράμματα στήριξης («Γέφυρα»).
Στο τέλος Μαΐου είχαν υποβληθεί συνολικά 40.314 αιτήσεις για το πρόγραμμα «Γέφυρα» για επιχειρηματικά δάνεια και έως το τέλος Ιουλίου είχαν διεκπεραιωθεί 18.077 αιτήσεις, που αντιστοιχούν σε δάνεια 6,5 δισ. ευρώ. Για το πρόγραμμα που αφορά δάνεια πρώτης κατοικίας, οι αρχές ανακοίνωσαν τρίμηνη παράταση.
Επιβάρυνση από προβλέψεις
Εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι όσον αφορά τα επίπεδα προβλέψεων των τραπεζών, καθώς ο πλήρης αντίκτυπος της πανδημίας στις εισροές μη εξυπηρετούμενων δανείων ενδέχεται να καταστεί εμφανής με καθυστέρηση το 2022, όταν θα έχουν λήξει τα προγράμματα στήριξης.
Είναι αναγκαίο να υπάρξει κατάλληλη και ομοιογενής ταξινόμηση και σχηματισμός προβλέψεων για τα δάνεια που βρίσκονται σε προγράμματα στήριξης, καθώς και περαιτέρω βελτιώσεις στην εσωτερική ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν βιώσιμες μακροπρόθεσμες αναδιαρθρώσεις δανείων, προκειμένου να διαχειρίζονται προληπτικά τους κινδύνους αυτούς και να διασφαλίζουν την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.