Ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός και κατάρρευση της επιχειρηματικής δραστηριότητας – Σε δεινή κατάσταση η Γερμανία, προειδοποιούν Commerzbank, ING
H Ευρώπη βρίσκεται εν μέσω μιας σοβαρής ενεργειακής κρίσης, με τις τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας να εκτινάσσονται σε πρωτοφανή επίπεδα.
Η τιμή του φυσικού αερίου, ενός ορυκτού καυσίμου ζωτικής σημασίας για την οικονομία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει αυξηθεί τις τελευταίες εβδομάδες, με τη Ρωσία να συμπιέζει τις ροές λόγω των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη Μόσχα, στον απόηχο της εισβολής στην Ουκρανία.
Μοιραία, η άνοδός του οδήγησε τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας σε επίπεδα ρεκόρ, συσσωρεύοντας την πίεση στους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις σε ολόκληρη την ΕΕ.
Ενδεικτικά σημειώνεται πως το DEB (German baseload power), η τιμή αναφοράς στην ευρωπαϊκή τιμή ηλεκτρικής ενέργειας, διαπραγματεύεται περισσότερο από 1.400% πάνω από τον μέσο όρο της τη δεκαετία του 2010, συμπαρασύροντας στον οικονομικό κατήφορο το σύνολο των κρατών μελών της ΕΕ. Και το κραχ φαντάζει αναπόφευκτο…
Η τραγική κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας αποτυπώνεται ανάγλυφα στα διαγράμματα που υπογραμμίζουν την κλίμακα της ενεργειακής κρίσης στην Ευρώπη.
Αν μη τι άλλο, ούσα η καρδιά των ενεργειακών δεινών της Ευρώπης, η τιμή του φυσικού αερίου δεν θα σταματήσει να αυξάνεται. Η ανοδική πορεία του φέτος οφείλεται στην κίνηση της Ρωσίας να μειώσει τη ροή φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream 1 προς τη Γερμανία σε μόλις 20% της χωρητικότητας.
Ως αποτέλεσμα, οι τιμές εκτοξεύτηκαν έως και 290 ευρώ ανά μεγαβατώρα σε επίπεδα ρεκόρ αφότου η Ρωσία ανακοίνωσε ότι θα διακόψει τις ροές για τρεις ημέρες στα τέλη Αυγούστου για να πραγματοποιήσει επισκευές στο Nord Stream 1.
Το ολλανδικό συμβόλαιο TTF, η ευρωπαϊκή τιμή αναφοράς, κυμαίνεται στο +1.200% πάνω από τη μέση τιμή που παρατηρήθηκε τη δεκαετία του 2010.
Σημειώνεται πως το φυσικό αέριο είναι κεντρικό στοιχείο της ευρωπαϊκής οικονομίας, δεδομένου ότι η ΕΕ έπαιρνε περισσότερο από το 20% της ενέργειάς της από τα ορυκτά καύσιμα πριν από τον πόλεμο της Ουκρανίας. Χρησιμοποιείται δε για τη θέρμανση κατοικιών, την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και σε διάφορες βιομηχανικές διεργασίες.
Όλοι οι αναλυτές συμφωνούν πλέον για επικείμενη ύφεση
Καθώς οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, αυξάνεται και το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο συχνά παράγεται από την καύση του καυσίμου.
Στη Γερμανία, η τιμή χονδρικής εκτοξεύτηκε πάνω από 700 ευρώ ανά μεγαβατώρα για πρώτη φορά. Διαπραγματεύτηκε δε περίπου στα 640 ευρώ την περασμένη εβδομάδα – περισσότερο από 1.400% πάνω από τη μέση τιμή που παρατηρήθηκε την περίοδο 2010-2020.
«Καθώς ξεκινάμε άλλη μια εβδομάδα, έχουμε τώρα ένα νέο κλείσιμο των παραδόσεων ρωσικού φυσικού αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream 1» δήλωσε ο John Hardy, επικεφαλής στρατηγικής FX στη Saxo Bank.
«Αυτό έχει εκτοξεύσει τις τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας σε ακόμη πιο παράλογα επίπεδα από τα ήδη τρομακτικά επίπεδα τελευταία».
Οι αναλυτές αναμένουν τώρα ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα οδηγηθεί σε ύφεση τους επόμενους μήνες, καθώς οι τιμές της ενέργειας αναγκάζουν τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις να περικόψουν δραστικά τις δαπάνες και τις συνήθεις δραστηριότητές τους.
Το ευρώ έχει περιπέσει στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών έναντι του δολαρίου, ως ένδειξη των οικονομικών δεινών που αντιμετωπίζει η ήπειρος. Ειδικότερα, έχει αποδυναμωθεί περίπου 12% φέτος (κάτω από το 1 δολ.), από 1,14 δολ. στις αρχές Ιανουαρίου.
Από την περασμένη εβδομάδα το ευρώ διαπραγματεύεται κάτω από το $1 (0.994), το χαμηλότερο επίπεδό του από το φθινόπωρο του 2002.
«Αναμένουμε βαθιά ύφεση σε Γερμανία και Ιταλία, δηλαδή σε χώρες με μεγάλους μεταποιητικούς τομείς που εξαρτώνται από το ρωσικό αέριο», δήλωσε η οικονομολόγος της Credit Suisse Veronika Roharova σε πρόσφατο ενημερωτικό της σημείωμα.
Προειδοποίηση ING, Commerzbank: Ζοφερό το μέλλον της Ευρωζώνης
Ζοφερό προδιαγράφεται το μέλλον για την Ευρωζώνη, με τη δαμόκλειο σπάθη της ύφεσης να επικρέμαται πάνω από οικονομία και αγορές, όπως αναφέρουν οι Commerzbank και ING.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη γερμανική τράπεζα, η Ρωσία θα περικόψει σημαντικά τις ροές του φυσικού αερίου, ενώ ο υψηλός πληθωρισμός ανοίγει βαθιές τρύπες στα ταμεία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων (ο τομέας των υπηρεσιών θα το νιώσει αυτό με πλήρη ισχύ.
Η δραστηριότητα στον τομέα αυτό αυξάνεται ελάχιστα). Παράλληλα, μειώνεται και η ζήτηση για βιομηχανικά προϊόντα, ενώ δεν είναι καθόλου καθησυχαστικό το γεγονός ότι οι εταιρείες εξακολουθούν να παρουσιάζουν υψηλά ανεκτέλεστα που δύσκολα μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία λόγω της έλλειψης προκαταρκτικών προϊόντων.
Λόγω δε της μαζικής αύξησης στις τιμές του φυσικού αερίου, λέει η Commerzbank, ορισμένες ενεργοβόρες διαδικασίες δεν αξίζουν πλέον τον κόπο, με αποτέλεσμα πολλές εταιρείες να μειώνουν την παραγωγή τους ανεξάρτητα από τις εκκρεμείς παραγγελίες τους.
Επιπλέον, η αβεβαιότητα σχετικά με τη μελλοντική προμήθεια φυσικού αερίου κάνει τις εταιρείες πιο επιφυλακτικές, γεγονός που σημαίνει λιγότερες επενδύσεις.
Τα καλά νέα – Ο πληθωρισμός κορυφώθηκε (;)
Σε ό,τι αφορά την ING, τα καλά νέα έρχονται από την πλευρά του πληθωρισμού. Ενώ το υψηλό κόστος εξακολουθεί να παίζει σημαντικό ρόλο στην αποδυνάμωση της ζήτησης, ο ρυθμός του πληθωρισμού φαίνεται να εξασθενεί τόσο στις κατασκευές όσο και στις υπηρεσίες.
Η αδύναμη ζήτηση και η χαλάρωση στις τιμές των εισροών βοηθούν τον πληθωρισμό των τιμών πώλησης να μετριαστεί λίγο. Ωστόσο, αμφίβολο παραμένει αν αυτή η κατάσταση είναι βιώσιμη τώρα που οι τιμές του φυσικού αερίου αγγίζουν ξανά νέα ρεκόρ.
Τους επόμενους μήνες, λέει, η ING η οικονομική καχεξία θα δίνει βροντερό «παρών». «Η ύφεση στην ευρωζώνη έχει ξεκινήσει καθώς η αγοραστική δύναμη στην Ευρωζώνη καταρρέει.
Για την ΕΚΤ, αυτό περιπλέκει σημαντικά τα πράγματα, αλλά πιστεύουμε ότι ο Σεπτέμβριος θα φέρει αύξηση επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης.
Μετά από αυτό, πιστεύουμε ότι η ταχεία ψύξη της οικονομίας θα αναγκάσει την ΕΚΤ να σταματήσει τον κύκλο ανόδου της, αν μπορούμε να το ονομάσουμε έτσι…» αναφέρει η ΙNG.
Καταρρέει η επιχειρηματική δραστηριότητα
Όπως αναφέρουν τόσο η Commerzbank όσο και ΙNG, στα παραπάνω συνηγορεί το γεγονός πως για δεύτερο συνεχόμενο μήνα μειώθηκε η δραστηριότητα των επιχειρήσεων στην Ευρωζώνη τον Αύγουστο, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία έρευνας της εταιρείας S&P Global, καθώς οι καταναλωτές μείωσαν τις δαπάνες τους λόγω των υψηλών τιμών. Επιπλέον, οι μεταποιητικές επιχειρήσεις πλήττονται και από τους περιορισμούς στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Ο σύνθετος δείκτης υπεύθυνων προμηθειών (PMI) της εταιρείας, ο οποίος θεωρείται καλός δείκτης για την πορεία των επιχειρήσεων του μεταποιητικού τομέα και του τομέα παροχής υπηρεσιών, υποχώρησε στις 49,2 μονάδες από 49,9 τον Ιούλιο. Η τιμή αυτή του δείκτη είναι η χαμηλότερη από τον Φεβρουάριο του 2021. Κάθε τιμή κάτω από τις 50 μονάδες δείχνει μείωση της δραστηριότητας.
«Τα τελευταία στοιχεία PMI για την Ευρωζώνη δείχνουν ότι η οικονομία της συρρικνώνεται στο τρίτο τρίμηνο του έτους», δήλωσε ο Andrew Harker, οικονομικός διευθυντής της S&P Global. Πτωτικά κινήθηκε και η ζήτηση για δεύτερο συνεχόμενο μήνα, με τον δείκτη νέων εργασιών των επιχειρήσεων να διαμορφώνεται στις 47,7 μονάδες, όσο περίπου και τον Ιούλιο.
Ο PMI για τον τομέα των υπηρεσιών μειώθηκε στις 50,2 από 51,2 μονάδες, υποδηλώνοντας ότι η δραστηριότητά του κινήθηκε στα επίπεδα του περασμένου μήνα.
Αν και οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών αύξησαν τις τιμές τους με χαμηλότερο ρυθμό τον Αύγουστο, ο δείκτης τιμών παραγωγής διαμορφώθηκε σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο, φθάνοντας στις 59,9 μονάδες από 62,1 τον Ιούλιο. «Οι πιέσεις στο κόστος διαβίωσης είχαν ως αποτέλεσμα να ανακοπεί η ανάκαμψη στον τομέα των υπηρεσιών που σημειώθηκε μετά την άρση των περιορισμών για την πανδημία, ενώ η μεταποίηση παρέμεινε σε ύφεση τον Αύγουστο», ανέφερε ο Harker.
Ο PMI του μεταποιητικού τομέα μειώθηκε στις 49,7 μονάδες από 49,8, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο του 2020, ενώ ο δείκτης μεταποιητικής παραγωγής διαμορφώθηκε στις 46,5 μονάδες έναντι 46,3 τον Ιούλιο.
Σε δεινή κατάσταση η Γερμανία
Την ίδια ώρα, ζοφερές παραμένουν οι προοπτικές για την οικονομία της Ευρωζώνης, σημειώνει η Oxford Economics, παρά τη μικρή βελτίωση του δείκτη Sentix για το επενδυτικό κλίμα, κατά 1,2 μονάδες τον Αύγουστο στις -25,2 μονάδες, καθώς η ενεργειακή κρίση επιμένει.
Οι επενδυτές εξακολουθούν να ανησυχούν για μια οικονομική ύφεση που οφείλεται στις ρωσικές απειλές για τον ευρωπαϊκό εφοδιασμό φυσικού αερίου. Ο δείκτης τρεχουσών αυξήθηκε μόλις κατά 0,2 μονάδες σε -16,3, ενώ ο δείκτης προσδοκιών αυξήθηκε κατά 4,7 μονάδες, αλλά παραμένει βαθιά σε αρνητικό έδαφος στο -33,8.
Στη Γερμανία, η εικόνα είναι ακόμη πιο τραγική. Ο ονομαστικός δείκτης υποχώρησε κατά 0,2 μονάδες στο -24,4 με τον δείκτη τρεχουσών συνθηκών να υποχωρεί 1,8 μονάδες στο -14,8, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2020.
Ωστόσο, οι επενδυτές μπορεί να υπερεκτιμήσουν τον κίνδυνο της διανομής του φυσικού αερίου κατά τη διάρκεια του χειμώνα, καθώς η κατανάλωση φυσικού αερίου έχει ήδη μειωθεί σημαντικά σε σχέση με ένα χρόνο πριν. «Βλέπουμε ότι ο δελτίο φυσικού αερίου παραμένει απειλή, αλλά λιγότερο σημαντική, καθώς οι αποθήκες αερίου συνέχισαν να ξαναγεμίζονται μέχρι τον Ιούλιο, παρά τη μεγάλη πτώση της παροχής ρωσικού αερίου», σημειώνουν οι αναλυτές.
Συνολικά, το κλίμα των χρηματοπιστωτικών αγορών παραμένει υποτονικό και οι χρηματοοικονομικές συνθήκες γίνονται πιο αυστηρές, καθώς η ΕΚΤ προετοιμάζει την επόμενη αύξηση επιτοκίων.
Η Oxford Economics αναμένει νέα αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης τον Σεπτέμβριο, ακολουθούμενη από βραδύτερο ρυθμό σύσφιξης με αυξήσεις 25 μ.β, τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο, καθώς η οικονομία αποδυναμώνεται ξεκάθαρα.
«Εν μέσω της επιδείνωσης των προοπτικών, πιστεύουμε ότι η ΕΚΤ σύντομα θα βρεθεί να μην έχει περιθώρια για αύξηση επιτοκίων», προειδοποιούν οι αναλυτές.