Σημαντική αύξηση του ΑΕΠ κατά 4,2% το 2021 και 5,3% το 2022 προβλέπει η ΤτΕ στην πρόσφατη Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Εκτιμάται ότι τόσο η εξωτερική όσο και η εγχώρια ζήτηση θα ανακάμψουν από το β΄ εξάμηνο του 2021, μεταξύ άλλων με τη συμβολή και των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης Next Generation EU (NGEU).
Ο ρυθμός της ανάκαμψης εξαρτάται και από την ταχύτητα επίτευξης ανοσίας του πληθυσμού και την εξέλιξη της επιδημιολογικής κατάστασης, η οποία θα καθορίσει και την πορεία των τουριστικών εισπράξεων.
Αρνητικά ενδέχεται να επιδράσουν τυχόν καθυστερήσεις στην απορρόφηση πόρων από το NGEU. Αντίθετα, ταχύτερη του αναμενομένου ρυθμού απορρόφηση πόρων αλλά και ανάκαμψη της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών θα επιταχύνει και το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας τόσο το 2021 όσο και τα επόμενα χρόνια.
Ως προς τις αβεβαιότητες που προέρχονται από το εξωτερικό περιβάλλον,από την ΤτΕ επισημαίνονται:
α) η τυχόν επιδείνωση των επιδημιολογικών δεδομένων σε χώρες προέλευσης τουριστών και
β) οι γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή και τυχόν αναζωπύρωση της προσφυγικής κρίσης.
Η ΤτΕ σημειώνει εξάλλου, ότι από τις αρχές του 2021 το οικονομικό κλίμα βελτιώθηκε, σε συνάρτηση και με την επιτάχυνση του προγράμματος εμβολιασμών.
Οι κύριοι οικονομικοί δείκτες στη βιομηχανία, στις κατασκευές και στην εξαγωγική δραστηριότητα παρουσιάζουν σημαντική βελτίωση.
Παράλληλα, η ανακοίνωση του Εθνικού Σχεδίου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης «Ελλάδα 2.0» δημιούργησε θετικές προσδοκίες για επιτάχυνση της μεσοπρόθεσμης ανάπτυξης μέσω της αύξησης των επενδύσεων και της υλοποίησης σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Οι δημοσιονομικές προοπτικές
Η επιπλέον δημοσιονομική επέκταση που αποφασίστηκε το 2021, με επακόλουθο τη διατήρηση του σημαντικού πρωτογενούς ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης για δεύτερο έτος, αναμένεται να μεταβάλει την πορεία αποκλιμάκωσης του δημόσιου χρέους που είχε προβλεφθεί στον Προϋπολογισμό.
Ως εκ τούτου, ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ εκτιμάται, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2021, ότι θα παραμείνει σε υψηλό επίπεδο και το 2021 και ότι θα αποκλιμακωθεί μόνο οριακά σε 204,8% του ΑΕΠ, αντανακλώντας κυρίως την εκτιμώμενη βελτίωση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 3,8%.
Η αποκλιμάκωσή του προβλέπεται εντονότερη τα επόμενα έτη, σε 189,5% του ΑΕΠ το 2022, 176,7% του ΑΕΠ το 2023 και 166,1% του ΑΕΠ το 2024, υπό την προϋπόθεση της σταδιακής επαναφοράς του πρωτογενούς δημοσιονομικού αποτελέσματος σε θετικό έδαφος και της σταθερά βελτιούμενης οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με την ΤτΕ, Το πρώτο διάστημα του 2021 η αβεβαιότητα σχετικά με την εξέλιξη της πανδημίας και την πορεία των εμβολιασμών διεθνώς διατήρησαν την οικονομική αβεβαιότητα σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Κατά συνέπεια, κρίθηκε αναγκαία η συνέχιση της δημοσιονομικής στήριξης, με επιβάρυνση όμως του δημοσιονομικού αποτελέσματος και του δημόσιου χρέους και το 2021. Καθώς ένα σημαντικό μέρος των μέτρων στήριξης συμβάλλει στη στήριξη της αγοράς εργασίας, η άρση τους θα πρέπει να είναι σταδιακή και να συνδυαστεί με την εδραίωση της ανάκαμψης στην οικονομία.
Σε διαφορετική περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος μεγάλης μείωσης των εισοδημάτων και αύξησης της εισοδηματικής ανισότητας και της ανεργίας, που θα επιφέρουν σημαντικό πλήγμα τόσο στην οικονομική ανάκαμψη όσο και στην κοινωνική συνοχή.
Επίσης, έχει ιδιαίτερη σημασία η δημοσιονομική επέκταση να παραμείνει στοχευμένη και προσωρινή, προκειμένου να διαφυλαχθεί η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και να μη μετατραπεί η υγειονομική κρίση σε κρίση δημόσιου χρέους.
Επιπλέον, το ταμειακό απόθεμα θα πρέπει να διατηρηθεί σε υψηλά επίπεδα, καθώς συμβάλλει στη διατήρηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και κατά συνέπεια στον περιορισμό του κόστους αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους, δεδομένου ότι οι τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου υπολείπονται ακόμη της επενδυτικής βαθμίδας.
Η επόμενη μέρα της υγειονομικής κρί-σης πρέπει να συνδέεται με οικονομικές πολιτικές που ως κύριο μέλημά τους έχουν την οικονομική μεγέθυνση σε συνδυασμό με την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας.