Η πορεία των τραπεζών κατά τα τελευταία τουλάχιστον πέντε χρόνια, χαρακτηρίστηκε από την τεράστια ελάφρυνση των ισολογισμών τους, λόγω της πώλησης – τιτλοποίησης των “κόκκινων” δανείων τους, γεγονός που συνετέλεσε τα μέγιστα στην εξυγίανσή τους, αλλά ταυτόχρονα έδωσε το έναυσμα για τη μείωση του προσωπικού τους είτε μέσω εθελούσιων εξόδων είτε μέσω δανεισμού τους στους Servicers.
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης, χάθηκαν 10.000 θέσεις εργασίας στις τράπεζες από 2018 ως 2022, καθώς ο αριθμός των τραπεζικών υπαλλήλων μειώθηκε από τους 39.383 το 2018 στους 29.341 το 2022.
Στο ίδιο διάστημα μονάδες «κόκκινων» δανείων των τραπεζών μεταφέρθηκαν στους servicers, που σήμερα απασχολούν περισσότερα από 5.000 άτομα, προερχόμενα κατά κύριο λόγο από τις τράπεζες, ενώ τα προγράμματα εθελούσιας αποχώρησης έδωσαν ισχυρά κίνητρα κυρίως στους άνω των 55 ετών, με αποζημιώσεις ως και 180.000 ευρώ.
Σχετικά με τα καταστήματα τώρα, συνεχίζεται η μείωσή τους, παρά τις αντιδράσεις ΟΤΟΕ και τις διαμαρτυρίες κατά τόπους φορέων ανά την Ελλάδα. Από 1.981 μειώθηκαν στα 1.483 την ίδια περίοδο, δηλαδή έκλεισαν 498 καταστήματα, ενώ τα ΑΤΜ αυξήθηκαν στα 5.927 από 5.594, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία.
Τα σημερινά τραπεζικά καταστήματα, βέβαια, δεν έχουν καμία σχέση με τα προ πανδημίας, η οποία ωφέλησε σε μεγάλο βαθμό τα σχέδια των τραπεζών για μεταφορά του μεγαλύτερου όγκου των τραπεζικών εργασιών μέσω της ψηφιακής οδού και των ηλεκτρονικών συναλλαγών.
Η εξέλιξη αυτή, δεν ειδικά ως προς τη συνέχιση του κλεισίματος και άλλων καταστημάτων, δεν βρίσκει σύμφωνους όλους, ακόμα και κορυφαία τραπεζικά στελέχη. Είναι χαρακτηριστική η αποστροφή του Ανδρέα Αθανασόπουλο, αναπληρωτή διευθύνοντος συμβούλου της Eurobank και Group Chief Transformation Officer, Digital & Retail, ο οποίος από το βήμα του Φόρουμ των Δελφών ανέφερε ότι όσοι σπεύδουν να κλείσουν τα φυσικά καταστήματα και να κρατήσουν μόνο τα ψηφιακά κανάλια, θα πρέπει να το ξανασκεφτούν «γιατί είναι βέβαιο ότι σε μερικά χρόνια θα εύχονταν να το είχαν πράξει διαφορετικά»!
Σε σχέση τώρα με την εικόνα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, είναι ενδεικτικό ότι οι πέντε μεγαλύτερες τράπεζες (οι τέσσερις συστημικές και η Attica Bank) ελέγχουν το 95,7% των τραπεζικών περιουσιακών στοιχείων, έναντι 69% το 2009, όταν ο αριθμός των πιστωτικών ιδρυμάτων ήταν 35 έναντι 14 σήμερα (εννέα εμπορικές, πέντε συνεταιριστικές).
Η παρουσία των 21 υποκαταστημάτων ξένων τραπεζών αντιστοιχεί σε αμελητέο μερίδιο αγοράς. Τέλος, στοιχείο ιδιαίτερτα χρήσιμο, το συνολικό ενεργητικό των ελληνικών τραπεζών το 2022 ανήλθε σε 328 δισ. ευρώ έναντι 292 δισ. ευρώ το 2018 και ο δείκτης κύριων βασικών εποπτικών κεφαλαίων CET 1 στο 13,8%.