Ο φόβος αρκετών δυτικών επιχειρήσεων με ισχυρή παρουσία στη ρωσική αγορά για τα πιθανά αντίποινα της Μόσχας είναι υπαρκτός και εύλογος. Πολύ περισσότερο από τη στιγμή που ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, πρώην πρόεδρος και πρωθυπουργός και νυν αναπληρωτής επικεφαλής του συμβουλίου εθνικής ασφαλείας, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο κρατικοποίησης των επιχειρήσεων στις οποίες υπάρχει συμμετοχή ή πλειοψηφία δυτικών ομίλων.
Όπως είναι γνωστό, δεκάδες επιχειρήσεις από την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και άλλες χώρες έχουν αποφασίσει είτε να αποχωρήσουν από την αγορά της Ρωσίας είτε να κλείσουν προσωρινά τις εγκαταστάσεις παραγωγής τους και τα καταστήματά τους. Προέρχονται δε από όλους σχεδόν τους κλάδους – ενέργεια και εξορύξεις, λιανεμπόριο και αυτοκινητοβιομηχανίες και άλλους.
Τα στοιχεία της Bundesbank
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Handelsblatt, μάλιστα, η απειλή είναι πολύ πιο μεγάλη για τους ομίλους με έδρα τη Γερμανία – τη χώρα που ήταν ο σημαντικότερος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας στην Ευρώπη προτού ξεσπάσει ο πόλεμος. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της εφημερίδας και της κεντρικής τράπεζας της χώρας, της Bundesbank, το σύνολο των άμεσων γερμανικών επενδύσεων στη Ρωσία ανερχόταν το 2019 – τελευταίο έτος πριν το ξέσπασμα της πανδημίας – σε περίπου 25 δισ. ευρώ, ποσό που αντιπροσωπεύει το 1,30% του συνόλου των άμεσων γερμανικών επενδύσεων στο εξωτερικό.
Για παράδειγμα, πάντα σύμφωνα με την Handelsblatt, η Volkswagen έχει επενδύσει περίπου ένα δις. στην μονάδα που διαθέτει στην Καλούγκα, την προηγούμενη δεκαετία, ενώ για τον Mercedes-Benz το ποσό είναι διπλάσιο. Η κατασκευαστική Obi διαθέτει στη Ρωσία 27 καταστήματα, η ενεργειακή Uniper έχει ισχυρή παρουσία και δικές της μονάδες παραγωγής ενέργειας μέσω της Unipro, όπως και η Wintershall, που ελέγχει το 50% της Achimgaz. Όσο για την Fraport, κατέχει το 25% της Northern Capital Gateway, που διαχειρίζεται το αεροδρόμιο Πούλκοβο στην Αγία Πετρούπολη.
Φυσικά, δεν ανησυχούν μόνο οι Γερμανοί. Για του λόγου το αληθές, η σουηδική Ikea – μέσα στις 10 μεγαλύτερες ξένες επιχειρήσεις στη Ρωσία, με παρουσία 20 ετών και πάνω από 15.000 εργαζόμενους – αναγκάστηκε να κλείσει (προσωρινά, όπως είπε) τα υποκαταστήματά της. Κάτι ανάλογο έκανε η H&M με 168 καταστήματα, και η McDonald’s με περίπου 850.
Ρίσκο και για τη Μόσχα
Η αλήθεια είναι, βεβαίως, ότι μια απόφαση για κρατικοποίηση των ξένων επενδύσεων ενέχει ρίσκο και για τη Μόσχα και μάλιστα σε πολλά επίπεδα. Για παράδειγμα, από τη μονάδα της Volkswagen στην Καλούγκα ζει μεγάλο μέρος των 300.000 κατοίκων της, καθώς η οικονομική δραστηριότητα έχει «οικοδομηθεί» πρακτικά γύρω από αυτή, με προμηθευτές, υπηρεσίες κ.λπ.
Η δε αλυσίδα των McDonald’s απασχολεί συνολικά στα καταστήματά της στη Ρωσία 60.000 εργαζόμενους. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν άλλοι 100.000 περίπου που απασχολούνται σε επιχειρήσεις οι οποίες τα εξυπηρετούν σε καθημερινή βάση. Όπως, λοιπόν, εύκολα καταλαβαίνει κανείς, η κυβέρνηση θα αναγκαστεί να τους στηρίξει οικονομικά εάν χάσουν τις δουλειές τους οριστικά, εάν δεν θέλει να βρεθεί μπροστά σε μια κοινωνική «έκρηξη» – κάτι που, στη συγκεκριμένη συγκυρία κάθε άλλο παρά εύκολο είναι.
Τα πράγματα, όπως σημειώνει η γερμανική εφημερίδα, είναι πιο απλά για τους Ρώσους στις περιπτώσεις επενδύσεων που αφορούν μόνο συμμετοχές σε επιχειρήσεις και κοινοπραξίες και όχι εργαζόμενους. Τέτοιες θεωρείται πως είναι η Fraport και η Lufthansa, που μοιάζουν να ανησυχούν έντονα.