Από το β΄ τρίμηνο του 2021 και ύστερα, με την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, ο αναπτυξιακός ρυθμός ανέκαμψε ταχύτατα, σημειώνει μεταξύ άλλων η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) στην Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική.

Ανάκαμψη και ανάπτυξη της οικονομίας – Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης

Η ιδιωτική κατανάλωση, οι επενδύσεις και ο εξωτερικός τομέας τροφοδότησαν την οικονομική δραστηριότητα. Η ανάκτηση σημαντικού μέρους των απωλειών του τουριστικού τομέα και η διατήρηση του ανοδικού ρυθμού στη μεταποίηση συνέβαλαν στη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος και της απασχόλησης. Οι προσδοκίες των επιχειρήσεων διατηρήθηκαν σε υψηλό επίπεδο και ενισχύθηκαν σε όλη τη διάρκεια του έτους, ενώ ιδιαίτερα θετική παρέμεινε καθ’ όλη τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου και η εξέλιξη των βασικών οικονομικών δεικτών στη βιομηχανία, στις κατασκευές και στην εξαγωγική δραστηριότητα.

Με την προοπτική επίτευξης υψηλών αναπτυξιακών ρυθμών το επόμενο διάστημα, παραμένει ως βασική επιδίωξη ένα βιώσιμο πρότυπο οικονομικής ανάπτυξης, το οποίο να στηρίζεται στην εξωστρέφεια και την αύξηση της παραγωγικότητας και των επενδύσεων λαμβάνοντας υπόψη την ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση. Σχετικά η ΤτΕ σημειώνει τα εξής:

(α) Εκτιμάται ότι την επόμενη δεκαετία η ελληνική οικονομία, κυρίως μέσα από την αξιοποίηση των πόρων ύψους 72 δισεκ. ευρώ από το μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό της ΕΕ 2021-2027 και το Ευρωπαϊκό Μέσο Ανάκαμψης NextGenerationEU, θα διατηρήσει υψηλούς ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης που θα ξεπεράσουν το 3% κατά μέσο όρο. Κατά συνέπεια, αναμένεται να καλύψει σημαντικό μέρος του επενδυτικού κενού που δημιουργήθηκε στη δεκαετία της κρίσης και ταυτόχρονα να ενισχύσει μακροπρόθεσμα τη συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών.

(β) Η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι κομβικής σημασίας για τη διατηρησιμότητα των υψηλών αναπτυξιακών ρυθμών. Αναλυτικότερα, στο επίκεντρο του σχεδίου αυτού βρίσκονται οι μεταρρυθμίσεις που αφορούν την περαιτέρω απελευθέρωση αγορών αγαθών και υπηρεσιών, την ενίσχυση της ευελιξίας της αγοράς εργασίας, τις επενδύσεις στην εκπαίδευση, αλλά και τη μετάβαση σε πράσινες και ψηφιακές υποδομές.Ταυτόχρονα, είναι αναγκαία η συνέχιση και επιτάχυνση του προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων, προκειμένου να αξιοποιηθούν αποτελεσματικότερα πόροι και παραγωγικές υποδομές.

(γ) Εξίσου σημαντική για τη μεγιστοποίηση του οφέλους από την προβλεπόμενη ανάπτυξη και τη διάχυσή της σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας είναι η ενίσχυση της χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Σε αυτό αναμένεται να συμβάλουν τόσο η βελτίωση της αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα –η οποία ήδη παρατηρείται– όσο και η χρήση των χρηματοδοτικών εργαλείων της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ), της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων. Με την αξιοποίηση αυτών των εργαλείων μειώνεται ο πιστωτικός κίνδυνος που αναλαμβάνουν οι τράπεζες (επιμερισμός κινδύνου) και βελτιώνονται οι όροι δανεισμού για τις επιχειρήσεις.

Οι αναπτυξιακές προοπτικές

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της ΤτΕ, το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 7,2% το 2021. Επισημαίνεται ότι με βάση τα νέα εθνικολογιστικά στοιχεία του ΑΕΠ, τα οποία δόθηκαν στη δημοσιότητα προσφάτως από την ΕΛΣΤΑΤ και τα οποία δεν έχουν ληφθεί υπόψη στις προβλέψεις του Ευρωσυστήματος για την Ελλάδα, ο ρυθμός ανάπτυξης για το 2021 αναμένεται να είναι σημαντικά υψηλότερος, άνω του 8%, σύμφωνα με μια τεχνική επανεκτίμηση.

Το 2022 το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5,0%, καθώς εκτιμάται ότι η κατανάλωση και οι επενδύσεις –με τη συμβολή και των πόρων του ευρωπαϊκού μέσου ανάκαμψης NextGenerationEU– θα συνεχίσουν να συμβάλλουν θετικά. Οριακή αναμένεται να είναι η συμβολή του εξωτερικού τομέα της οικονομίας, λόγω της αναμενόμενης αύξησης των εισαγωγών που συνδέονται με τις επενδύσεις αλλά και με την αύξηση των εξαγωγών.

Ωστόσο, η πρόβλεψη αυτή για το ΑΕΠ υπόκειται σε αβεβαιότητες. Τυχόν θετικότερη έκβαση σχετίζεται με την ισχυρότερη ανάκαμψη της ιδιωτικής κατανάλωσης, λόγω της συσσωρευμένης αποταμίευσης των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας και της ταχύτερης ανάκαμψης του τουρισμού, και με την ταχύτερη από την αναμενόμενη εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα οδηγήσει σε αποτελεσματικότερη απορρόφηση των κονδυλίων του NextGenerationEU.

Υπάρχουν όμως και κίνδυνοι, που σχετίζονται με την εξέλιξη της πανδημίας, την αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) μετά τη λήξη των μέτρων κρατικής στήριξης και ενδεχομένως με ένα χαμηλό ποσοστό απορρόφησης των κονδυλίων του NextGenerationEU. Επίσης, εξακολουθεί να υπάρχει αυξημένη αβεβαιότητα που σχετίζεται με τις πληθωριστικές πιέσεις στις πρώτες ύλες, στο κόστος μεταφορών και στην ενέργεια.