Αυξημένους κινδύνους για την ευρωπαϊκή οικονομία βλέπει η Goldman Sachs από τους αμερικανικούς δασμούς, παρά το γεγονός ότι μια συμφωνία για τους εμπορικούς δασμούς είναι ακόμη υπό διαπραγμάτευση και αναμένεται να αποκρυσταλωθεί έως τις 9 Ιουλίου, όταν και λήγει η 90ήμερη προθεσμία που είχε δώσει ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.

Κατά τους υπολογισμούς της Goldman Sachs, η πολιτική δασμών της αμερικανικής κυβέρνησης έχει ήδη αυξήσει τον φορολογικό συντελεστή για τα προϊόντα της ΕΕ προς τις ΗΠΑ κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες, με τις τελευταίες εξελίξεις να εντείνουν την πίεση, καθώς η πιθανή επιβολή επιπλέον δασμών σε κρίσιμα αγαθά μπορεί να αυξήσει τη φορολογία κατά 15 ποσοστιαίες μονάδες.

Η ΕΕ και οι ΗΠΑ συνεχίζουν τις διαπραγματεύσεις για να επιλύσουν τις εμπορικές διαφορές τους, με κύρια σημεία διαφωνίας τα επίπεδα των δασμών και τις ρυθμίσεις στον τομέα των ψηφιακών υπηρεσιών και των φαρμακευτικών προϊόντων.

Κρίσιμη εβδομάδα

Η ΕΕ και οι ΗΠΑ ξεκίνησαν τις διαπραγματεύσεις λίγο μετά την ανακοίνωση από τις ΗΠΑ για νέους δασμούς στο χάλυβα και το αλουμίνιο τον περασμένο Φεβρουάριο. Οι διαπραγματεύσεις ΕΕ-ΗΠΑ δεν έχουν προχωρήσει ιδιαίτερα, αλλά οι συναντήσεις αυτής της εβδομάδας αναμένεται να δώσουν περισσότερες πληροφορίες για τις πιθανές λύσεις.

Το βασικό σημείο διαφωνίας είναι ότι οι δύο πλευρές βλέπουν πολύ διαφορετικά τους δασμούς που έχουν ήδη επιβληθεί: για τις ΗΠΑ, τα επίπεδα των δασμών είναι ένα σημείο εκκίνησης που απαιτεί από την ΕΕ να προσφέρει σημαντικές παραχωρήσεις για να αποφευχθούν επιπλέον δασμοί, ενώ για τους αξιωματούχους της ΕΕ, είναι ένα ανώτατο όριο που πρέπει να μειωθεί για να αποφευχθεί η αντεπίθεση.

Υπάρχει ακόμη χρόνος για να γεφυρωθεί κάποια απόσταση, κατά την Goldman Sachs, με μια συμφωνία να είναι πιο πιθανή στην τελική ευθεία μέχρι το τέλος της παύσης των δασμών (9 Ιουλίου). Η αμερικανική διοίκηση ανέβασε τις απαιτήσεις της από την ΕΕ σε τρεις τομείς: δασμούς και μη δασμικούς φραγμούς κατά των αμερικανικών επιχειρήσεων, τη ρυθμιστική στάση της ΕΕ στις ψηφιακές υπηρεσίες και, τέλος, τα φαρμακευτικά προϊόντα.

Η ΕΕ έχει ήδη απαντήσει με δύο προσφορές: μια ευρεία μείωση των δασμών (μηδενικοί δασμοί για βιομηχανικά αγαθά) και αυξημένες αγορές αμερικανικών προϊόντων για να μειωθεί το εμπορικό πλεόνασμα της ΕΕ με τις ΗΠΑ.

Τα τρία σενάρια

Κατά την άποψη της Goldman Sachs, η τρέχουσα κατάσταση είναι πιθανό να οδηγήσει σε ένα από τα τρία σενάρια. Το βασικό της σενάριο είναι ότι το status quo θα παραταθεί πέρα από την παύση, πιθανόν με κάποιες μικρές παραχωρήσεις και από τις δύο πλευρές, προτού οι ΗΠΑ εισάγουν νέο ευρύ δασμό σε κρίσιμα αγαθά. Σε αυτό το σημείο, βλέπει την ΕΕ να αντιδρά μετρίως και καθυστερημένα για να αποτρέψει μια περαιτέρω αντίδραση από τις ΗΠΑ.

Η πρόσφατη συμφωνία ΗΒ-ΗΠΑ παρέχει ένα σχέδιο για το δεύτερο σενάριο, μια ήπια έκβαση στις διαπραγματεύσεις ΕΕ-ΗΠΑ. Με μια συμφωνία παρόμοια με αυτή της Βρετανίας, οι ΗΠΑ θα προσέφεραν κάποιες εξαιρέσεις στους υπάρχοντες δασμούς και στον πιθανό τομέα δασμού σε κρίσιμα αγαθά.

Αντί για αυτό, η ΕΕ θα προσέφερε βελτιωμένη πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ για αγαθά και υπηρεσίες και περίπου 100 δισ. ευρώ επιπλέον αγορές αμερικανικών προϊόντων από την ΕΕ. Η Goldman Sachs θεωρεί αυτό το σενάριο απίθανο στο άμεσο μέλλον.

Επομένως, οι πιθανότητες γύρω από το βασικό της σενάριο κλίνουν υπέρ ενός τρίτου σεναρίου, του σεναρίου χωρίς συμφωνία, όπου οι ΗΠΑ θα επιβάλουν 20% αντισταθμιστικούς δασμούς και η ΕΕ θα αντιδράσει πιο έντονα, αυξάνοντας τον κίνδυνο ταχείας κλιμάκωσης.

Επίπτωση στην οικονομία

Σε κάθε περίπτωση, η Goldman Sachs αναμένει ότι η οικονομική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη θα επηρεαστεί σημαντικά από τους νέους δασμούς των ΗΠΑ και εκτιμά ότι θα υπάρξει μείωση του ΑΕΠ περίπου 0,7%, 0,4% και 1% μέχρι το τέλος του 2026, αντίστοιχα, στα βασικό σενάριο, τη συμφωνία τύπου ΗΒ και το σενάριο χωρίς συμφωνία.

Θεωρεί ότι οι πληθωριστικές πιέσεις θα είναι παρόμοια ήπιες σε όλα τα σενάρια, δεδομένων των μεγάλων αρνητικών πιέσεων από την παγκόσμια υπερπροσφορά και των αντίστοιχων εσωτερικών επιπτώσεων από την αδυναμία ανάπτυξης και τα αντίποινα.

Η αβεβαιότητα παραμένει αυξημένη και η οικονομική δραστηριότητα και η πληθωριστική προοπτική στην Ευρώπη εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την παγκόσμια ανάπτυξη, τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες και τις εξελίξεις στις αγορές ξένου συναλλάγματος και ενέργειας.

Διαβάστε ακόμη: