Ο Φρανσουά Ολάντ χαρακτηρίζει τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ως «αντιφατική προσωπικότητα, η οποία θεωρεί τις ασάφειες, πλεονέκτημα και τα στριφογυρίσματα, διπλωματία», εμφανίζοντας στην αρχή θέρμη και πνεύμα συμβιβασμού και ύστερα, ψυχρότητα και προκλητικότητα, ακριβώς όπως ο «λανθάνων εχθρός» του, Βλαντιμίρ Πούτιν.

Ο κ. Ολάντ σκιαγραφεί το προφίλ του Τούρκου Προέδρου, στο τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Ανατροπές» (Bouleversements. Éditions Stock).

Σε κεφάλαιο υπό τον τίτλο «Η οθωμανική νοσταλγία», ο τέως επικεφαλής της Γαλλικής Δημοκρατίας αναφέρει πως «εκείνος που ενίοτε τον εμφανίζουν ως νέο σουλτάνο», κατά καιρούς και στο όνομα του πολιτικού Ισλάμ, «χάιδεψε πολλές αντιφατικές φιλοδοξίες».

«Από όταν έφθασε στην εξουσία, έδειξε δύο πρόσωπα. Σε πρώτη φάση εμφανίσθηκε ως ένας σύγχρονος ηγέτης, ανοιχτός και ικανός να συμφιλιώσει το Ισλάμ με τη Δημοκρατία. Προώθησε το ζήτημα της προσχώρησης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, βελτίωσε τα οικονομικά της πατρίδας του και εκμεταλλευόμενος την Αραβική Άνοιξη, επιχειρούσε την αύξηση της επιρροής στη Μέση Ανατολή.

Σε δεύτερη φάση, βλέποντας τα άνθη της αραβικής άνοιξης να μαραίνονται και τις εξελίξεις στη Συρία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη και τα κράτη του Κόλπου να μη συμβαδίζουν προς τα τουρκικά συμφέροντα, αποξενώθηκε από τους πάντες και χάραξε μία νέα στρατηγική, βασισμένη στην επιθετικότητα και την οθωμανική νοσταλγία.

Στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής, το 2015 άφησε εκατοντάδες χιλιάδες Σύρους πρόσφυγες να φθάσουν στα νησιά και τις ακτές της Ελλάδας, για να… εξαργυρώσει στη συνέχεια, το κλείσιμο των συνόρων.

Ήταν μία μορφή εκβιασμού, στην οποία η Άγκελα Μέρκελ δεν αντιστάθηκε και έπεισε, έστω μετά πολλών βασάνων και τους άλλους Ευρωπαίους, να μην το πράξουν. Έκτοτε, η Ευρώπη έκλεισε τα μάτια στις αυξανόμενες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία», επισημαίνει εν συνεχεία.

Αναφερόμενος στο αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016 κατά του Ταγίπ Ερντογάν, ο Φρανσουά Ολάντ τονίζει πως «η εμμονή του Τούρκου Προέδρου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής και η Ευρώπη στηρίζουν τη σέκτα του Γκιουλέν είναι ανυπόστατη και χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για την περαιτέρω απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Δύση.

Ο Ερντογάν, στην επιδίωξη του να ανασυστήσει έστω και εικονικά την οθωμανική αυτοκρατορία, αποφάσισε να εμπλακεί σε ποικίλες συρράξεις, από την Αφρική έως τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη και τον Καύκασο».

Χαρακτηρίζει την παρουσία της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ ως «ασάφεια», η οποία «αγοράζει όπλα από τη Ρωσία, θέτει όρους για την ένταξη των Σουηδίας και Φινλανδίας, επιδιώκει τη λεκτική, προς το παρόν, αντιπαράθεση με την Ελλάδα, εμμένει στην κατοχή της βόρειας Κύπρου εμποδίζοντας κάθε προσπάθεια προσέγγισης των δύο κοινοτήτων και αμφισβητεί το δικαίωμα της νήσου, που είναι μέλος της Ένωσης, να εκμεταλλευθεί τα πετρελαϊκά κοιτάσματα της ναυτικής της ζώνης», γράφει.

Καταλήγοντας και αναφερόμενος στο κουρδικό ζήτημα, ο Φρανσουά Ολάντ υπογραμμίζει ότι ο Ερντογάν δεν έχει κανένα πρόβλημα να στηρίξει όλους όσοι αντιτίθεται στη Δύση, φέρνοντας ως παράδειγμα την απόφαση να προσεγγίσει τον περασμένο Ιούλιο στην Τεχεράνη, το Ιράν και τη Ρωσία.

Διαβάστε ακόμη: