Ο σωστός σχεδιασμός και η αποτελεσματική στόχευση εκεί που αποδεδειγμένα υπάρχει ανάγκη, θα κρίνουν εντέλει και την αποτελεσματικότητα του εργαλείου επιδότησης των παγίων δαπανών επιχειρήσεων με ζημιές λόγω της πανδημίας πανδημίας.

Στο συμπέρασμα-παρατήρηση καταλήγουν όλοι οι φορείς της αγοράς σχετικά με το μέτρο της επιδότησης με κουπόνια, που, παρά τη χρησιμότητά του, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις αδικεί σημαντικό μέρος μεγάλων και μεσαιομεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων που απασχολούν χιλιάδες εργαζόμενους σε καιρό κρίσης και θα κληθούν να «τραβήξουν το κάρο της ανάπτυξης» το καλοκαίρι που θα υποχωρήσει η πανδημία.

Σε αντίξοες συνθήκες

Για παράδειγμα ο ΣΕΤΕ (Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων) με επιστολή του προς τον υπουργό Οικονομικών κ. Χρ. Σταϊκούρα και τον αναπληρωτή Υπουργό κ. Θοδ. Σκυλακάκη τονίζει πως, από την περίοδο της προαναγγελίας αυτού του εργαλείου στήριξης «έχει εκφραστεί απόλυτα θετικά, κρίνοντας πως η συγκεκριμένη στήριξη στοχεύει επιχειρήσεις οι οποίες λειτούργησαν μέσα στο 2020, σε αντίξοες συνθήκες, στηρίζοντας την οικονομία και την κοινωνία.

Δεδομένου όμως ότι η πανδημία συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, με το τρίτο σκληρό lockdown, πολλοί τομείς της οικονομίας χρειάζονται μεγάλη στήριξη συνεπώς κρίνουμε ότι ο προσεκτικός σχεδιασμός του εργαλείου και η στόχευσή του εκεί που αποδεδειγμένα υπάρχει μεγαλύτερο πρόβλημα, είναι παράγοντες που πρέπει προσεκτικά να ληφθούν υπόψη και εντέλει να καθορίσουν την αποτελεσματικότητά του».

Αναφορικά με το ίδιο σχέδιο πολλοί παράγοντες της αγοράς που έχουν γνώση του τι γίνεται σε μεγάλες εταιρίες που απασχολούν πολύ κόσμο επαναλάμβαναν αναλύσεις και προτάσεις που ήδη έχουν διατυπώσει και γραπτώς:

Σε ότι αφορά τις μεγάλες επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 1000 άτομα προσωπικό, είναι άδικο το μέτρο της επιδότησης μέσω κουπονιών, διότι αυτό δεν εξασφαλίζει καμία ρευστότητα στις εταιρείες, αφού η χρήση κουπονιών αφορά μόνο την κάλυψη φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών.

Μάλιστα, αυτό δεν θα βοηθήσει καθόλου τις εταιρείες, αφού οι φορολογικές και ασφαλιστικές εισφορές που δημιουργήθηκαν την περίοδο του κορωνοϊού μπορούν να ρυθμιστούν σε 48 δόσεις.

Είναι άνισο δε, διότι οι εταιρείες που έχουν κάτω από 1.000 άτομα προσωπικό (ενδεικτικά έχουν έστω και 999 άτομα) έχουν αντλήσει φυσική ρευστότητα μέσω των επιστρεπτέων προκαταβολών ύψους 1.200.000€.

Επιπλέον το κράτος –και ορθά– κάποιες μεγάλες επιχειρήσεις, όπως αυτές των αερομεταφορών και των θαλάσσιων μεταφορών τις έχει βοηθήσει με έκτακτες ενισχύσεις , ενώ μεγάλες επιχειρήσεις όπως το Καζίνο Λουτρακίου που απασχολεί 1.260 άτομα, δεν έχουν λάβει ούτε ένα ευρώ κρατικής βοήθειας.

Φυσική ρευστότητα

Επίσης, το ύψος της ενίσχυσης μέχρι και 1.500.000€ για εταιρείες που είναι κλειστές με κρατική εντολή από πέρυσι τον Μάρτιο μέχρι και σήμερα (με εξαίρεση την περίοδο Ιουλίου- Οκτωβρίου 2020) και έχουν απολέσει άνω του 60% του τζίρου τους, το ποσό της ενίσχυσης είναι πολύ χαμηλό.

Η εφικτή πρόταση είναι: για τις εταιρείες που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζει ο Νόμος και εξαιρούνται από το πρόγραμμα των επιστρεπτέων προκαταβολών, το ποσό της ενίσχυσης να δοθεί σε φυσική ρευστότητα και όχι μέσω κουπονιών, ή με μία σχέση 75% – 25% (75% φυσική ρευστότητα και 25% κουπόνια) ενώ παράλληλα να ανέβει το ποσό του 1.500.000€, αφού για τις εταιρείες που δεν έχουν λάβει καμία βοήθεια κρατική, είναι πολύ χαμηλό

Οι προτάσεις του ΣΕΤΕ 

Παράλληλα, το πακέτο προτάσεων του ΣΕΤΕ για τις επιχειρήσεις ένταξης συνοψίζεται στα εξής:

  1. Μείωση τζίρου τουλάχιστον 30%.
  2. Ύπαρξη ζημιών για το επηρεαζόμενο διάστημα που μπορεί να είναι από τον 3/2020 έως 31/12/2021.
  3. Η επιχείρηση να μην ήταν σε «δυσκολία» στις 31/12/2019. Για τις πολύ μικρές, κατά τον ορισμό της Ε.Ε., δηλαδή κάτω από 50 εργαζόμενους, δεν ισχύει η τρίτη προϋπόθεση.

Τα όρια που βάζει η Ε.Ε. είναι:

  1. Βοήθεια που δεν ξεπερνά ή αποκαθιστά περισσότερο από το 70 % των ζημιών για επιχειρήσεις ανεξαρτήτως μεγέθους. Ειδικότερα για επιχειρήσεις έως 250 άτομα και 50 εκατ. ετήσιο τζίρο, το όριο είναι 90% στην αποκατάσταση των ζημιών.
  2. Αλλαγή του ορίου ενίσχυσης, σε 10 εκατ. ανά επιχείρηση. Στο σημείο αυτό, οι τουριστικές επιχειρήσεις ζητούν να ξεκαθαριστεί, ότι το όριο του αριθμού των εργαζομένων ή του κύκλου εργασιών, δε συνιστούν επ’ ουδενί «κόφτη» για συμμετοχή στο πρόγραμμα.

Με τα δεδομένα αυτά, οι τουριστικοί φορείς κρίνουν πως για λόγους δικαιοσύνης, στοχευμένης στήριξης επιχειρήσεων, αλλά και σωστής διαχείρισης των κονδυλίων, που στη συγκυρία αποτελεί μέγα ζητούμενο, πρέπει να δημιουργηθούν δύο διαφορετικές βαθμίδες με διαφορετικά ποσοστά στήριξης παγίων δαπανών.

Μία που να αφορά επιχειρήσεις με απώλεια εσόδων από 1/3/2020 – 31/12/2020 άνω του 30%, όπως προβλέπει το προσωρινό πλαίσιο και μία για επιχειρήσεις με απώλεια εσόδων από 1/3/2020 – 31/12/2020 άνω του 50%.

Οι δύο διαφορετικές βαθμίδες θα καθορίζουν διαφορετικό ποσοστό αποκατάστασης ζημιών σε επιχειρήσεις, πάντα στα πλαίσια των ορίων της Ε.Ε. και ανάλογα με τις δημοσιονομικές δυνατότητες του κράτους.

Τα ποσοστά θα πρέπει να είναι μεγαλύτερα για τις μικρές επιχειρήσεις, οι οποίες κατά κανόνα έχουν κάνει χρήση των επιστρεπτέων προκαταβολών, οι οποίες με βάση το προσωρινό πλαίσιο αφαιρούνται από τις πάγιες δαπάνες. Ο προσδιορισμός των πάγιων δαπανών, είναι πολύ σημαντικός για το θετικό αποτέλεσμα της ενίσχυσης.

Ο ΣΕΤΕ στην επιστολή του προς Σταϊκούρα – Σκυλακάκη παραθέτει ενδεικτικά κατηγορίες εξόδων που κρίνει ότι πρέπει να συμπεριληφθούν στις πάγιες δαπάνες, όπως κόστη μισθοδοσίας, μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές, ενοίκια, ενέργεια (ηλεκτρικό ρεύμα, φυσικό αέριο, πετρέλαιο, καύσιμα), ύδρευση- τηλεπικοινωνίες, χρηματοοικονομικά (τόκοι δανείων, μισθώματα Leasing), αποσβέσεις, έξοδα ασφάλισης, τέλη κυκλοφορίας, αμοιβές τρίτων (λογιστής, νομικός σύμβουλος, τεχνικός ασφαλείας, γιατρός εργασίας), έξοδα συντήρησης εγκαταστάσεων και τεχνικού εξοπλισμού μεταφορικών μέσων, έξοδα λογισμικού/Software/ συνδρομών τεχνολογίας (ιστοσελίδας), που καταβάλλονται κατ’ έτος, δημοτικά τέλη (τέλη χρήσης κοινοχρήστων χώρων-τέλη καθαριότητας και φωτισμού), έξοδα για εφαρμογή υγειονομικών πρωτοκόλλων λόγω covid-19, τα οποία ενώ πρωτοεμφανίστηκαν το 2020, αναμένεται να επιβαρύνουν τις επιχειρήσεις για αρκετά χρόνια ακόμα.

«Κρίνουμε πως επειδή ο τουρισμός στο σύνολό του είναι εντάσεως κεφαλαίου με μεγάλες και συνεχείς επενδύσεις (καταλύματα, τουριστικά λεωφορεία, αεροδρόμια, αεροπορικές εταιρείες, ακτοπλοΐα, γιότινγκ), οι αποσβέσεις αποτελούν πάγιες δαπάνες που ειδικά το 2020, χρονιά μείωσης εσόδων για τον τουρισμό ύψους 78% κατά μέσο όρο, αυξάνουν τις ζημιές.

Οι ζημιές λοιπόν, θα πρέπει να προσδιοριστούν ΜΕΤΑ από αποσβέσεις και χρηματοοικονομικά και πάνω σε αυτό το ποσό των ζημιών, να μπει το όριο του 70% ή του 90% (ανάλογα το μέγεθος της επιχείρησης) που καθορίζει το ανώτατο ποσό, έως του οποίου μπορούν να επιδοτηθούν οι πάγιες δαπάνες» λένε οι τουριστικές επιχειρήσεις διά των εκπροσώπων τους.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Radar.gr.