«Είναι μεγάλο δώρο να δουλεύω με τον Γιώργο. Παραδίδομαι στη δημιουργική του διαδικασία, τον εμπιστεύομαι τυφλά, δεν σκέφτομαι τίποτα άλλο» ανέφερε η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός, Έμμα Στόουν, στη συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε σήμερα (5/5) για τη νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, με τίτλο «Βληχή», η οποία αποτελεί τη δεύτερη ανάθεση του προγράμματος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) και του ΝΕΟΝ «The Artist on the Composer». Η ταινία θα κάνει την παγκόσμια πρεμιέρα της, συνοδεία μουσικών συνόλων, στις 6, 7 και 8 Μαΐου 2022 στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος της ΕΛΣ στο ΚΠΙΣΝ.

Ο πολυβραβευμένος Έλληνας κινηματογραφικός δημιουργός, αποδεχόμενος την πρόταση του καλλιτεχνικού διευθυντή της ΕΛΣ, Γιώργου Κουμεντάκη, και της διευθύντριας του ΝΕΟΝ, Ελίνας Κουντούρη, υπέγραψε την παραγωγή, το σενάριο και τη σκηνοθεσία της ταινίας «Βληχή», η οποία γυρίστηκε τον Φεβρουάριο του 2020 στην Τήνο, με πρωταγωνιστές την Έμμα Στόουν και τον διακεκριμένο Γάλλο ηθοποιό Νταμιάν Μποννάρ.

«Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα για μένα η πρόταση από τη Λυρική και τον ΝΕΟΝ, καθώς με αυτή την ταινία γυρίζω σε ένα πρώιμο στάδιο του κινηματογράφου, το βωβό, το ασπρόμαυρο. Με αυτό το πρότζεκτ, μού δόθηκε η ευκαιρία να πω μια ιστορία χωρίς λόγια. Να ξαναξεκινήσω την κινηματογραφική διαδικασία από την αρχή. Να ανακαλύψω πώς το σινεμά συνδυάζεται, ουσιαστικά με άλλες τέχνες» ανέφερε ο Γιώργος Λάνθιμος σχετικά με την δημιουργία της «Βληχής». Η Τήνος, όπως είπε, είναι ένας μέρος που επισκέπτεται συχνά τα τελευταία χρόνια και την αγαπά. «Ξεκίνησα να σκέφτομαι την ταινία εκεί γιατί με ενέπνευσε το περιβάλλον και η ατμόσφαιρα του νησιού». Όπως εξήγησε όσο έγραφε το σενάριο, ο Γιώργος Κουμεντάκης τού έστελνε παράλληλα μουσικές και συζητούσαν μαζί πώς θα μπορούσαν να λειτουργήσουν στην ταινία. «Με είχε τροφοδοτήσει με αρκετό υλικό από το οποίο τελικά επιλέξαμε τα τρία κομμάτια που χρησιμοποιήσαμε. Όταν τελειώνεις μία ταινία, παίρνει τη δική της μορφή από αυτή που είχες σκεφτεί. Οπότε πάντα αφήνω χώρο και χρόνο για να κάνω τις τελικές επιλογές».

Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι στο παρελθόν είχε μία περίεργη σχέση με τη μουσική, «δεν ήθελα να τη χρησιμοποιήσω στο σινεμά μου. Ή τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που πλέον χρησιμοποιείται η μουσική στο σινεμά. Είμαι αυστηρός, θέλω η μουσική να μην περιγράφει τι βλέπεις, να μην υπογραμμίζει τι νιώθεις, να μην επαναδιατυπώνει την ιστορία της ταινίας. Αλλά να τη συμπληρώνει. Στη “Βληχή” θεωρώ ότι η μουσική δεν είναι ούτε περιγραφική, ούτε υπογραμμιστική». Σύμφωνα με τον ίδιο, η ταινία μπορεί να παρουσιαστεί μόνο με ζωντανό κοινό και πάντα με τη ζωντανή συνοδεία μουσικών συνόλων. «Δεν είναι μία κινηματογραφική ταινία που μπορείς να δεις στον υπολογιστή. Είναι μία εντελώς άλλη εμπειρία… Σήμερα υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γυρίσεις και να δεις μία ταινία. Αυτό το πρότζεκτ δημιουργήθηκε ξεκάθαρα για αίθουσα».

Η Εμμα Στόουν (η οποία συμμετείχε στην ταινία αφιλοκερδώς όπως ενημέρωσε η διευθύντρια του ΝΕΟΝ, Ελίνα Κουντούρη), είπε πως την ενέπνευσε η ιστορία και το σενάριο που έγραψε ο Γιώργος Λάνθιμος. «Φυσικά ήταν δέλεαρ το ότι είχα την ευκαιρία να ταξιδέψω στην Ελλάδα και να δουλέψω εδώ. Δεν ξέρω αν είναι το πιο δύσκολο πρότζεκτ που έχω κάνει, αλλά σίγουρα ήταν μια πρόκληση. Θα μπορούσα να μιλάω για ώρες για τα πράγματα που μου αρέσουν στις συνεργασίες μου με τον Γιώργο. Τα πάμε πολύ καλά. Καλλιτεχνικά τον εμπιστεύομαι ολοκληρωτικά. Ποτέ δεν ανησυχώ για τίποτα. Είναι πολύ προσεχτικός, έχει εμμονή με τη λεπτομέρεια, δεν του ξεφεύγει τίποτα. Σε κάνει να νιώθεις ασφαλής, ενώ ταυτόχρονα σπας τα όριά σου. ‘Αλλωστε ποιο θα ήταν το νόημα να συνεχίσω αυτή την δουλειά, αν δεν έβρισκα προκλητικούς ρόλους, όπως αυτούς που μου προσφέρει ο Γιώργος;».

Αναφερόμενος στη συνεργασία τους, ο Γιώργος Λάνθιμος είπε πως είναι πολύ σπάνιο να βρίσκεις συνεργάτες που τα πας τόσο καλά. «Πέρα από το ταλέντο, χρειάζεσαι και προσωπική χημεία. Είναι υπέροχο να δημιουργείς σχέσεις που μεγαλώνουν και εξελίσσονται μέσα από τη δουλειά. Με την Εμμα τώρα τελειώνουμε την τρίτη ταινία μαζί, είναι μία σχέση που μεγαλώνει».

Σχετικά με την επιστροφή του στην Ελλάδα για την δημιουργία της ταινίας, ο Έλληνας σκηνοθέτης δήλωσε: «Δεν θεωρώ ότι επέστρεψα στην Ελλάδα γιατί δεν θεωρώ ότι έφυγα. Οι συνθήκες με οδήγησαν να κάνω τις ταινίες που έκανα εδώ. Οι συνθήκες με οδήγησαν και να φύγω στο εξωτερικό. Δεν αναγκάστηκα να κάνω ταινίες αγγλόφωνες, με ενδιέφερε κιόλας. Η πρόταση του να γυρίσω αυτό το πρότζεκτ στην Ελλάδα μου άρεσε εξαρχής. Το γεγονός ότι θα προβαλλόταν εδώ μου φάνηκε ελκυστικό. ‘Αρχισε να μου λείπει η Ελλάδα. Γιατί έχει πλεονεκτήματα η δουλειά στο εξωτερικό αλλά σου λείπουν και πράγματα. Όπως το να γυρίζεις ταινίες με ανθρώπους που ξέρεις, με ένα μικρότερο συνεργείο και λιγότερο έλεγχο. Στη Βληχή, που είναι μία βωβή ταινία, μου άρεσε που είχα περιορισμούς. Οι περιορισμοί είναι απαραίτητοι γιατί μπορεί να χαθείς πολύ εύκολα στη δημιουργία μιας ταινίας, αν έχεις πολλά μέσα στη διάθεσή σου. Μάλιστα παρατηρώ ότι αν δεν τους έχω, αρκετές φορές μαζί με τους συνεργάτες μου βάζουμε περιορισμούς από μόνοι μας. Πάντα επίσης θέλω οι ταινίες μου να είναι ανοιχτές ώστε οι θεατές να έχουν τη δική τους εμπειρία. Και ένα τέτοιο πρότζεκτ – όπως η Βληχή – βοηθάει πολύ στο να μη γίνονται τα πράγματα συγκεκριμένα».

Όσο για τον τίτλο της ταινίας (που σημαίνει βέλασμα), ο Γ. Λάνθιμος δήλωσε: «Δεν ξέρω πως φτάνω κάθε φορά στο να επιλέξω τον τίτλο μιας ταινίας. Είναι κάτι που επιλέγω με το ένστικτο. Δεν μου άρεσε η λέξη “βέλασμα”. Το “Βληχή” όμως και ακούγεται, αλλά και γράφεται ωραία ως τίτλος. Εδώ σε μία ταινία που δεν έχει ήχο, όπου τα ζώα παίζουν σημαντικό ρόλο αλλά δεν ακούγονται, ταίριαζε να βάλεις για τίτλο έναν ήχο». Όπως εξήγησε δεν πρόκειται για μία ταινία εποχής. «Στόχος μας ήταν να γυρίσουμε μία ταινία πέρα από χρόνο και τόπο. Τα κοστούμια είναι εμπνευσμένα από παραδοσιακές ενδυμασίες, ενώ το αυτοκίνητο είναι σύγχρονο. Μεγαλώνοντας με γοητεύει η παράδοση και την βρίσκω όλο και πιο σημαντική με έναν τρόπο. Νομίζω είναι σημαντικό να διατηρούμε κάποια πράγματα όσο εξελισσόμαστε – όχι με διδακτικό τρόπο φυσικά. Αλλά έχει μία γοητεία το παρελθόν. Μπορούμε να εμπνευστούμε από την παράδοση χωρίς να είμαστε σκλάβοι της».

Απαντώντας στο αν η «Βληχή» είναι επηρεασμένη από τους «Βοσκούς» του Νίκου Παπατάκη είπε ότι οι «Βοσκοί» είναι μία από τις αγαπημένες του ταινίες. «Σίγουρα θα υπήρχε υποσυνείδητα κι αυτή η επιρροή. Ωστόσο, η ταινία που με ενέπνευσε είναι ο “Μακεδονικός Γάμος” του Τάκη Κανελλόπουλου. Στη «Βληχή» χρησιμοποίησα πράγματα που είδα εκεί – τα έθιμα του γάμου, το χορό των γυναικών, το μαχαίρι… Ομως σίγουρα στο έργο μου, ο Παπατάκης έχει μια επίδραση συνολική».

Στην ταινία συμμετέχουν ηλικιωμένοι ντόπιοι Τηνιακοί. «Δεν χρειάστηκαν κάποια καθοδήγηση. Πολλές φορές στο σινεμά χρειάζεσαι απλώς τη βαρύτητα μιας παρουσίας μπροστά στο φακό. Οι ερασιτέχνες μπορεί να μην έχουν τεχνική, μπορεί να μην καταλαβαίνουν τι ακριβώς κάνουμε, ή ότι τους κινηματογραφούμε. Δεν “παίζουν”, απλά “είναι”. Για να είμαι ειλικρινής, ούτε στην Εμμα είπα πολλά. Αφέθηκε στη στιγμή. Όταν την έβαλα να κάτσει ανάμεσα στις ηλικιωμένες ντόπιες, με εντυπωσίασε πόσο γρήγορα συντονίστηκε με τις άλλες γυναίκες».

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ, Γιώργος Κουμεντάκης ανέφερε, μεταξύ άλλων, στον χαιρετισμό του: «Από μικρός στα μέρη που έζησα άκουγα απίστευτες ιστορίες που στριφογυρίζουν από γενιά σε γενιά και αποτυπώνονται στο γέρικο σκαμμένο δέρμα όσων τις αφηγούνται. Στις ιστορίες εκείνες, όπου το σεξ μπλέκεται με την πίστη, τη φύση, την απιστία και τον θάνατο, ποτέ δεν είσαι βέβαιος για το τι πραγματικά έχει συμβεί και τι είναι κομμάτι του φαντασιακού. Μια τέτοια ιστορία είδα στη Βληχή, μεταξύ ονείρου και ρεαλισμού. Στις μαυρόασπρες εικόνες της ταινίας είδα την ιστορία του κινηματογράφου μέσα από τη μοναδική κινηματογραφική προσωπικότητα του Λάνθιμου, με έναν απίστευτα σύγχρονο τρόπο. Ως άνθρωπο της μουσικής, αυτό που με εντυπωσίασε πάνω από όλα είναι ο τρόπος που αποκτά φωνή η ταινία, μέσα από τα μουσικά έργα που τη συνοδεύουν ζωντανά. Αυτή η σύμπραξη των τεχνών προσφέρει μια νέα βιωματική εμπειρία για το κοινό και έναν νέο δρόμο για μας».

Η Ελίνα Κουντούρη, διευθύντρια του ΝΕΟΝ δήλωσε: «Το πρωτοποριακό και φιλόδοξο πρόγραμμα The Artist on the Composer ξεκίνησε με τον κοινό σκοπό να εξερευνήσουμε τις δυνατότητες του σύγχρονου πολιτισμού να προσφέρει νέα αφηγήματα. Στη συνεργασία μας με την Εθνική Λυρική Σκηνή πειραματιζόμαστε και δημιουργούμε μια ιδιαίτερη σύμπραξη των τεχνών, στην προκειμένη περίπτωση μια πρωτόγνωρη συνάντηση του πειραματικού σινεμά και της κλασικής μουσικής, προσφέροντας έναν βιωματικό τρόπο θέασης».

Ο Παναγιώτης Παντελάτος, διευθυντής Επικοινωνίας, Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ), σημείωσε: «Θέλουμε να εκφράσουμε τα θερμά συγχαρητήριά μας σε όλους όσοι συνεργάστηκαν για τη Βληχή, μια δημιουργία που όλοι περιμέναμε με ανυπομονησία. Είναι πολύ σημαντικό για τον πολιτισμό της χώρας που η Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) συνεργάζεται με κορυφαίους πολιτιστικούς οργανισμούς, όπως ο ΝΕΟΝ στην Ελλάδα, και με μεγάλα λυρικά θέατρα στο εξωτερικό, και αναπτύσσει δημιουργικές σχέσεις με διακεκριμένους καλλιτέχνες, όπως ο Γιώργος Λάνθιμος. Με την καλλιτεχνική καθοδήγηση του Γιώργου Κουμεντάκη, για το έργο του οποίου νιώθουμε βαθιά εκτίμηση, η ΕΛΣ συνεχίζει να κάνει άλματα μπροστά, βρίσκοντας την εξωστρέφεια που της αξίζει. Ως Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) θα είμαστε πάντα δίπλα σε κάθε συνεργασία που προάγει τον πολιτισμό και βοηθά τον άνθρωπο να κάνει βήματα μπροστά».

Η ταινία «Βληχή»

Με φόντο ένα άγονο και ξερό νησιωτικό τοπίο, η ταινία μας μεταφέρει σε μια αγροτική κοινωνία στην Ελλάδα. Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου βαραίνει την ατμόσφαιρα, οι άνθρωποι του χωριού συμπάσχουν και συμμετέχουν στο βαρύ πένθος. Η νεαρή σύντροφος, συντετριμμένη, ταλαντεύεται ανάμεσα στην συντριβή της απώλειας και το ζωώδες ένστικτο για επιβίωση.

Η ατμόσφαιρα της ταινίας Βληχή είναι σκοτεινή αλλά μεθυστική. Το έργο εξερευνά τις ιδέες της μοναξιάς και της σύνδεσης, του θανάτου και του έρωτα, της επιθυμίας και της αλληλεπίδρασης του ανθρώπου με τα ζώα (που αναδεικνύονται μέσα από τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας της Τήνου στη δημιουργία της ταινίας).

Ο Λάνθιμος αιχμαλωτίζει την προσοχή του κοινού με αριστοτεχνικό τρόπο, ενώ οι άνθρωποι, τα ζώα και το τοπίο συγκλίνουν και συνωμοτούν σε έναν ωμό και ανησυχητικό κύκλο ζωής και θανάτου. Το στοιχείο αυτό αντικατοπτρίζεται στην ανανοηματοδότηση του πένθιμου άσματος του Μπαχ από τον Κνουτ Νύστεντ, και του μουσικού έργου του Τόσιο Χοσοκάβα που συνοδεύουν την ταινία. Οι στίχοι υποδηλώνουν ότι ο θάνατος δεν είναι ένα τέλος, αλλά ένας νέος σύντροφος και μια νέα συνάντηση.

Το μουσικό σενάριο της ταινίας αποτελείται από έργα των Γ. Σ. Μπαχ / Κνουτ Νύστεντ και Τόσιο Χοσοκάβα, τα οποία ερμηνεύονται ζωντανά από μουσικούς της ΕΛΣ, τη Χορωδία της ΕΡΤ και τη σολίστ Αγγελίνα Τκάτσεβα (τσίμπαλο), σε μουσική διεύθυνση Νίκου Βασιλείου και διεύθυνση χορωδίας Αγαθάγγελου Γεωργακάτου. Η επιμέλεια του προγράμματος είναι του Γιώργου Κουμεντάκη και της Ελίνας Κουντούρη.

Το πρόγραμμα The Artist on the Composer, μια συνεργασία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ, διασυνδέει πρωτοπόρους σύγχρονους εικαστικούς και σκηνοθέτες ή/και παραγωγούς ταινιών με τη ζωντανή εκτέλεση ορχηστρικής μουσικής. Μέσα από έργα που αποτελούν καρπούς νέων αναθέσεων, κάθε καλλιτέχνης συνομιλεί με έργα κλασικών συνθετών, απαλλαγμένος από τις συνήθεις οπερατικές συμβάσεις και την αφήγηση, πραγματοποιώντας άνοιγμα προς ένα κοινό που μπορεί να μην έχει ασχοληθεί προηγουμένως με την όπερα.

Η παραγωγή, από πλευράς της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, υλοποιείται με τη στήριξη της δωρεάς του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) για την ενίσχυση της καλλιτεχνικής της εξωστρέφειας. O NEON χρηματοδοτείται αποκλειστικά από τον ιδρυτή του, Δημήτρη Δασκαλόπουλο.