Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να κινείται σε θετική τροχιά και το 2025, επιβεβαιώνοντας ότι η ανάκαμψη δεν ήταν συγκυριακή αλλά αποκτά χαρακτηριστικά διάρκειας. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της Φθινοπωρινής Έκθεσης 2025 του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, της ανεξάρτητης αρχής που παρακολουθεί και αξιολογεί τις δημοσιονομικές και μακροοικονομικές εξελίξεις στη χώρα.

Παρά το ασταθές διεθνές περιβάλλον και τις έντονες γεωπολιτικές πιέσεις, το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2% στο πρώτο εξάμηνο του έτους, με βασικούς μοχλούς την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις. Για το σύνολο του 2025, η ανάπτυξη εκτιμάται ότι θα κινηθεί μεταξύ 2,1% και 2,2%, διατηρώντας την Ελλάδα πάνω από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.

Επενδύσεις, πληθωρισμός και αγορά εργασίας

Καθοριστικό ρόλο στη διατήρηση της δυναμικής παίζουν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, σε συνδυασμό με τις αυξημένες άμεσες ξένες επενδύσεις, που ενισχύουν την παραγωγική βάση της οικονομίας. Την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός ακολουθεί καθοδική πορεία και αναμένεται να διαμορφωθεί στο 3,0% το 2025, προσφέροντας σταδιακή ανακούφιση στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

Η αγορά εργασίας συνεχίζει να βελτιώνεται, με την ανεργία να προβλέπεται ότι θα υποχωρήσει στο 7,6% έως το τέλος του έτους. Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο επισημαίνει ότι η μείωση της ανεργίας δημιουργεί τις προϋποθέσεις για περαιτέρω ενίσχυση των πραγματικών μισθών και μεγαλύτερη ανθεκτικότητα της κατανάλωσης.

Δημοσιονομική πειθαρχία και χρέος

Στο δημοσιονομικό πεδίο, η εικόνα παραμένει ισχυρή. Η πολιτική χαρακτηρίζεται υπεύθυνη, με πρωτογενές πλεόνασμα που εκτιμάται στο 3,7% του ΑΕΠ για το 2025 και ισοσκελισμένο ισοζύγιο στη Γενική Κυβέρνηση. Παράλληλα, η επιτάχυνση της αποπληρωμής μέρους του δημόσιου χρέους αναμένεται να οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, ενισχύοντας την αξιοπιστία της χώρας στις αγορές.

Σύμφωνα με την έκθεση, η συνέχιση της δημοσιονομικής σταθερότητας, η αποτελεσματική αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων και η προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αποτελούν τον κρίσιμο συνδυασμό για βιώσιμη ανάπτυξη, οικονομική σταθερότητα και κοινωνική ευημερία τα επόμενα χρόνια.

Διαβάστε ακόμη: