Μετά από μια δεκαετία συρρίκνωσης και αποεπένδυσης, οι ελληνικές επιχειρήσεις στα Βαλκάνια φαίνεται ότι αλλάζουν ξανά κλίμακα. Η εικόνα που διαμορφώνεται το τελευταίο διάστημα δείχνει έντονη επανενεργοποίηση: οι ελληνικές εξαγωγές στην περιοχή κινούνται κοντά στα 10 δισ. ευρώ ετησίως, ενώ το απόθεμα των ελληνικών επενδύσεων έχει ανέβει την τελευταία τριετία πάνω από τα 10 δισ. ευρώ, με κινήσεις μεγάλων ομίλων σε ενέργεια, υποδομές, βιομηχανία και λιανεμπόριο.

Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, πάνω από 12.000 επιχειρήσεις ελληνικών συμφερόντων δραστηριοποιούνται ήδη στο λεγόμενο «βαλκανικό τόξο», με την εξωστρέφεια να επιστρέφει ως κεντρική στρατηγική για επιχειρήσεις διαφορετικών μεγεθών και κλάδων.

Βαλκάνια: Από «γειτονικές αγορές» σε ενιαίο περιφερειακό πεδίο

Η κρίσιμη αλλαγή δεν είναι μόνο ποσοτική, αλλά και ποιοτική: μεγάλοι αλλά και μεσαίοι παίκτες (από ενέργεια και κατασκευές έως FMCG, δομικά υλικά και logistics) αντιμετωπίζουν πλέον τα Βαλκάνια όχι ως αποσπασματικές αγορές, αλλά ως ένα ενιαίο περιφερειακό πεδίο ανάπτυξης, που ευνοείται από:

  • ενεργειακή διαλειτουργικότητα και νέες διασυνδέσεις,
  • αναβαθμισμένες υποδομές,
  • ευρωπαϊκούς πόρους,
  • ωρίμανση των οικονομιών της περιοχής και σύγκλιση προς ευρωπαϊκές πολιτικές.

Ο ενεργειακός «καταλύτης» και ο Κάθετος Διάδρομος

Κομβικό ρόλο στη νέα φάση παίζει η ενέργεια. Η πρόοδος πρωτοβουλιών όπως ο Κάθετος Διάδρομος Φυσικού Αερίου (με διαδρομές που αξιοποιούν TAP/IGB και τον Διαβαλκανικό αγωγό, αλλά και την τροφοδοσία από το FSRU Αλεξανδρούπολης) δημιουργεί έναν πιο σταθερό ενεργειακό άξονα προς την Ανατολική Ευρώπη. Αυτό μεταφράζεται σε νέες εμπορικές και επενδυτικές ευκαιρίες για ελληνικούς ομίλους και για δραστηριότητες που «κουμπώνουν» πάνω στις ροές ενέργειας, μεταφορών και υποδομών.

Ρουμανία: η αγορά-σύμβολο της ελληνικής επιστροφής στα Βαλκάνια

Αν υπάρχει μία χώρα που συμπυκνώνει την «επιστροφή» των ελληνικών επιχειρήσεων, αυτή είναι η Ρουμανία. Η σταθερή ανάπτυξη, οι σημαντικοί ευρωπαϊκοί πόροι και η μεγάλη ανάγκη για έργα σε ενέργεια, δίκτυα και υποδομές την έχουν μετατρέψει σε φυσικό πεδίο περιφερειακής επέκτασης για δεκάδες ελληνικούς ομίλους.

Στην αιχμή βρίσκεται η ΔΕΗ, που μετά την ολοκλήρωση της εξαγοράς των δραστηριοτήτων της Enel στη Ρουμανία ενίσχυσε καθοριστικά την περιφερειακή της παρουσία.

Η κίνηση αυτή λειτούργησε ως «σήμα» ότι οι ελληνικοί ενεργειακοί όμιλοι δεν βλέπουν πλέον την περιοχή ως δευτερεύον πεδίο, αλλά ως στρατηγικό χώρο.

Βουλγαρία: σταθερή βάση με ενέργεια και διασυνδέσεις

Η Βουλγαρία παραμένει μια από τις πιο σταθερές αγορές για τις ελληνικές επιχειρήσεις, με ισχυρή διασύνδεση σε εμπόριο, ενέργεια και βιομηχανία. Η θέση της χώρας στον ενεργειακό χάρτη —και ειδικά η σύνδεσή της με τις ελληνικές υποδομές φυσικού αερίου και τον IGB— ενισχύει το σενάριο περαιτέρω εμβάθυνσης.

Σερβία και Βόρεια Μακεδονία: επιστροφή με «γεωοικονομικό» υπόβαθρο

Η Σερβία και η Βόρεια Μακεδονία αποτελούν αγορές όπου η ελληνική παρουσία «δένει» παραδοσιακά με καύσιμα, δομικά υλικά, βιομηχανία, λιανεμπόριο και υπηρεσίες, ενώ το νέο ενεργειακό περιβάλλον (ροές LNG, περιφερειακές διασυνδέσεις) δημιουργεί προοπτικές αναβάθμισης του ρόλου της Ελλάδας ως κόμβου.

Τι σημαίνει πρακτικά αυτή η «νέα κλίμακα» στα Βαλκάνια

Η μεγάλη εικόνα είναι ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις στα Βαλκάνια επιστρέφουν με πιο ώριμο μοντέλο:

  • λιγότερο «ευκαιριακό»,
  • πιο πολυκλαδικό,
  • και πιο δεμένο με ευρωπαϊκές ροές κεφαλαίων, κανόνες και υποδομές.

Αν αυτή η τάση συνεχιστεί, το επόμενο πενταετές διάστημα μπορεί να φέρει επιτάχυνση της εξωστρέφειας, όχι μόνο μέσω νέων εξαγωγών, αλλά και μέσω δημιουργίας σταθερών «διαδρόμων» για ελληνικά κεφάλαια, προϊόντα και υπηρεσίες, πάνω σε έναν ενεργειακό και μεταφορικό χάρτη που αλλάζει.

Διαβάστε ακόμη: