Μπορεί η πανδημία να συνεχίζει και τα διεθνή ταξίδια να παραμένουν όμηρος της μετάλλαξης «Ομικρον», αλλά ένα κομμάτι του ελληνικού τουρισμού έχει φτάσει στην παγκόσμια κορυφή και συνεχίζει την αλματώδη ανάπτυξή του: η Ελλάδα έχει μέχρι στιγμής τον υψηλότερο αριθμό ναυλώσεων θαλαμηγών μήκους άνω των 20 μέτρων σε σύγκριση με όλους τους υπόλοιπους προορισμούς διεθνώς για το καλοκαίρι του 2022, με επιβεβαιωμένες κρατήσεις στο 57% του διαθέσιμου στόλου.
Αυτό προκύπτει από τα στοιχεία της International Yacht Company (IYC), μιας από τις μεγάλες εταιρείες yachting παγκοσμίως, που διαχειρίζεται τον μεγαλύτερο στόλο ναυλώσεων πολύ μεγάλων θαλαμηγών και από τις τρεις κορυφαίες σε πωλήσεις yachts διεθνώς.
Η επερχόμενη καλοκαιρινή σεζόν, αυτή του 2022, έχει ξεκινήσει δυνατά παγκοσμίως, με πολλές επιβεβαιωμένες κρατήσεις. Η δυνατότητα να ναυλώσουν οι πελάτες σκάφη με πλήρως εμβολιασμένα πληρώματα, το ενδιαφέρον για εξερεύνηση καινούργιων περιοχών και η προσδοκώμενη χαλάρωση των ταξιδιωτικών περιορισμών αποτελούν παράγοντες που αναμένεται να οδηγήσουν σε αύξηση της ζήτησης, ιδιαίτερα στη Μεσόγειο.
Νο1 προορισμός
Ωστόσο η Ελλάδα φαίνεται πως έχει αναδειχθεί σε παγκόσμια πρωταθλήτρια: παρά το «cabotage», τους περιορισμούς δηλαδή στη δρομολόγηση διεθνών θαλαμηγών στην επικράτεια, το 2021 η Ελλάδα παρέμεινε ο νούμερο ένα προορισμός σε ναυλώσεις σκαφών παγκοσμίως, με μερίδιο αγοράς 24% επί του συνόλου των εβδομάδων κρατήσεων. Η ζήτηση ξεπέρασε και πάλι την προσφορά και η Ελλάδα φέτος ξεπέρασε τη Γαλλία (19%) και την Ιταλία (17%), που παραδοσιακά αποτελούν τους πιο δημοφιλείς καλοκαιρινούς προορισμούς, σημειώνει η IYC.
Πλέον υπάρχουν 8.538 super yachts στον κόσμο και περίπου 350 από αυτά βρίσκονται στην Ελλάδα. Είναι ενδιαφέρον, δε, ότι η χώρα διαθέτει έναν από τους μεγαλύτερους στόλους πολύ μεγάλων σκαφών αναψυχής (μήκους άνω των 40 μέτρων) στον κόσμο. Σύμφωνα με έρευνα του 2018, από τα σχεδόν 4.795 τέτοια σκάφη στον κόσμο, τα 407 ανήκουν σε πολίτες των ΗΠΑ, που έχουν τα περισσότερα, με τους Ρώσους να ακολουθούν (168) και στην τρίτη θέση βρίσκουμε τους Ελληνες (107).
«To 2021 ήταν μακράν η πιο επιτυχημένη χρονιά στην ιστορία του yachting, τόσο στον τομέα των πωλήσεων όσο και των ναυλώσεων. Η αγορά απογειώθηκε σε παγκόσμιο επίπεδο και σε όλα τα μεγέθη σκαφών, καθιστώντας τη χρονιά αυτή μοναδική σε επίπεδο επιδόσεων», εξηγεί μιλώντας στην «Κ» ο Μισέλ Χρυσικόπουλος, Global Managing Partner της International Yacht Company (IYC), που διαχειρίζεται τον μεγαλύτερο στόλο ναυλώσεων μεγάλων θαλαμηγών παγκοσμίως με πάνω από 115 τέτοια σκάφη. Καθώς ολοένα και περισσότερα σκάφη εντάσσονται στην αγορά του yachting, ο charter στόλος θα συνεχίσει να αυξάνεται με ρυθμό 8% παγκοσμίως.
Οι πωλήσεις super yachts σημείωσαν νέο ρεκόρ, καθώς πουλήθηκαν περισσότερα από 1.120 σκάφη πάνω από τα 24 μέτρα. To 2021 αναμένεται να κλείσει με ένα εντυπωσιακό +38% σε σύγκριση με το 2020 και +47% σε σύγκριση με το 2019. Οι αγορές των νέων και μεταχειρισμένων σκαφών κατέγραψαν εξίσου δυναμική πορεία, με τις πωλήσεις των super yachts, δηλαδή σκαφών άνω των 24 μέτρων, να εμφανίζουν αύξηση +40% και αντίστοιχα την αγορά των νεότευκτων να εμφανίζει αύξηση +36% σε σύγκριση με το 2020. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον η ζήτηση ξεπέρασε την προσφορά, με τις τιμές να παραμένουν σταθερές και τα νεότερα σκάφη να πωλούνται πολύ γρήγορα.
Στον τομέα των καινούργιων σκαφών, τα ναυπηγεία παγκοσμίως δεν έχουν διαθεσιμότητα για τα επόμενα δύο χρόνια, ανεξαρτήτως μεγέθους, με τα mega yachts άνω των 45 μέτρων να έχουν ημερομηνία παράδοσης το 2025-2026. Σε αυτή την αγορά, η IYC κατέχει το 10% των πωλήσεων σε επίπεδο παγκόσμιων συναλλαγών, επισημαίνει ο Μισέλ Χρυσικόπουλος. Η πρόβλεψη για το 2022 είναι ιδιαίτερα θετική, καθώς η δυναμική αυτή πορεία αναμένεται να συνεχιστεί. Η αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ σε συνδυασμό με την παραδοχή (που προήλθε και λόγω του COVID-19) ότι τα σκάφη είναι ένα ασφαλές μέσο διακοπών, εντείνουν την αύξηση της ζήτησης.
Η Ελλάδα, παραδοσιακά, ήταν μία από τις χώρες με τους περισσότερους ιδιοκτήτες σκαφών αναψυχής παγκοσμίως και αναμένεται σταθερά υψηλή δραστηριότητα στη χώρα. Ωστόσο, «η αλλαγή των κανονισμών που αφορούν τα σκάφη που τελούν υπό ξένη σημαία είναι πλέον επιβεβλημένη, προκειμένου να αυξηθεί ο αριθμός των διαθέσιμων προς ναύλωση σκαφών και να διατηρήσει η χώρα το συγκριτικό πλεονέκτημα απέναντι στις γειτονικές χώρες», επισημαίνει ο Managing Partner της IYC. Η Ελλάδα μπορεί να επωφεληθεί από την αύξηση του στόλου στην κατηγορία των σκαφών πάνω από 60 μέτρα, που μέχρι σήμερα μεταφράζεται σε μόλις 4% του συνόλου των κρατήσεων, ενώ στη Γαλλία, στην Ιταλία και την Κροατία ο αντίστοιχος αριθμός είναι 8%-9%.
Δυνητικά έσοδα 1,6 δισ. ευρώ
Παρά την αισιόδοξη προοπτική, η αυξημένη ζήτηση έχει και τις προκλήσεις της. Η έλλειψη οργανωμένων μαρίνων σε πολλούς προορισμούς της Ελλάδας αλλά και ο περιορισμένος αριθμός θέσεων στις υπάρχουσες δημιουργεί δυσκολίες στους ιδιοκτήτες σκαφών. Αντίστοιχα, υπάρχει επιπλέον ανάγκη καλύτερων υποδομών και οργάνωσης, ιδίως σε ιδιαίτερα δημοφιλείς νησιωτικούς προορισμούς. Τέλος, η άνοδος της αγοράς charter έρχεται με την προσδοκία ότι η εξυπηρέτηση από τη μεριά των πληρωμάτων θα είναι υψηλών προδιαγραφών – διεθνούς επιπέδου. Σήμερα η χώρα παρουσιάζει έλλειψη εκπαιδευτικών προγραμμάτων που σχετίζονται με πληρώματα σκαφών αναψυχής. Σύμφωνα με έρευνα της διαΝΕΟσις, εάν αναπτύσσονταν σωστά όλες οι απαραίτητες λιμενικές υποδομές, το yachting θα μπορούσε να προσθέτει ετησίως αξία μεγαλύτερη του 1,6 δισ. στην οικονομία. «Από τους 168 “τουριστικούς λιμένες” που έχουν χωροθετηθεί με τον νόμο στην Ελλάδα, μόνο οι 37 λειτουργούν. Τα έσοδα που χάνουμε από ανταγωνιστικές χώρες όπως η Κροατία, η Τουρκία και η Ιταλία είναι πολύ μεγάλα», διαπιστώνει η διαΝΕΟσις. Μόνο στην Ε.Ε. ο θαλάσσιος τουρισμός εν γένει ένα έτος πριν από την πανδημία είχε κύκλο εργασιών 231 δισ. και έδινε δουλειά σε 2,8 εκατομμύρια ανθρώπους. Στη χώρα μας υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 170.000 σκάφη αναψυχής, εκ των οποίων 6.109 ήταν επαγγελματικά (2019).