Το ιδιωτικό χρέος κατά τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας διογκώθηκε, συνέπεια της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης που εφαρμόστηκε στο πλαίσιο των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής.

Πανδημία και υπερχρεωμένες επιχειρήσεις – Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης

Όπως επισημαίνει η ΓΣΕΒΕΕ στην ετήσια έκθεσή της, αποτελεί ένα μόνιμο παράγοντα που ναρκοθετεί τις προοπτικές ανάκαμψης τόσο των επιχειρήσεων όσο και της ελληνικής οικονομίας. Είναι χαρακτηριστικό πως σύμφωνα με έρευνα του Παντείου Πανεπιστημίου το έτος 2000 910.000 άτομα χρωστούσαν 9 δισ. ευρώ ή το 11% του ΑΕΠ σε εφορία, τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία. 20 χρόνια μετά, μόνο προς την εφορία, ο συνολικός αριθμός των οφειλετών σχεδόν πενταπλασιάστηκε φτάνοντας τους 4,2 εκατομμύρια οφειλέτες, ενώ το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών σχεδόν δωδεκαπλασιάστηκε φτάνοντας περίπου τα 105 δισ. € ή το 60% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (2019), πριν την εκδήλωση της πανδημίας (4ο τρίμηνο του 2019) 4.068.908 οφειλέτες είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές περίπου 105,6 δισ. € προς την εφορία. Επιπλέον, 2.007.307 οφειλέτες είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ασφαλιστικά περίπου 24,3 δισ. €.

Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή για το 2ο τρίμηνο του 2021, δηλαδή μετά την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας ύστερα από το 3ο κύμα της πανδημίας, τα αντίστοιχα στοιχεία ήταν: 3.489.073 οφειλέτες με ληξιπρόθεσμες οφειλές περίπου 109 δισ. € προς την εφορία και 1.953.357 οφειλέτες με ληξιπρόθεσμες οφειλές περίπου 24,7 δισ. € προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Σημειωτέον, τα παραπάνω στοιχεία αφορούν τις βασικές οφειλές, δεν συμπεριλαμβάνουν δηλαδή τις προσαυξήσεις και τα πρόστιμα, ενώ η μείωση που καταγράφεται στον αριθμό των οφειλετών είναι αποτέλεσμα κυρίως της περιοδικής διαγραφής βεβαιωμένων ανείσπρακτων οφειλών ποσού μικρότερου του 1 ευρώ.

Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται πως κατά τη διάρκεια της πανδημίας δεν καταγράφηκε αύξηση του ιδιωτικού χρέους προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Το ίδιο φαίνεται ότι ισχύει και για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, καθώς όπως προκύπτει από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δεν μεταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Ειδικότερα το 4ο τρίμηνο του 2019, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια προς τράπεζες και εταιρίες διαχείρισης δανείων ανέρχονταν σε περίπου 92 δισ. € ενώ το 2ο τρίμηνο του 2021 σε περίπου 91 δισ. €.

Με βάση αυτά, φαίνεται πως τα μέτρα που ελήφθησαν για τη στήριξη της οικονομίας έναντι των αρνητικών επιπτώσεων της πανδημίας συνέβαλαν στη συγκράτηση του ιδιωτικού χρέους.

Μεταξύ των στοχευμένων μέτρων που εφαρμόστηκαν για τη συγκράτηση του ιδιωτικού χρέους, εκείνα που είχαν τη μεγαλύτερη θετική επίδραση στις ΜμΕ ήταν η μείωση/απαλλαγή καταβολής ενοικίων, τα προγράμματα Γέφυρα 1 και 2 και η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων που οι συμβάσεις τους τέθηκαν σε αναστολή ή εντάχθηκαν στο πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ.

Η εικόνα των χρεών στις ΜμΕ

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της ΓΣΕΒΕΕ, για τις ΜμΕ η εκδήλωση της πανδημικής κρίσης είχε στην πρώτη της φάση σοβαρή αρνητική επίπτωση στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις τους. Κατά την έναρξη της πανδημίας (το διάστημα μεταξύ Φεβρουαρίου και Ιουλίου του 2020) τα ποσοστά των ΜμΕ με ληξιπρόθεσμες οφειλές τόσο προς το δημόσιο όσο και προς τους ιδιώτες αυξήθηκαν σημαντικά.

Ειδικότερα:

• το 25,3% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον πρώην ΟΑΕΕ, έναντι 17,4% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 7,9 μονάδες)

• το 26,7% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς προμηθευτές, έναντι 15,2% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 11,5 μονάδες)

• το 25,4% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία, έναντι 17,9% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 7,5 μονάδες)

• το 18,4% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες, έναντι 13,4% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 5 μονάδες)

• το 23,5% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λογαριασμούς ενέργειας, έναντι 14,2% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 9,2 μονάδες)

• το 20,3% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές ενοικίου, έναντι 12,1% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 8,2 μονάδες)

• το 19,6% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λοιπούς λογαριασμούς, έναντι 8,7% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 10,9 μονάδες)

• το 16,9% δήλωσε τον Ιούλιο του 2020 πως είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές στο πρώην ΙΚΑ, έναντι 7,5% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020 (αύξηση 9,4 μονάδες)

Κατά τη δεύτερη φάση της πανδημίας, όπου τα μέτρα στήριξης διευρύνθηκαν, τα ποσοστά των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές σε γενικές γραμμές παρουσίασαν μείωση.

Η τάση αυτή συνεχίστηκε και το 1ο εξάμηνο του 2021 προσεγγίζοντας σε κάποιες κατηγορίες υποχρεώσεων τα προ πανδημίας επίπεδα. Η επιτάχυνση του εμβολιαστικού προγράμματος σε συνάρτηση με την περαιτέρω επέκταση των μέτρων στήριξης συνέβαλαν σε αυτή την αποκλιμάκωση.

Όπου υιοθετήθηκαν στοχευμένα μέτρα για την διαχείριση των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων, όπως η μείωση/απαλλαγή ενοικίου, τα προγράμματα Γέφυρα 1 και 2 και η κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων που τέθηκαν σε αναστολή ή εντάχθηκαν στο πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ, παρατηρήθηκε μεγαλύτερη αποκλιμάκωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των ΜμΕ.

Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις με οφειλές ενοικίου από το 20,3% που ήταν τον Ιούλιο του 2020 υποχώρησαν στο 14,3% τον Ιούλιο του 2021, προσεγγίζοντας τα προ πανδημίας ποσοστά.

Αντίστοιχα, οι επιχειρήσεις με καθυστερημένες τραπεζικές υποχρεώσεις, που τον Φεβρουάριο του 2021 ήταν 20,8%, υποχώρησαν στο 15,4% τον Ιούλιο του 2021. Οι ΜμΕ με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το πρώην ΙΚΑ από το 16,9% που ήταν τον Ιούλιο του 2020 υποχώρησαν στο 10,2% τον Ιούλιο του 2021.

Αποκλιμάκωση των ποσοστών των ΜμΕ παρατηρήθηκε και στις ληξιπρόθεσμες φορολογικές υποχρεώσεις (από 25,4% τον Ιούλιο του 2020 στο 19,5% τον Ιούλιο του 2021), προφανώς ως αποτέλεσμα της αναστολής των φορολογικών υποχρεώσεων που εφαρμόστηκαν κατά διαστήματα.

Από την άλλη, υψηλά διατηρήθηκαν τα ποσοστά των επιχειρήσεων με ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς τους προμηθευτές και τον πρώην ΟΑΕΕ.

Αυτό πιθανότατα οφείλεται αφενός στην μη επαρκή χρηματοδότηση μέσω των σχετικών προγραμμάτων ενίσχυσης της ρευστότητας που έλαβαν συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρήσεων, όπως οι πολύ μικρές ατομικές επιχειρήσεις, αφετέρου στην έλλειψη ικανοποιητικών ανακουφιστικών μέτρων.

Είναι χαρακτηριστικό πως υψηλές συγκεντρώσεις επιχειρήσεων που τον Ιούλιο του 2021 είχαν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον πρώην ΟΑΕΕ παρατηρήθηκαν στις επιχειρήσεις που ανέστειλαν τη λειτουργία τους με κρατική εντολή (32,1%), στις επιχειρήσεις εστίασης (37,1%), στις επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό (30,7%) και στις ατομικές επιχειρήσεις (26,9%).Γενικά, κατά τη διάρκεια της πανδημίας αυξήθηκαν οι επιχειρήσεις με ληξιπρόθεσμες οφειλές.

Στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τον Φεβρουάριο του 2020, δηλαδή προ πανδημίας, το 38,7% του συνόλου των ΜμΕ είχε τουλάχιστον 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων που παρακολουθεί στις έρευνες του το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. Στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τον Ιούλιο του 2021, το αντίστοιχο ποσοστό είχε ανέλθει στο 43,3%. Παρατηρήθηκε, δηλαδή, μια αύξηση 4,6 μονάδων.

Η αύξηση αυτή του αριθμού των επιχειρήσεων με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο ή τους ιδιώτες, προήλθε κυρίως από τις πιο υπερχρεωμένες επιχειρήσεις.

Συγκεκριμένα, οι επιχειρήσεις που τον Ιούλιο του 2021 είχαν 1 ληξιπρόθεσμη οφειλή αντιστοιχούσαν στο 13,3% των ΜμΕ έναντι 13,7% τον Φεβρουάριο του 2020 (προ πανδημίας). Οι ΜμΕ με 2 ληξιπρόθεσμες οφειλές αντιστοιχούσαν τον Ιούλιο του 2021 στο 7,7% έναντι 7,2% που ήταν τον Φεβρουάριο του 2020. Δεν παρατηρήθηκε δηλαδή κάποια ιδιαίτερη μεταβολή κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε αυτές τις δυο κατηγορίες.

Εκεί που καταγράφηκε αυξητική μεταβολή κατά τη διάρκεια της πανδημίας ήταν στις ΜμΕ που είχαν ταυτόχρονα ληξιπρόθεσμες οφειλές σε τουλάχιστον 3 από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων των ερευνών του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο του 2021 το 22,3% των ΜμΕ είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές σε τουλάχιστον 3 από τις 8 κατηγορίες υποχρεώσεων των ερευνών του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, έναντι ποσοστού 17,8% που ήταν προ πανδημίας (Φεβρουάριο 2020).

Η κλαδική κατανομή των χρεών

Σε κλαδικό επίπεδο, τον Ιούλιο του 2021 οι ΜμΕ που παρουσίαζαν το μεγαλύτερο βαθμό υπερχρέωσης, ήταν το 23,5% των επιχειρήσεων στις υπηρεσίες, το 22,3% των μεταποιητικών επιχειρήσεων και το 31% των επιχειρήσεων εστίασης. Επιπλέον, το 23,9% των ατομικών επιχειρήσεων, το 25,6% των επιχειρήσεων χωρίς προσωπικό και το 26,4% των επιχειρήσεων με ετήσιο τζίρο έως 50.000 €.

Συμπερασματικά, η πανδημική κρίση βρήκε ένα σημαντικό μέρος των ΜμΕ ήδη υπερχρεωμένο.

Τα μέτρα που ελήφθησαν συνέβαλαν στη συγκράτηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στα προ πανδημίας επίπεδα. Ωστόσο, φαίνεται ότι από τα μέτρα δεν ωφελήθηκαν οι υπερχρεωμένες ΜμΕ, ενώ παρατηρήθηκε και μια αύξηση του αριθμού αυτών.

Οι οφειλές των ΜμΕ παραμένουν ένα σημαντικό πρόβλημα για τη βιωσιμότητά τους, καθώς οι προσπάθειες διαχείρισης του ιδιωτικού χρέους που είχαν υλοποιηθεί πριν την εκδήλωση της πανδημικής κρίσης δεν είχαν οδηγήσει σε ικανοποιητικά αποτελέσματα.

Όσο το πρόβλημα αυτό παραμένει, χωρίς να λαμβάνονται μέτρα και πολιτικές που να οδηγούν σε μόνιμη και δίκαιη επίλυση της υπερχρέωσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, θα αποτελεί ένα διαρκές εμπόδιο για την ανάκαμψη των ΜμΕ και της ελληνικής οικονομίας συνολικά.