Στην εκπνοή της χρονιάς η πολιτική ατζέντα φορτίζεται ξανά από μια γνώριμη συζήτηση. Το ΑΚΕΛ επαναφέρει το θέμα της έκτακτης φορολογίας στα πιστωτικά ιδρύματα, επιμένοντας ότι οι τράπεζες οφείλουν να συμβάλουν περισσότερο στα δημοσιονομικά βάρη που δημιούργησαν οι ακραίες πληθωριστικές πιέσεις και το κόστος χρήματος τα τελευταία τρία χρόνια.

Η νέα πρόταση νόμου καλύπτει τα φορολογικά έτη 2025 και 2026 και προβλέπει επιβολή έκτακτου τέλους αλληλεγγύης πάνω στο κομμάτι των καθαρών εσόδων από τόκους που αυξήθηκε άνω του 40% σε σύγκριση με το 2022. Ο φορολογικός συντελεστής που προτείνεται είναι 20%.

Το μέτρο, όπως και πέρσι, χτυπά πρωτίστως την Τράπεζα Κύπρου, που αποτελεί τον μεγαλύτερο παίκτη της αγοράς και τη βασική στόχευση της πολιτικής αντιπαράθεσης γύρω από τα τραπεζικά κέρδη.

Η νέα πραγματικότητα όμως δημιουργεί δευτερογενείς επιπτώσεις που δεν μπορούν να αγνοηθούν. Αν το μέτρο περάσει, θα αγγίξει και τις άλλες δύο μεγάλες δυνάμεις του συστήματος, την Eurobank και την Alpha Bank, οι οποίες έχουν πλέον σημαντική έκθεση λόγω της εξαγοράς της Ελληνικής και της Astrobank αντίστοιχα. Παρόλο που οι δύο όμιλοι δεν αποτελούν τον κύριο στόχο, το βάρος μεταφέρεται έμμεσα στα ενοποιημένα τους αποτελέσματα και επηρεάζει άμεσα τον σχεδιασμό τους στην κυπριακή αγορά.

Το στοιχείο που ανεβάζει τη θερμοκρασία δεν είναι μόνο η ουσία του μέτρου, ούτε το ότι επανέρχεται μόλις ένα χρόνο μετά την οριακή απόρριψή του. Το πιο καθοριστικό είναι ότι η συσχέτιση πολιτικών δυνάμεων παραμένει τόσο οριακή ώστε η πρόταση της αντιπολίτευσης βρίσκεται ξανά στο κατώφλι της υπερψήφισης. Το 2024 η μάχη κρίθηκε στις λεπτομέρειες. Η Βουλή είχε διχαστεί με 25 υπέρ και 25 κατά, και τέσσερις βουλευτές είχαν επιλέξει αποχή. Το παραμικρό γύρισμα σήμερα μπορεί να αλλάξει την έκβαση.

Γιατί η κατάσταση είναι διαφορετική για Eurobank και Alpha Bank

Τον περασμένο χρόνο, η συζήτηση επικεντρώθηκε κυρίως στην Τράπεζα Κύπρου και στο κατά πόσο θα επηρεάζονταν τα έσοδά της από ένα τέτοιο μέτρο. Σήμερα το τοπίο έχει αλλάξει. Η εξαγορά της Ελληνικής από την Eurobank και η εξαγορά της Astrobank από την Alpha Bank έχουν φέρει δύο συστημικούς ομίλους της Ελλάδας βαθύτερα στο κυπριακό τραπεζικό περιβάλλον. Αυτό σημαίνει ότι το φορολογικό αποτύπωμα της Κύπρου για αυτούς δεν είναι πια περιφερειακό. Αντίθετα, αποκτά πραγματικό βάρος στα αποτελέσματα του ομίλου.

Η αύξηση των καθαρών εσόδων από τόκους εντός Κύπρου ήταν μεγάλη την τελευταία διετία. Οι κυπριακές τράπεζες επωφελήθηκαν από τη δυναμική διεύρυνση του περιθωρίου επιτοκίου μετά τις συνεχείς αυξήσεις της ΕΚΤ. Το ΑΚΕΛ θεωρεί ότι η κερδοφορία αυτή δεν οφείλεται σε οργανική ανάπτυξη, αλλά σε συγκυρία. Η πρόταση νόμου βασίζεται στη λογική ότι ένα μέρος των κερδών πρέπει να επιστρέψει στην κοινωνία με σκοπό να στηρίξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις που είδαν το κόστος διαβίωσης και το κόστος δανεισμού να εκτινάσσονται.

Όμως για Eurobank και Alpha Bank η εξίσωση είναι πιο περίπλοκη. Η ενσωμάτωση των κυπριακών θυγατρικών στα ενοποιημένα τους αποτελέσματα σημαίνει ότι ο όποιος φόρος επηρεάζει συνολικά την απόδοση κεφαλαίων του ομίλου. Ταυτόχρονα, καθώς βρίσκονται σε φάση ενσωμάτωσης και αναδιάρθρωσης των νέων αποκτημάτων τους, δεν έχουν περιθώριο για νέες δημοσιονομικές πιέσεις που μειώνουν τη δυνατότητα επενδύσεων, ψηφιακού μετασχηματισμού ή περαιτέρω ανάπτυξης.

Το πολιτικό πλαίσιο: πρόταση αντιπολίτευσης με πραγματική πιθανότητα να περάσει

Αν και το μέτρο προέρχεται από την αντιπολίτευση, η πιθανότητα υπερψήφισής του δεν είναι καθόλου θεωρητική. Οι ίδιες πολιτικές δυνάμεις που στήριξαν την πρόταση το 2024 παραμένουν θετικές. Με δεδομένη τη μικρή διαφορά που έκρινε την ψηφοφορία τότε, ακόμη και μικρές μετατοπίσεις μπορούν να αλλάξουν την έκβαση.

Η θέση των τραπεζών

Οι τράπεζες επιμένουν ότι ήδη καταβάλλουν υψηλή φορολογία μέσω του ειδικού τέλους 0,15% επί των καταθέσεων και έχουν συνεισφέρει πάνω από 500 εκατ. ευρώ στα δημόσια ταμεία σε δέκα χρόνια. Προειδοποιούν ότι κάθε νέα επιβάρυνση μειώνει τη δυνατότητα στήριξης της οικονομίας και δημιουργεί αβεβαιότητα.

Αν το μέτρο περάσει, η άμεση πίεση πέφτει στην Τράπεζα Κύπρου. Η δευτερογενής όμως πίεση σε Eurobank και Alpha Bank δεν είναι αμελητέα. Οι μητρικοί όμιλοι θα χρειαστεί να επανεκτιμήσουν ροές κεφαλαίων, αποτιμήσεις και στρατηγικά πλάνα. Η αβεβαιότητα για το φορολογικό πλαίσιο πλήττει την προβλεψιμότητα και επηρεάζει την εμπιστοσύνη που χρειάζεται μια αγορά με φιλοδοξίες περιφερειακού χρηματοοικονομικού κέντρου.

Το επόμενο βήμα

Το θέμα μπαίνει ξανά στη Βουλή. Η πολιτική αριθμητική παραμένει ρευστή. Το 2024 έδειξε ότι μια ψήφος μπορεί να κρίνει τα πάντα. Αν περάσει, θα μεταβάλει ισορροπίες όχι μόνο για την Τράπεζα Κύπρου αλλά και για δύο μεγάλους ομίλους που έχουν ήδη επενδύσει βαθιά στη χώρα. Αν απορριφθεί, η συζήτηση μάλλον θα επανέλθει, αφού η κοινωνική πίεση δεν υποχωρεί.

Διαβάστε ακόμη: