Με δύο κρυφά «χαρτιά» που θα πέσουν στο τραπέζι τις αμέσως επόμενες ημέρες, δηλαδή τις προγραμματικές εξαγγελίες τους και τα ψηφοδέλτια Επικρατείας, και ακόμη ένα, εκείνο των χειρισμών κατά τις διερευνητικές εντολές, το οποίο θα αρχίσει να ανοίγει από το βράδυ των εκλογών της 21ης Μαΐου, εισέρχονται οι κ. Κυρ. Μητσοτάκης, Αλ. Τσίπρας και Ν. Ανδρουλάκης στην τελική ευθεία της εν εξελίξει προεκλογικής περιόδου.
Οι πολιτικοί αρχηγοί έχουν επιλέξει να χειριστούν προσωπικά τη συγκρότηση των ψηφοδελτίων Επικρατείας, με βασικούς πάγιους στόχους, ειδικά για τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ, τη σηματοδότηση της αμφίπλευρης διεύρυνσης, καθώς και ορισμένες «εκπλήξεις» που θα στρέψουν τα φώτα της δημοσιότητας στα κόμματά τους.
Σε κάθε περίπτωση, η στελέχωση των ψηφοδελτίων Επικρατείας λαμβάνει μια άλλη διάσταση μετά τις αποδεδειγμένες «αστοχίες» στη διαμόρφωση των ευρωψηφοδελτίων του 2019. Όσο για τα προγράμματα με τα οποία θα δώσουν την εκλογική μάχη, οι κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας εμφανίζονται να εστιάζουν σε διαφορετικά πεδία:
Παράλληλα, όμως, οι πολιτικοί αρχηγοί αρχίζουν να διαμορφώνουν τη στρατηγική τους για την «επόμενη ημέρα» της κάλπης που συνδέεται με τη δρομολόγηση των διερευνητικών εντολών για τον σχηματισμό κυβέρνησης, καθώς το σύστημα της απλής αναλογικής αποκλείει το σενάριο της αυτοδυναμίας.
Πρόκειται για μια εξαιρετικά δύσκολη και πολυσύνθετη «άσκηση», καθώς οι χειρισμοί των κ. Μητσοτάκη, Τσίπρα και Ανδρουλάκη θα διαμορφώσουν το κλίμα εντός του οποίου η χώρα θα οδεύσει στην επόμενη αναμέτρηση της 2ας Ιουλίου με τον νέο εκλογικό νόμο.
Ο πήχυς για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας από τις πρώτες εκλογές δεν θα εξαρτηθεί μόνο από τα ποσοστά και την κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων εντός Βουλής, αλλά και από το άθροισμα εκείνων που θα μείνουν εκτός. Με ποσοστό της τάξης του 8% για τα κόμματα εκτός Βουλής απαιτείται περίπου 46% για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, ενώ για κάθε μία μονάδα που ανεβαίνει το ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων πέφτει κατά 0,5% ο πήχυς για διαμόρφωση πλειοψηφίας 151 εδρών.
Υπό το ανωτέρω πρίσμα, οι κ. Μητσοτάκης, Τσίπρας και Ανδρουλάκης κρατούν απολύτως κλειστά τα χαρτιά τους. Ομως στους κομματικούς διαδρόμους, αλλά και δημοσίως, ήδη συζητούνται τα πιθανά σενάρια της επόμενης ημέρας, με τη συζήτηση εντός του ΣΥΡΙΖΑ για το ενδεχόμενο «κυβέρνησης των ηττημένων» να αποτελεί το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα.
Η Ν.Δ. και τα ποσοστά
Ο κ. Μητσοτάκης στις δημόσιες τοποθετήσεις του αφήνει ανοικτά όλα τα ενδεχόμενα: «Δεν είμαι σε θέση να πω ακόμη τι θα κάνω με την εντολή, γιατί δεν γνωρίζω ακόμη ποιο θα είναι το εκλογικό αποτέλεσμα», είναι μια πρόσφατη χαρακτηριστική αποστροφή του. Κυβερνητικοί παράγοντες σημειώνουν πως σταδιακά η Ν.Δ. ανακτά μέρος των απωλειών που είχε μετά την τραγωδία στα Τέμπη και εκτιμούν πως η στάση του πρωθυπουργού θα καθοριστεί από την εκλογική επίδοση του κυβερνώντος κόμματος.
Εάν, όπως αναμένουν, η Ν.Δ. κινηθεί σε ποσοστά της τάξης του 34%-35%, θεωρούν πως είναι πιθανόν ο κ. Μητσοτάκης να επιστρέψει άμεσα τη διερευνητική που θα λάβει από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου.
Οπως προσθέτουν, «με την αυτοδυναμία στον ορίζοντα λόγω της αναμενόμενης πόλωσης και των ισχυρών διλημμάτων προς τις δεύτερες κάλπες θα ήταν προσχηματικό ο πρωθυπουργός να εμπλακεί σε συζητήσεις με άλλους αρχηγούς, όταν εξαρχής στρατηγικός του στόχος προς όφελος της χώρας είναι η αποφυγή ασταθών σχημάτων συνεργασίας».
Στην περίπτωση, πάντως, κατά την οποία τα ποσοστά του δικομματισμού και ειδικότερα της Ν.Δ. είναι χαμηλότερα, οι ανωτέρω πηγές δεν αποκλείουν ο κ. Μητσοτάκης να αξιοποιήσει τη διερευνητική εντολή ακόμη και εάν αριθμητικά δεν είναι δυνατός ο σχηματισμός κυβέρνησης με το ΠΑΣΟΚ. Όπως λέγεται, μια συζήτηση με τον κ. Ανδρουλάκη θα μπορούσε να αποδειχθεί χρήσιμη ενόψει της δεύτερης κάλπης, ενώ θα είναι κρίσιμο να απαντηθεί η «κινδυνολογία» του ΣΥΡΙΖΑ ότι η χώρα μπορεί να οδηγηθεί σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις με ευθύνη της Ν.Δ.
Οι δύο δρόμοι του ΣΥΡΙΖΑ
Παρά τη φιλολογία περί «κυβέρνησης των ηττημένων», ο κ. Τσίπρας επιμένει στη θέση ότι θα επιχειρήσει τον σχηματισμό κυβέρνησης μέσω της κάλπης της απλής αναλογικής μόνο εάν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πρώτο κόμμα. Τούτο, όμως, δεν συνεπάγεται αυτόματα τον τρόπο με τον οποίο θα χειριστεί τη διερευνητική εντολή του, εάν τη λάβει δεύτερος από την κ. Σακελλαροπούλου.
Παρότι και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κρατάει ευλόγως κλειστά τα χαρτιά του, ορισμένοι στην Κουμουνδούρου προβλέπουν πως θα την επανακαταθέσει άμεσα προκειμένου να μην τροφοδοτήσει, έστω πρόσκαιρα, τη ρητορική της Ν.Δ. περί «τερατογενέσεων».
Οπως προσθέτουν, ούτως ή άλλως, ο σχηματισμός κυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ δεύτερο είναι πρακτικά ανέφικτος: Πρώτον, θα πληγεί η αξιοπιστία του ίδιου του κ. Τσίπρα που έχει απορρίψει κατ’ επανάληψη το συγκεκριμένο σενάριο. Δεύτερον, ο κ. Ανδρουλάκης δεν πρόκειται να μετάσχει σε κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ ως δεύτερο κόμμα, καθώς μια τέτοια επιλογή θα πυροδοτούσε φυγόκεντρες τάσεις στο ΠΑΣΟΚ. Τρίτον, μια τέτοια εξέλιξη θα οδηγούσε σε «γιγάντωση» της Ν.Δ. ως αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Στον αντίποδα, άλλα στελέχη τάσσονται υπέρ της άποψης ότι ακόμη και εάν δεν υπάρχει προοπτική σχηματισμού κυβέρνησης με επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας θα πρέπει στο πλαίσιο της διερευνητικής εντολής του να επιδιώξει έναν κύκλο επαφών με τους πολιτικούς αρχηγούς με ορίζοντα την επόμενη εκλογική αναμέτρηση της 2ας Ιουλίου, με την εξαίρεση, όπως προσθέτουν, του κ. Μητσοτάκη.
ΠΑΣΟΚ και τρίτη εντολή
Τέλος, κλειστά χαρτιά ενόψει των συσχετισμών που θα προκύψουν από την κάλπη της 21ης Μαΐου κρατάει και ο κ. Ανδρουλάκης, που αναμένεται να έχει ενεργό ρόλο στη διαδικασία των διερευνητικών, υπό την προϋπόθεση, όπως έχει πει, ότι το ΠΑΣΟΚ θα λάβει ισχυρό διψήφιο ποσοστό.
Ορισμένοι εκτιμούν –χωρίς βεβαίως να αποκλείουν και το αντίθετο– πως ο κ. Ανδρουλάκης μπορεί να μην ανταποκριθεί στην πρόσκληση του πρωθυπουργού ή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο της δικής τους εντολής, αφού θα παραμείνει μέχρι τέλους σταθερός στη θέση «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας».
Ομως θα έχει συνάντηση με τον αρχηγό του πρώτου κόμματος στο πλαίσιο της διερευνητικής που θα λάβει ο ίδιος ως επικεφαλής του τρίτου σε δύναμη κόμματος. Εκεί θα συζητήσει την προοπτική κυβέρνησης συνεργασίας στη βάση προγραμματικής συμφωνίας, με πρωθυπουργό τρίτο πρόσωπο.
Μάλιστα, ως σενάριο αναφέρεται και το ενδεχόμενο ο κ. Ανδρουλάκης να συνομιλήσει με τον επικεφαλής του δεύτερου κόμματος εάν η διαφορά μεταξύ πρώτου και δεύτερου –και ως εκ τούτου της κοινοβουλευτικής τους δύναμης– είναι μικρή, ή ακόμη να διερευνηθεί η προοπτική τρικομματικής κυβέρνησης στο πλαίσιο των θέσεων που προτάσσει η Χαριλάου Τρικούπη, κυρίως στα μέτωπα των θεσμών, της Υγείας και των εργασιακών σχέσεων. Αντιθέτως, στο ΠΑΣΟΚ αποκλείουν συμμετοχή σε κυβερνητικό σχήμα με την παρουσία των «δραχμιστών», όπως τους αποκαλούν, του κ. Γ. Βαρουφάκη.
Μήνυμα Μητσοτάκη για «καθαρές λύσεις»
Με την επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η χώρα εισήλθε επισήμως στην προεκλογική περίοδο.
Ο κ. Μητσοτάκης παρέδωσε στην ΠτΔ την πράξη του υπουργικού συμβουλίου ζητώντας διάλυση της Βουλής και προκήρυξη εκλογών την 21η Μαΐου, τονίζοντας πως «επί της ουσίας η κυβέρνηση έχει εξαντλήσει την τετραετία και οι πολίτες θα μπορέσουν να αξιολογήσουν το έργο μας και να αποφασίσουν για το μέλλον» ευχόμενος να γίνει γόνιμη αντιπαράθεση επιχειρημάτων «μακριά από τοξικότητες» ενώ η κ. Σακελλαροπούλου ευχήθηκε «ήρεμη και γόνιμη προεκλογική περίοδο για το καλό της χώρας».
Αμέσως μετά ο κ. Μητσοτάκης σε διάγγελμά του, αναφέρθηκε σε όσα έγιναν τα τέσσερα χρόνια –στα θετικά αλλά και στις παραλείψεις– προτάσσοντας την ανάγκη πολιτικής σταθερότητας «σε έναν αβέβαιο και ασταθή πλανήτη» τονίζοντας πως η Ελλάδα χρειάζεται «καθαρή προοπτική και καθαρές λύσεις στην ηγεσία της». Πρόσθεσε πως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας «σε συνδυασμό με την ανάγκη ισχυρής εκπροσώπησης του τόπου διεθνώς» αποτελούν βασικούς λόγους για καθαρή εντολή «μακριά από τα ψέματα, τη λάσπη και τα άδεια συνθήματα που θα μας πολιορκήσουν ξανά».