Η επίτευξη των στόχων για το 2030 και το 2050 της πράσινης μετάβασης απαιτεί ταχύτερη ανάπτυξη των υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), αλλά και διαχείριση του θαλάσσιου χώρου και των ακτών η οποία θα πρέπει να είναι περισσότερο βιώσιμη τονίζουν σε έκθεση τους τα μέλη του ΕΚ που την υπερψήφισαν.

Αναφέρουν ότι μια οικονομία μηδενικών εκπομπών απαιτεί την ανάπτυξη των ΑΠΕ σε πρωτοφανή κλίμακα και τονίζουν την επείγουσα ανάγκη βελτίωσης και επέκτασης των υφιστάμενων υποδομών, όπου πολλά κράτη μέλη υστερούν όσον αφορά την αναγκαία μετάβαση στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Τονίζουν επίσης τη σημασία της συντόμευσης των διαδικασιών για την έκδοση άδειας, ενώ καλούν τα κράτη μέλη να θεσπίσουν διαφανείς διαδικασίες και να εξετάσουν το ενδεχόμενο θέσπισης προθεσμιών για την έκδοση αδειών, όπου αυτό απαιτείται.

Η ΕΕ κατέχει ηγετική θέση στον τομέα της παραγωγής ενέργειας από υπεράκτιες ΑΠΕ, και θα μπορούσε να σημειώσει σημαντική ενίσχυση της οικονομίας της μέσω της στήριξης της ανάπτυξης της παραγωγής καθαρής ενέργειας. Το ταμείο ανάκαμψης NextGenerationEU παρέχει μια μοναδική ευκαιρία για την κινητοποίηση κεφαλαίων, πέραν των ιδιωτικών επενδύσεων.

Επίτευξη συναίνεσης σχετικά με τα έργα υπεράκτιας αιολικής ενέργειας

Τα υπεράκτια αιολικά πάρκα μάλιστα μπορούν να ωφελήσουν τη θαλάσσια βιοποικιλότητα εάν σχεδιαστούν και κατασκευαστούν με βιώσιμο τρόπο, αλλά θα πρέπει να συνυπάρχουν με άλλες δραστηριότητες, όπως η αλιεία και οι θαλάσσιες μεταφορές. Θα πρέπει όμως να καταβληθούν προσπάθειες προκειμένου το κοινό να αποδεχθεί την υπεράκτια αιολική ενέργεια και οι πολίτες να πειστούν ότι οι ΑΠΕ είναι καίριας σημασίας για την επίτευξη ενεργειακής ανεξαρτησίας και τη διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού.

Ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη υπεράκτιων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας θα πρέπει να γίνει με κυκλικό και ανανεώσιμο τρόπο, καθώς απαιτούνται σημαντικές ποσότητες μετάλλων και ορυκτών. Οι ευρωβουλευτές ζητούν την απαγόρευση της υγειονομικής ταφής των παροπλισμένων πτερυγίων ανεμογεννητριών σε ολόκληρη την ΕΕ έως το 2025.

Το κόστος της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας έχει μειωθεί δραματικά τις τελευταίες δύο δεκαετίες (κατά 48 % μεταξύ 2010 και 2020), γεγονός που την καθιστά μία από τις πιο ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας. Ωστόσο, εάν δεν καταργηθούν σταδιακά οι επιδοτήσεις για τα ορυκτά καύσιμα, η επίτευξη των στόχων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ο περιορισμός της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε λιγότερο από 1,5 βαθμούς Κελσίου έως το τέλος του αιώνα θα είναι αδύνατο να επιτευχθούν.