Συγκλονίζει η περιγραφή του Μανώλη Ανδρουλάκη για τα όσα βίωσε στη Μαριούπολη. Ο Ελληνας πρόξενος, ο οποίος κατάφερε νωρίτερα να φθάσει στην Ουνάν, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον δημοσιογράφο, Κώστα Ονισένκο, ανέφερε: “Εζησα την πόλη ζωντανή, με τα μαγαζιά της, τους ανθρώπους της, τώρα αφήνω μια πόλη κατεστραμμένη. Κάθε μέρα ήταν και χειρότερη. Το να ακούς τις μάχες από μακριά, λες εντάξει είναι μακριά. Κάθε μέρα που πλησίαζε γινόταν όλο πιο κοντά αυτός ο ήχος. Η πόλη καταλάβαμε ότι ήταν αποκλεισμένη”.
Και συνέχισε: “Χτυπήθηκε πολύς άμαχος πληθυσμός και δομές, και όταν λέω χτυπήθηκε, εννοώ δεν έμεινε τίποτα. Δεν βλέπω τον λόγο να επιστρέψει κάποιος σε αυτήν την πόλη», σημείωσε ακόμη. Είναι μια τραγωδία. Από τις πρώτες τρεις με τέσσερις η μέρες της πολιορκίας χάθηκαν όλες οι υποδομές. Ούτε νερό, ούτε ρεύμα, ούτε τηλεπικοινωνίες και φυσικά δεν υπήρχε ανεφοδιασμός, καύσιμα, τρόφιμα”.
Αναφερόμενος στην κατάσταση στην Ουκρανία είπε ότι “γινόμαστε μάρτυρες μιας μεγάλης ανθρωπιστικής κρίσης”.
Νωρίτερα,ο πατέρας του, Γιώργος, συγκινημένος αλλά και φανερά ανακουφισμένος μίλησε στην ΕΡΤ: “Μίλησα με τον υιό μου πριν από ένα δίωρο περίπου στο κινητό. Είναι καλά στην υγεία του, είναι ευδιάθετος, έχει μιλήσει με την οικογένειά του και με εμάς”.
Η επιχείρηση απεγκλωβισμού του γενικού προξένου στη Μαριούπολη, Μανώλη Ανδρουλάκη, καθώς και του επιτόπιου προσωπικού της αποστολής του ΟΑΣΕ, μαζί με τα μέλη των οικογενειών τους ξεκίνησε την Τρίτη 15 Μαρτίου.
Ο Ανδρουλάκης είναι ο τελευταίος Ευρωπαίος διπλωμάτης που εγκατέλειψε την εμπόλεμη Μαριούπολη. Βρισκόταν στο καταφύγιο από τις 28 Φεβρουαρίου χωρίς καθαρό αέρα, χωρίς συνθήκες υγιεινής, με λιγοστά τρόφιμα και με αδυναμία επικοινωνίας. Μέσα στο καταφύγιο βρίσκονταν 100 περίπου άτομα, ο Ελληνας πρόξενος, οι υπάλληλοι του ΟΑΣΕ, Ουκρανοί που κατέφυγαν εκεί. Αρκετοί με οικογένειες και μικρά παιδιά.