Εμπόδια στο σχέδιο μονιμοποίησης και επέκτασης φορολογικών και ασφαλιστικών ελαφρύνσεων ύψους 2,3 δισ. το 2023 απειλεί να βάλει η παράταση της ρήτρας διαφυγής για ένα ακόμη έτος, που αναμένεται να ανακοινωθεί από την Κομισιόν.

Με δεδομένο ότι η συγκεκριμένη ρήτρα απαγορεύει τη λήψη μόνιμων μέτρων με δημοσιονομικό κόστος, εκτός εάν αυτό το κόστος δεν ξεπερνά το 0,1% με 0,2% του ΑΕΠ, στον αέρα μοιάζει να είναι η μονιμοποίηση της κατάργησης της εισφοράς αλληλεγγύης για τον ιδιωτικό τομέα και η επέκτασή της σε δημόσιο τομέα και συνταξιούχους αλλά και η μονιμοποίηση των μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών.

Πιο πιθανή λόγω του περιορισμένου δημοσιονομικού κόστους, που ανέρχεται στα 230 εκατομμύρια ευρώ, θεωρείται η μονιμοποίηση το 2023 των χαμηλότερων συντελεστών ΦΠΑ στην εστίαση και τις μεταφορές, που θα επεκταθεί ως προσωρινό μέτρο έως το τέλος του 2022.

Το κόστος των μέτρων

Η ηγεσία του οικονομικού επιτελείου επανειλημμένως έχει θέσει ως βασική προτεραιότητα να προχωρήσει, το 2023, στη μονιμοποίηση των φορολογικών και ασφαλιστικών μέτρων που ελήφθησαν την περίοδο της πανδημίας για τη στήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών.

Δηλαδή, την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης στον ιδιωτικό τομέα και την επέκτασή της στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους και τη μονιμοποίηση των μειωμένων κατά 3 μονάδες ασφαλιστικών εισφορών των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα.

Η πλήρης κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης τόσο για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα όσο και για το Δημόσιο και τους συνταξιούχους έχει ετήσιο κόστος 1,2 δισ. ευρώ, ενώ για τις ασφαλιστικές εισφορές το κόστος ανέρχεται σε 850 εκατ. ευρώ.

Το επικρατέστερο σενάριο

Παράγοντες του οικονομικού επιτελείου επισημαίνουν ότι είναι πρώιμη η όποια συζήτηση αυτή τη στιγμή, αλλά δεν αποκλείουν την υποχρέωση μιας νέας διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς για την τύχη αυτών των μέτρων, με το επικρατέστερο σενάριο να συμπεριληφθούν στον κρατικό προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς ως έκτακτα μέτρα.

Σημειώνεται ότι η Κομισιόν στις πρόσφατες εαρινές προβλέψεις της επισήμανε ότι πρόκειται για δύο φιλικές προς την ανάπτυξη φορολογικές περικοπές που σχεδιάστηκαν από τις Αρχές, οι οποίες αρχικά θεσπίστηκαν το 2021 και το 2022 για την ανακούφιση των επιπτώσεων της πανδημίας και επρόκειτο να λήξουν στα τέλη του τρέχοντος έτους.

Το πρόσθετο εμπόδιο

Ένα πρόσθετο εμπόδιο για το οικονομικό επιτελείο είναι και το γεγονός ότι παράλληλα με την αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων, σε χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος όπως είναι η Ελλάδα, θα εφαρμοστεί ένα ειδικό καθεστώς σφιχτής δημοσιονομικής παρακολούθησης, ενώ θα απαιτηθεί από αυτές τις χώρες να κρατήσουν τον ρυθμό αύξησης των τρεχουσών δαπανών τους κάτω από τον ρυθμό αύξησης του δυνητικού ΑΕΠ τους.

Πριν από λίγες ημέρες μάλιστα, ο Ιταλός επίτροπος για την Οικονομία είχε σπεύσει να διευκρινίσει ότι, ανεξάρτητα από τον τρόπο εφαρμογής των δημοσιονομικών κανόνων γενικά στην Ευρώπη, ειδικά για την Ελλάδα, στις συστάσεις που θα διατυπώσει η Κομισιόν θα ληφθεί υπόψη η συμμόρφωση στον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ.

Το κυβερνητικό σχέδιο

Βούληση της κυβέρνησης είναι η πλήρης κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης η οποία έχει ανασταλεί το 2021 και το 2022 για τα εισοδήματα του ιδιωτικού τομέα, τόσο για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα όσο και για το Δημόσιο και τους συνταξιούχους. Το σύνολο των φορολογουμένων που έχουν εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ -που επιβαρύνονται από την εισφορά- θα έχει όφελος από 22 ευρώ ετησίως, το οποίο φτάνει έως και τα 676 ευρώ για εισόδημα 30.000 ευρώ.

Σε ό,τι αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές, προωθείται η μονιμοποίηση των μειωμένων κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες ασφαλιστικών εισφορών για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα. Να σημειωθεί ότι το σχέδιο του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, πριν από την εμφάνιση της πανδημίας, προέβλεπε σωρευτική μείωση της τάξης των 5 ποσοστιαίων μονάδων, ώστε οι εισφορές να φτάσουν στο 35,56% μέχρι το 2023.