Η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, ακόμη και μετά το τέλος της περιόδου αυξημένης εποπτείας από τους πιστωτές, προκειμένου να προωθήσει την αναβάθμιση της αξιολόγησης του δημόσιου χρέους της και να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, σύμφωνα με τον επικεφαλής της ομάδας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για την Ελλάδα, Μάρτιν Μπάιστερμπος.
Ελλάδα και ΕΚΤ – Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης
Σε δηλώσεις του στο πρακτορείο Bloomberg, ο κ. Μπάιστερμπος αναφέρει ότι «η διαδικασία ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας μπορεί να υποστηριχθεί από μια συνεπή στρατηγική με πολιτικές που θα αντιμετωπίζουν τις εναπομένουσες ανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας».
«Παρά τις δυσκολίες από την πανδημία, οι ελληνικές αρχές προχώρησαν στην υλοποίηση μιας μεταρρυθμιστικής ατζέντας που αναμένεται να ενισχύσει τα θεμέλια για την οικονομική ανάπτυξη», σύμφωνα με τον κ. Μπάιστερμπος, ο οποίος κάλεσε την ελληνική κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις «και μετά το τέλος της διαδικασίας ενισχυμένης εποπτείας».
Ο ίδιος χαρακτήρισε «εξαιρετικό» το σχέδιο της Ελλάδας να χρησιμοποιήσει τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την πανδημία, σημειώνοντας ότι θα μπορούσε να βοηθήσει στη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας.Η Ελλάδα παραμένει δύο βήματα μακριά από την επενδυτική βαθμίδα – ένα επίπεδο που αναμένει να ανακτήσει το αργότερο μέχρι το 2023, αναφέρει το δημοσίευμα του Bloomberg.
Επίσης επισημαίνεται ότι στον χρηματοπιστωτικό τομέα η μεγαλύτερη πρόκληση παραμένουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, τα οποία αν και μειώθηκαν από το υψηλό των 107 δισ. ευρώ το 2016, παρέμειναν στα περίπου 21 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο.Ο Μάρτιν Μπάιστερμπος υπογραμμίζει πάντως την «ουσιαστική πρόοδο» που έχουν σημειώσει οι τράπεζες για τα κόκκινα δάνεια, ενώ ο αντίκτυπος της πανδημίας στον νέο δανεισμό είναι μέχρι τώρα περιορισμένος.
Πιθανή μια αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ
Την ίδια ώρα, ο πρόεδρος της Bundesbank Γιοακίμ Νάγκελ,σε συνέντευξή του στην Die Zeit δήλωσε ότι η ΕΚΤ πιθανόν να αυξήσει τα επιτόκια εντός του 2022, καθώς ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για περισσότερο διάστημα από τις αρχικές εκτιμήσεις.«Αν η εικόνα του πληθωρισμού δεν αλλάξει μέχρι τον Μάρτιο, θα υποστήριζα την εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής», δήλωσε ο πρόεδρος της κεντρικής τράπεζας της Γερμανίας, που ανέλαβε τα καθήκοντά του τον Ιανουάριο.
«Το πρώτο βήμα είναι ο τερματισμός των καθαρών αγορών ομολόγων κατά την διάρκεια του 2022. Στην συνέχεια, τα επιτόκια μπορούν να αυξηθούν εντός του έτους».Πιστός στην ιστορικά συντηρητική γραμμή της Bundesbank, ο Νάγκελ δηλώνει ότι, αν η εξομάλυνση της νομισματικής πολιτικής καθυστερήσει πολύ, το κόστος θα είναι ιδιαίτερα υψηλό.
«Το οικονομικό κόστος θα είναι σημαντικά υψηλότερο αν καθυστερήσουμε να προχωρήσουμε σε ενέργειες από το αν δράσουμε εγκαίρως», προειδοποιεί.«Αν καθυστερήσουμε, θα υποχρεωθούμε να αυξήσουμε περισσότερο και ταχύτερα τα επιτόκια. Τότε, οι αγορές θα αντιδράσουν με μεγαλύτερη μεταβλητότητα».
Ο Γιόακιμ Νάγκελ συντάσσεται έτσι με τον επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Ολλανδίας Κλάας Κνοτ και συζητά ανοικτά το ενδεχόμενο αύξησης των επιτοκίων εντός του 2022, την πρώτη αύξηση του κόστους δανεισμού από την ΕΚΤ από το 2011.Ο πρόεδρος της Bundesbank δηλώνει επίσης ότι ο πληθωρισμός στην Γερμανία είναι πιθανό να υπερβεί σημαντικά το 4% αυτό το έτος, πράγμα που σημαίνει υπερδιπλασιασμό του στόχου του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πολύ επάνω από την πρόβλεψη της ίδιας της Bundesbank που ήταν 3,6%.
«Υπάρχουν ενδείξεις ότι η άνοδος των τιμών της ενέργειας μπορεί να αποδειχθεί περισσότερο επίμονη, ότι αυτό επηρεάζει τις τιμές άλλων αγαθών και υπηρεσιών και ότι η αύξηση της ζήτησης βρίσκεται επίσης πίσω από αυτό», δηλώνει στην Die Zeit.Η ΕΚΤ προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι οι πληθωριστικοί κίνδυνοι τείνουν πλέον προς τα πάνω, πράγμα που σημαίνει ότι η αύξηση των τιμών θα ξεπεράσει τον στόχο ακόμη και το 2023, για τρίτη συνεχή χρονιά.
Οι κεντρικές τράπεζες έχουν χάσει τη μπάλα με τον πληθωρισμό