Η δυναμική τιμολόγηση ηλεκτρικής ενέργειας παρουσιάζεται ως το επόμενο βήμα εκσυγχρονισμού της αγοράς ρεύματος και ως εργαλείο εξοικονόμησης για τους καταναλωτές, καθώς συνδέει την τιμή της κιλοβατώρας με τις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής μέσα στο 24ωρο. Όμως η πρόσφατη απόφαση της ΡΑΑΕΥ έρχεται να υπενθυμίσει ότι η υποδομή στην οποία καλείται να «πατήσει» το νέο μοντέλο παραμένει ελλιπής, με κενά που κινδυνεύουν να μεταφραστούν σε καθυστερήσεις και επιπλέον κόστος.

Τι είναι η δυναμική τιμολόγηση και τι απαιτεί στην πράξη

Στην πράξη, η δυναμική τιμολόγηση σημαίνει ότι ο καταναλωτής χρεώνεται διαφορετικά ανάλογα με το πότε καταναλώνει ρεύμα, ακολουθώντας το «σήμα» της χονδρεμπορικής αγοράς. Το μοντέλο δημιουργεί κίνητρα για μεταφορά κατανάλωσης σε ώρες χαμηλότερου κόστους (π.χ. πρωινές ώρες με υψηλή παραγωγή από φωτοβολταϊκά), προϋποθέτει όμως κάτι κρίσιμο: λεπτομερή και αξιόπιστη μέτρηση με υψηλή χρονική ανάλυση και σχεδόν σε πραγματικό χρόνο.

Με βάση το ευρωπαϊκό και εθνικό πλαίσιο, για να μπορεί ένας καταναλωτής να συνάψει σύμβαση δυναμικού τιμολογίου απαιτείται τηλεμετρούμενος μετρητής με δυνατότητα καταγραφής τουλάχιστον ανά δεκαπεντάλεπτο, έγκαιρη διάθεση των δεδομένων στον προμηθευτή για τιμολόγηση και ενημέρωση του ίδιου του καταναλωτή με σχεδόν real time εικόνα.

Η απόφαση της ΡΑΑΕΥ και το «κενό» των μετρητών

Το πρόβλημα εντοπίζεται στο ότι «έξυπνος μετρητής» δεν σημαίνει αυτομάτως «έτοιμος για δυναμική τιμολόγηση». Σύμφωνα με τα στοιχεία που αποτυπώνονται στο ρυθμιστικό πλαίσιο, ο ΔΕΔΔΗΕ έχει εγκαταστήσει περίπου 1,3 εκατομμύρια ωριαίους έξυπνους μετρητές που καταγράφουν την κατανάλωση ανά ώρα. Ωστόσο, πιστοποιημένα δεδομένα ανά δεκαπεντάλεπτο είναι σήμερα διαθέσιμα κυρίως για περίπου 225.000 παροχές μέσης τάσης και μεγάλες παροχές χαμηλής τάσης.

Παράλληλα, ακόμη κι εκεί όπου υπάρχουν τέτοια δεδομένα, δεν αποστέλλονται στους προμηθευτές με τη συχνότητα που θα έπρεπε, λόγω περιορισμών του παλαιού συστήματος μετρητικής υποδομής (backoffice), το οποίο βρίσκεται σε αναβάθμιση με στόχο να είναι έτοιμο στις αρχές του 2026.

Το μεγαλύτερο «κενό» αφορά περίπου 330.000 έξυπνους μετρητές χαμηλής τάσης που προμηθεύτηκαν πριν ενσωματωθεί η Οδηγία (ΕΕ) 2019/944. Οι συγκεκριμένοι μετρητές δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά (όπως τυποποιημένη θύρα H1 ή παλμούς εξόδου), άρα δεν μπορούν να παρέχουν δεδομένα κατανάλωσης σε σχεδόν πραγματικό χρόνο και δεν αναβαθμίζονται λειτουργικά, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο αντικατάστασής τους.

Πρόσθετος εξοπλισμός, κόστος και σενάρια αντικατάστασης

Για τους νεότερους μετρητές που διαθέτουν θύρα H1, ο ΔΕΔΔΗΕ έχει εντάξει στο Σχέδιο Ανάπτυξης Δικτύου 2024–2028 την προμήθεια και εγκατάσταση περίπου 2,3 εκατομμυρίων συσκευών H1 Dongle, οι οποίες επιτρέπουν μετάδοση δεδομένων σε σχεδόν real time (Wi-Fi και NB-IoT), με κόστος περίπου 77,9 εκατ. ευρώ και ορίζοντα ολοκλήρωσης έως το 2030.

Οι καταναλωτές θα μπορούν να ζητούν προαιρετικά την εγκατάσταση της συσκευής, εφόσον θέλουν να αξιοποιήσουν πλήρως τη δυναμική τιμολόγηση. Σε διαφορετική περίπτωση, οι μετρητές τους θα περιορίζονται στην εξ αποστάσεως καταμέτρηση, χωρίς τα δεδομένα υψηλής χρονικής ανάλυσης που «ζητά» το δυναμικό μοντέλο.

Εάν, πάντως, προκριθεί λύση αντικατάστασης των μετρητών που δεν μπορούν να υποστηρίξουν real time δεδομένα, το κόστος μπορεί να εκτοξευθεί. Στον ευρύτερο σχεδιασμό «πλήρους αντικατάστασης» προβλέπεται αλλαγή 7,7 εκατομμυρίων μετρητών με νέους ψηφιακούς, με κόστος που έχει εκτιμηθεί περί τα 1,2 δισ. ευρώ (ή και υψηλότερα, ανάλογα με τον τελικό σχεδιασμό και τις τεχνικές απαιτήσεις).

Αντιδράσεις παρόχων και πίεση στο χρονοδιάγραμμα για τα πορτοκαλί τιμολόγια

Ο Ελληνικός Σύνδεσμος Προμηθευτών Ενέργειας (ΕΣΠΕΝ) έχει εκφράσει σοβαρές επιφυλάξεις, υποστηρίζοντας ότι η δυναμική τιμολόγηση θεσμοθετείται χωρίς να έχει διασφαλιστεί η τεχνική ωριμότητα της μετρητικής υποδομής. Η κεντρική ένσταση είναι ότι απαιτούνται δεδομένα υψηλής χρονικής ανάλυσης που να είναι ταυτόχρονα έγκαιρα, πλήρη και πιστοποιημένα, κάτι που –όπως επισημαίνεται– δεν διασφαλίζεται όταν η αποστολή δεδομένων γίνεται αραιά ή καθυστερημένα.

Τα τεχνικά κωλύματα λειτουργούν ως «φρένο» και στο σχέδιο του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να προχωρήσει στα πορτοκαλί τιμολόγια, ξεκινώντας από τους μεγάλους καταναλωτές και επεκτείνοντας στη συνέχεια σε μικρότερες παροχές, καθώς χωρίς αξιόπιστη και συχνή ροή δεδομένων η δυναμική τιμολόγηση χάνει το ίδιο της το νόημα.

Το συμπέρασμα είναι σαφές: η δυναμική τιμολόγηση ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο για το κόστος του ρεύματος, αλλά η επιτυχία της θα κριθεί από το αν θα «κλείσουν» εγκαίρως τα τεχνικά κενά στους έξυπνους μετρητές και στη διαχείριση δεδομένων – χωρίς να μετατραπεί η μετάβαση σε νέο λογαριασμό για τους καταναλωτές.

Διαβάστε ακόμη: