Χωρίς τροφή, κάποιος μπορεί να αντέξει εβδομάδες.

Θα είναι δύσκολο, θα νοιώσει περίεργα και άβολα στην αρχή, θα συνηθίσει τις επόμενες ημέρες, θα έρθει ένα διάστημα αδυναμίας που θα ακολουθηθεί από μέρες στις οποίες σιγά σιγά ο οργανισμός θα καταρρέει, στέλνοντας με κάθε τρόπο σήμα ότι πρέπει άμεσα να ληφθούν επείγοντα μέτρα. Με άλλα λόγια, φαγητό.

Χωρίς νερό, τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα.

Κάποιες ώρες μετά την τελευταία σταγόνα που κύλησε μέσα στο σώμα, το στόμα αρχίζει να στεγνώνει.

Το κεφάλι γίνεται πιο ελαφρύ, με την κακή έννοια, ο αυχένας βαραίνει, μια υποψία πονοκεφάλου έρχεται και φεύγει.

Η ώρα περνάει, η κούραση είναι εμφανής ακόμα και αν δεν κάνεις τίποτα απολύτως.

Ο πονοκέφαλος χτυπάει την πόρτα και αρχίζει το μυαλό να κλειδώνει μόνο σε μία σκέψη, άσχετα με το τι γίνεται γύρω του. Νερό.

Είμαστε γεμάτοι νερό και πρέπει να το αναπληρώνουμε.

Το ίδιο όμως συμβαίνει και με άλλα πλάσματα στη φύση, για τα οποία έχουμε ξεκάθαρη εικόνα, τα έχουμε δει να πίνουν νερό με λαχτάρα, σβήνοντας τη δίψα τους και να απομακρύνονται χαρούμενα.

Τι γίνεται όμως με εκείνα που δεν βλέπουμε για τον απλούστατο λόγο του ότι ζουν μέσα στο νερό;

Αυτά διψάνε; Αυτά πίνουν νερό; Και ποιο νερό είναι αυτό που χρειάζονται;

Στην ερώτηση αν τα ψάρια διψάνε, η επιστήμη δεν έχει καταφέρει να δώσει απάντηση.

Η δίψα είναι μια διαδικασία του εγκεφάλου για μια λειτουργία την οποία μας θυμίζει όταν ξεχνάμε.

Δεν ήπιαμε νερό, μας το θυμίζει.

Δεν έχουμε φτάσει στο σημείο να μπορούμε να αποκρυπτογραφήσουμε τη διαδικασία που ακολουθεί ο εγκέφαλος των ψαριών σχετικά με αυτό, ούτε αν τα ψάρια πίνουν νερό συνειδητά ή αυτοματοποιημένα, όπως η αναπνοή για παράδειγμα.

Σίγουρα τα ψάρια, όπως και ο άνθρωπος, χρειάζονται νερό.

Νερό που προσλαμβάνουν από το περιβάλλον στο οποίο κατοικούν.

Θαλασσινό νερό τα ψάρια του αλμυρού νερού, γλυκό νερό τα υπόλοιπα.

Αυτό το νερό φιλτράρεται με μια διαδικασία που ονομάζεται ώσμωση και ανάλογα με το περιβάλλον παράγει και τα ανάλογα αποτελέσματα.

Στα νεφρά και τα βράγχια των ψαριών του αλμυρού νερού, το αλάτι που περισσεύει συγκεντρώνεται και απομακρύνεται, κρατώντας την απαραίτητη ισορροπία, ενώ στα ψάρια του γλυκού νερού, το σώμα περιέχει περισσότερο αλάτι από ότι το περιβάλλον, οπότε τα νεφρά και τα βράγχια λειτουργούν ώστε να μη διαταραχθεί αυτή η περιεκτικότητα, αποβάλλοντας συνεχώς νερό και κρατώντας κάθε ποσότητα άλατος.

 

Υπάρχουν βέβαια και τα ψάρια που με άνεση κινούνται σε κάθε είδος νερού.

Ο σολομός με άνεση εναρμονίζεται με το περιβάλλον στο οποίο θα βρεθεί, αρκεί να του δοθεί ο απαραίτητος χρόνος να εξισώσει τις διαδικασίες.

Προς όποια κατεύθυνση και αν κινηθεί, ένα διάστημα προσαρμογής θα δώσει τη δυνατότητα του οργανισμού να μεταβάλει τις διαδικασίες πρόσληψης νερού, ώστε να μπορεί πλέον το ψάρι να κινείται με ασφάλεια στο νέο του ‘’σπίτι΄΄.

Ο κανόνας είναι κοινός για όλους. Κάθε οργανισμός μπορεί να διαχειριστεί θαλασσινό νερό σε ποσοστό 3,5% του βάρους του.

Αυτό το νερό δεν θα ξεδιψάσει φυσικά, το αντίθετο μάλιστα.

Στιγμές αργότερα, η δίψα κάνει την εμφάνισή της, μιας και ο οργανισμός έχει ήδη ξοδέψει ποσότητες νερού για να φιλτράρει και να αποβάλει το επιπλέον αλάτι και να γλιτώσει την αφυδάτωση.

Η οποία όμως είναι κοντά αν δεν αναπληρωθεί το νερό. Και ο κύκλος συνεχίζεται.