Σε εξέλιξη βρίσκεται αυτό το διάστημα η δίκη των δυο πρώην προστατευόμενων μαρτύρων της Νοvartis, Μαρίας Μαραγγέλη και Φιλίστορος Δεστεμπασίδη, οι οποίοι κάθονται στο εδώλιο του ποινικού δικαστηρίου για τα όσα «ψευδή», σύμφωνα με το κατηγορητήριο, είχαν καταθέσει σε βάρος δέκα πολιτικών προσώπων και συγκεκριμένα περί δωροληψίας τους από τον φαρμακευτικό κολοσσό.
Η συγκεκριμένη δίκη αποτελεί και το τελευταίο «ζωντανό» σκέλος της πολυδιαφημιζόμενης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ υπόθεσης Novartis. Μιας υπόθεσης, η οποία το 2018, κατά δήλωση του Δημήτρη Παπαγγελόπουλου συνιστούσε «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους».
Στο πλαίσιο της δίκης αυτής όλο αυτό το διάστημα στα δικαστήρια της πρώην σχολής Ευελπίδων έχουν βρεθεί για να καταθέσουν τα πρόσωπα που είχαν «βαπτιστεί» από τους Μαραγγέλη και Δεσταμπασίδη, άνευ άλλων στοιχείων, ως δωρολήπτες του φαρμακευτικού κολοσσού.
Τελευταίος κατέθεσε ο πρώην ισχυρός άνδρας της Novartis Hellas, K. Φρουζής, ενώ πριν από αυτόν είχε βρεθεί στο δικαστήριο (ξανά) ο Άκης Σκέρτσος, προκειμένου να εξεταστεί από συνηγόρους της υπεράσπισης των δυο κατηγορουμένων.
Συγκεκριμένα, ο υπουργός Επικρατείας κατέθεσε ως μάρτυρας επί της μήνυσης που είχε υποβάλλει κατά των κατηγορουμένων οι διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) Γιάννης Στουρνάρας.
Κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, ο κ. Σκέρτσος, ο οποίος είχε διατελέσει διευθυντής του πολιτικού γραφείου του κ. Στουρνάρα όταν αυτός ήταν υπουργός Οικονομικών, αποδόμησε βασικά σημεία του αρχικού κατηγορητηρίου το οποίο είχε καταρτιστεί μέσα από τις καταθέσεις των δυο πρώην προστατευόμενων μαρτύρων και νυν κατηγορουμένων στη δίκη.
Ειδικότερα, με την κατάθεσή του, ο υπουργός Επικρατείας ανέδειξε στο ακροατήριο σημαντικά κενά της υπόθεσης, καταρρίπτοντας πρωτίστως το «επιχείρημα» του κατηγορητηρίου πως οι συμψηφισμοί χρεών του ελληνικού δημοσίου με τη Novartis ήταν απόφαση του τότε υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα.
Αντίθετα, η πραγματικότητα, όπως την περιέγραψε ο μάρτυρας ήταν τελείως διαφορετική: Η παρακολούθηση και η εξόφληση (και δια συμψηφισμών) των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ελληνικού δημοσίου, ύψους 6,5 δισ. ευρώ προς φαρμακευτικές εταιρίες, ήταν όρος του δεύτερου Μνημονίου και των εφαρμοστικών του νόμων. Να σημειωθεί ότι το δεύτερο Μνημόνιο είχε ψηφιστεί από το ελληνικό κοινοβούλιο τον Φεβρουάριο του 2012, μήνες δηλαδή πριν αναλάβει τα καθήκοντά του ως υπουργός Οικονομικών ο Γ. Στουρνάρας. Μάλιστα, όπως αναφέρθηκε, οι συμψηφισμοί του ελληνικού δημοσίου με τη Novartis δεν ήταν καν αρμοδιότητα του κ. Στουρνάρα.
Το πλέον σημαντικό όμως είναι πως μέσα από την κατάθεση του κ. Σκέρτσου «κατέπεσαν» παταγωδώς και τα περί δωροδοκίας του κ. Στουρνάρα από τον τότε επικεφαλής της Novartis, Κ. Φρουζή με ποσά που κυμαίνονταν από 450.000 έως 1 εκ. ευρώ, προκειμένου η εταιρεία να ωφεληθεί με την εκτέλεση παράνομων συμψηφισμών.
Όπως ειπώθηκε στο δικαστήριο, ο κ. Στουρνάρας το επίδικο διάστημα δεν είχε καν την αρμοδιότητα για την εκτέλεση τέτοιων αποφάσεων και ουδέποτε υπέγραψε τέτοιες αποφάσεις (περί συμψηφισμών).
Ακόμη, κατέπεσε και το επιχείρημα πως από τις πράξεις του τότε υπουργού Οικονομικών η Novartis ωφελήθηκε. Και αυτό καθώς η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική και προκύπτει από τις δημοσιευμένες και ελεγμένες από ορκωτό ελεγκτή οικονομικές καταστάσεις της Novartis. Σύμφωνα με αυτές ο τζίρος της εταιρείας μειώθηκε κατά 59 εκ. ευρώ, από 440 εκ. ευρώ το 2011 σε 381 εκ. ευρώ το 2013.
Τέλος, αποδομήθηκε και το «επιχείρημα» πως η σύζυγος του Γ. Στουρνάρα, Λίνα Νικολοπούλου λειτούργησε ως παρένθετο πρόσωπο για την λήψη των «δώρων» της Novartis μέσω της εταιρίας της, «Mindwork». Πράγματι, όπως αναφέρθηκε στη δίκη, η εταιρία της Λ. Νικολοπούλου δραστηριοποιείται, μεταξύ άλλων, στο χώρο της διοργάνωσης φαρμακευτικών συνεδρίων με την άντληση χορηγιών από δεκάδες φαρμακευτικές εταιρίες, μεταξύ των οποίων και η Novartis.