Μέσα στη “γκρίζα” πραγματικότητα που διαμορφώνουν οι εξελίξεις στα μέτωπα της πανδημίας και του ενεργειακού κόστους συνεχίζεται το μπαράζ θετικών εκθέσεων διεθνών οίκων, που βλέπουν εξαιρετικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία και τις επιχειρήσεις.

Ταυτόσημες όμως είναι και οι εκτιμήσεις μεγάλων διεθνών ομίλων του χρηματοοικονομικού τομέα, που δεν αρκούνται σε αισιόδοξες εκθέσεις, αλλά επιβεβαιώνουν εμπράκτως τις απόψεις τους, σπεύδοντας να λάβουν θέσεις και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις επέκτασης των εργασιών τους στην ελληνική αγορά.

Το ενδιαφέρον τους επικεντρώνεται σε τομείς πέραν των “παραδοσιακών” χρηματοπιστωτικών εργασιών, σε δραστηριότητες όπως η διαχείριση κεφαλαίων, η επενδυτική τραπεζική, το corporate banking και ο ταχέως αναπτυσσόμενος τομέας των ηλεκτρονικών πληρωμών.

Τα funds δείχνουν το δρόμο

Μετά από μία 15ετία συνεχούς συρρίκνωσης  των δραστηριοτήτων και της παρουσίας ξένων τραπεζικών ομίλων στην Ελλάδα, η τάση φαίνεται ότι αντιστρέφεται. Προπομπός ήταν η επέλαση των μεγάλων επενδυτικών funds, που μπήκαν “σαν σίφουνας” στην ελληνική αγορά τα τελευταία χρόνια, πραγματοποιώντας αλλεπάλληλες εξαγορές στους  κλάδους υγείας, τροφίμων, τουριστικών υποδομών, real estate,  ψηφιακής τεχνολογίας, πληροφορικής κλπ.

Οι κινήσεις αυτές συνδυάζονται με μεγάλες τοποθετήσεις  στην αγορά κόκκινων δανείων και στη διαχείριση απαιτήσεων, όπου η κυριαρχία των ξένων funds είναι πλέον απόλυτη.

Οι ξένοι οίκοι εκτιμούν ότι  σε όλους αυτούς τους τομείς υπάρχουν ακόμη δυνατότητες ανάπτυξης κερδοφόρων εργασιών και επενδυτικές ευκαιρίες, που θα επιδιώξουν να τις αξιοποιήσουν εγχώρια και ξένα επιχειρηματικά σχήματα. Προσφορότερο έδαφος θα δημιουργηθεί με την εισροή και τη διάχυση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάπτυξης, που θα “αρδεύσουν” πολλούς επιχειρηματικούς κλάδους, θα ενισχύσουν την αναπτυξιακή δυναμική και θα οδηγήσουν πολλές ελληνικές επιχειρήσεις σε τροχιά ταχείας ανάκαμψης.

Πως θα «τρέξει» η Ελληνική οικονομία μέσα στο 2022

Προοπτικές για την ελληνική οικονομία – Investment banking και capital markets

Οι εξελίξεις αυτές δημιουργούν ευρύ πεδίο εργασιών για διεθνείς ομίλους χρηματοοικονομικών και επενδυτικών υπηρεσιών, που σπεύδουν να ενισχύσουν τις θέσεις τους στην ελληνική αγορά, δημιουργώντας υποδομές και μηχανισμούς για επέκταση των εργασιών τους.

Ενώ η βρετανική HSBC είναι η τελευταία ξένη τράπεζα που προσπαθεί να αποσυρθεί από την Ελλάδα, όπου δεν κατόρθωσε να εξασφαλίσει σημαντικό μερίδιο αγοράς στο retail banking, μία άλλη ευρωπαϊκή τράπεζα παγκόσμιας εμβέλειας φροντίζει να ισχυροποιήσει την εδώ παρουσία της, στοχεύοντας σε διαφορετικό κομμάτι αγοράς:

Η Deutsche Bank δημιουργεί στην Αθήνα κέντρο παροχής υπηρεσιών επενδυτικής τραπεζικής, που θα συντονίζει δραστηριότητες του ομίλου στην Ελλάδα, στην Κύπρο και σε γειτονικές χώρες όπου υπάρχει παρουσία μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων.

Στο ίδιο πεδίο εργασιών σκοπεύει να κινηθεί και η αμερικανική Goldman Sachs, η οποία “τρέχει” τώρα τις διαδικασίες για το άνοιγμα γραφείου στην Αθήνα και αναμένει τις τελικές εγκρίσεις από την ΤτΕ. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο αμερικανικός οίκος θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση σε δραστηριότητες που σχετίζονται με εκδόσεις κρατικού χρέους, τη διαχείριση χαρτοφυλακίων ομολόγων, τις ομολογιακές εκδόσεις και τις αυξήσεις κεφαλαίου μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων – συμπεριλαμβανομένων τραπεζών

Προοπτικές για την ελληνική οικονομία – Εξαγορές και επενδύσεις

Επιβεβαίωση του αυξανόμενου ενδιαφέροντος διεθνών οίκων για την ελληνική αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, που μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στην ευρύτερη περιοχή, αποτελεί και το φλερτ της  JP Morgan με την εταιρεία ηλεκτρονικών πληρωμών Viva Wallet.

Το deal φάνηκε ότι ναυαγεί “στο παραπέντε” και η εταιρεία  ετοιμάζεται για μεγάλη αύξηση κεφαλαίου, στην οποία ενδεχομένως να συμμετάσχουν νέοι επενδυτές, διευρύνοντας το μετοχικό σχήμα. Σύμφωνα όμως με πληροφορίες, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μεγαλομετόχων και του αμερικανικού οίκου συνεχίζονται από νέα βάση και δεν αποκλείεται να υπάρξει συμφωνία πριν από την υλοποίηση της ΑΜΚ.
Με τις εξελίξεις στην ελληνική αγορά και τις διεργασίες αναδιάταξης του επιχειρηματικού χάρτη συναρτάται και η εδώ παρουσία του ιταλικού-πολυεθνικού ομίλου CRIF, ο οποίος εξαγόρασε πρόσφατα την ICAP, αποκτώντας ηγετική θέση στους τομείς επιχειρηματικής  πληροφόρησης και λύσεων διαχείρισης κινδύνων.

Μία άλλη θετική εξέλιξη αποτελεί η είσοδος της Ellington ως στρατηγικού επενδυτή στην Attica Bank, που αποτέλεσε λύση ανάγκης και σανίδα σωτηρίας για την υλοποίηση του σχεδίου διάσωσης-εξυγίανσης και ανάταξης της τράπεζας, με προφανείς θετικές επιπτώσεις στην ελληνική αγορά και ειδικότερα στον τραπεζικό κλάδο.