Δύο χρόνια μετά την απόφαση μιας εκ των ιστορικότερων δικαστικών αποφάσεων, την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης, βλέπουμε πως το τέρας της ακροδεξιάς είναι παρών, έστω κι αν είναι – φαινομενικά – αποδυναμωμένο.

Είδαμε στο Εφετείο το άλλοτε Νο2 της εγκληματικής οργάνωσης, Ηλία Κασιδιάρη, να επιδίδεται σε ένα ακροδεξιό σόου μπροστά σε οπαδούς του που είχαν συγκεντρωθεί στην αίθουσα, χαιρετώντας με τον γνωστό ναζιστικό τρόπο. Ακόμη και ο συνήγορος υπεράσπισης δεν δίστασε να χαιρετίσει ναζιστικά.

Είναι προφανές πως τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ιταλία έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα ευφορίας και αισιοδοξίας στο ακροδεξιό μέτωπο ότι θα έχουν την ευκαιρία στις προσεχείς εθνικές εκλογές να διεκδικήσουν την επάνοδο τους στα βουλευτικά έδρανα.

Η ρατσιστική, αντιμεταναστευτική και σεξιστική ατζέντα βγαίνει ξανά στο προσκήνιο και αναζητά το κοινό που θα την επιδοκιμάσει. Και με βάση τις δημοσκοπήσεις των προηγούμενων ημερών, υπάρχει ένα ακροατήριο της τάξης του 1,5% (+/-) που είναι επίσημα δεκτικό προς αυτές τις ακραίες φωνές.

Τα παλαιά στελέχη και μέλη της Χρυσής Αυγής αυτή την φορά δεν θα προσπαθήσουν να κάνουν κάποιο πολιτικό «λίφτινγκ» στην εικόνα τους και να δείξουν ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που ήδη ξέρουμε. Η λατρεία τους προς τον ναζισμό δεν θα αποκρύπτεται πλέον, αντιθέτως θα είναι η υπερηφάνεια τους.

Συνεπώς τα δύσκολα είναι μπροστά μας και αναλογιζόμενοι τον «χειμώνα της ακρίβειας» και την ελληνική κοινωνία των μεγάλων ανισοτήτων, μπορούμε να πούμε μετά βεβαιότητας ότι η ακροδεξιά ή καλύτερα ο νεοχρυσαυγιτισμός θα βρει πρόσφορο έδαφος για να απλώσει εκ νέου το μίσος σε κάθε πολίτη και κάθε οικογένεια που δοκιμάζεται έντονα σε οικονομικό επίπεδο.

Ο μόνος τρόπος για να ανακοπεί η πορεία ανόδου της ακροδεξιάς στη χώρα μας, είναι τα κόμματα του συνταγματικού τόξου να μην υιοθετήσουν μέρος της «υπερπατριωτικής» ρητορικής, της ελαφρότητας του δημοσιονομικού λαϊκισμού και, φυσικά, της ακραίας ρητορικής απέναντι σε πρόσφυγες, οικονομικούς μετανάστες και ανθρώπινα δικαιώματα. Όσοι «παίξουν» ξανά, όπως την περίοδο 2010-12, θα πρέπει να αναλάβουν και την απόλυτη ευθύνη για την επάνοδο του τέρατος της ακροδεξιάς.

Διαβάστε ακόμη: