Σε νέο υψηλό 7ετίας έκλεισε σήμερα το Χρηματιστήριο Αθηνών, το οποίο κόντρα στο πτωτικό κλίμα των διεθνών αγορών κατάφερε να βρει στηρίγματα, να κινηθεί ανοδικά και να φθάσει στο τεχνικό σημείο των 970 μονάδων.
Πιο συγκεκριμένα, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε ήπια άνοδο κατά 0,73% και ενισχύθηκε στις 971,09 μονάδες, στο υψηλό ημέρας, κερδίζοντας επτά μονάδες σε σχέση με το κλείσιμο της Πέμπτης (964,05 μονάδες).
Το τόξο των ημερήσιων διακυμάνσεων διαμορφώθηκε σε 16 μονάδες (από 955,96 έως 971,19 μονάδες), με τον τζίρο των συναλλαγών να κυμαίνεται σταθερά σε υψηλά επίπεδα, προσεγγίζοντας τα 120 εκατομμύρια ευρώ.
Παρά το πτωτικό ξεκίνημα και τη νευρικότητα των ξένων χρηματιστηρίων, η αγορά κατόρθωσε να βρει στηρίγματα και να κοιτάξει υψηλότερα, με τις μετοχές των Ελλάκτωρ και Aegean να δίνουν τον τόνο, ενισχυόμενες κατά 6% και κατά 3%, αντίστοιχα.
Κατά 2,5% αυξήθηκε και η μετοχή της ΔΕΗ, ενώ η μετοχή του Τιτάνα έκλεισε στο +2%. Από εκεί και πέρα, κέρδη άνω του 1,5% εμφάνισαν οι μετοχές των Jumbo, OTE και Σαράντης, ενώ οι τράπεζες υστέρησαν σήμερα και τερμάτισαν σε μικτό έδαφος (Πειραιώς -1,8%).
Σε επίπεδο εβδομάδας, πάντως, ο τραπεζικός δείκτης εκτινάχθηκε στο 7%, ενώ ο κύριος χρηματιστηριακός δείκτης αυξήθηκε κατά +2,7% και ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης περισσότερο από 3%.
Αντιστάθηκε στη διεθνή μεταβλητότητα
Η Λεωφόρος Αθηνών, κόντρα στο εξωτερικό περιβάλλον, παρέμεινε στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας 7ετίας, έχοντας ως βασικό σύμμαχο τον τραπεζικό δείκτη, ο οποίος μετράει σωρευτικά κέρδη κοντά στο 30% από τις αρχές του έτους.
Οι αισιόδοξες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τα εύρωστα μεγέθη των περισσότερων εισηγμένων αποτελούν τους βασικούς παράγοντες στήριξης της εγχώριας αγοράς.
Ωστόσο, το Χ.Α. καλείται να αντιμετωπίσει και τη μεταβλητότητα των διεθνών αγορών, οι οποίες τελούν υπό τη δαμόκλειο σπάθη της αύξησης των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών αλλά και του υψηλού πληθωρισμού.
Είναι ενδεικτικό ότι ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 υποχωρεί σήμερα κατά σχεδόν 5%, στον απόηχο των στοιχείων για τον ετήσιο πληθωρισμό στις ΗΠΑ, ο οποίος έφθασε το 7,5% τον Ιανουάριο.
Πλέον, οι αναλυτές δεν αποκλείουν μια επιθετική σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής της Federal Reserve, με διαδοχικές επιτοκιακές αλλαγές, κάτι που σαφέστατα θα επηρεάσει και τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Σχεδόν αμετάβλητες οι τράπεζες
Επιστρέφοντας στη σημερινή συνεδρίαση, ο τραπεζικός δείκτης κατέγραψε οριακές διακυμάνσεις, καθώς τερμάτισε στο +0,29% και τις 745,63 μονάδες, καταφέρνοντας να «σβήσει» τις πρωινές ανορθογραφίες.
Η μετοχή της Eurobank εμφάνισε το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, ενισχυόμενη κατά 1,3% και αναρριχόμενη στο 1,14 ευρώ, το υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας 7ετίας. Κατά 0,9% αυξήθηκε και η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας, η οποία διατηρήθηκε σε υψηλό 4,5 ετών.
Από εκεί και πέρα, η μετοχή της Πειραιώς διόρθωσε στο -1,8% και επανήλθε στο τεχνικό σημείο του 1,6 ευρώ, ενώ η μετοχή της Alpha Bank υποχώρησε ελαφρώς κατά 0,2% και περιορίστηκε στο 1,42 ευρώ. Πιο αναλυτικά:
- Alpha Bank -0,24% 1,4295 ευρώ
- Eurobank +1,28% 1,144 ευρώ
- Εθνική Τράπεζα +0,92% 3,749 ευρώ
- Πειραιώς -1,83% 1,66 ευρώ
Επικράτηση των αγοραστών στο ταμπλό
Όσον αφορά τον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης, στηρίγματα στον Γενικό Δείκτη παρείχε η μετοχή της Ελλάκτωρ, η οποία εκτινάχθηκε στο +6% και το 1,31 ευρώ, ενώ η μετοχή της Aegean ακολούθησε στο +3% και τα 6,2 ευρώ.
Από εκεί και πέρα, οι μετοχές των Τιτάνα, Σαράντης και ΔΕΗ εμφάνισαν κέρδη άνω του 2%, με τη μετοχή της Jumbo να ακολουθεί στο +1,9% και τη μετοχή του ΟΤΕ στο +1,5%.
Στον αντίποδα, η μετοχή της Viohalco διολίσθησε κατά 1,2% και τα 4,7 ευρώ, με τις μετοχές των Motor Oil και OΠΑΠ να έπονται στο -1,1% και στο -0,9%, αντίστοιχα.
Στον δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης, η μετοχή της Ευρωπαϊκής Πίστης ξεχώρισε στο +12% και τα 6,7 ευρώ, ενώ η μετοχή της Reds ενισχύθηκε κατά 4,5% και τα 2 ευρώ. Η Πλαστικά Θράκης, τέλος, τερμάτισε στο +5% και τα 6,30 ευρώ.
Συνολικά, 72 μετοχές κινήθηκαν ανοδικά, 40 μετοχές κατέγραψαν πτώση, ενώ 12 μετοχές παρέμειναν αμετάβλητες. Η κεφαλαιοποίηση της αγοράς κυμάνθηκε στα 71,4 δισ. ευρώ, αυξημένη κατά 500 εκατ. ευρώ σε σχέση με την Πέμπτη.