Τη μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων δυόμισι μηνών, από το μεγάλο ξεπούλημα της 5ης Αυγούστου όταν το Χ.Α. – όπως και όλες οι αγορές – είχε βυθιστεί, σημείωσε χθες το ελληνικό χρηματιστήριο, παρουσιάζοντας μια εικόνα που κάθε άλλο παρά συνάδει μια μια αγορά που θέλει να μπει στην κατηγορία των ώριμων και των ανεπτυγμένων αγορών.

Δύο εκθέσεις ξένων οίκων, Morgan Stanley και Goldman Sachs, έφτασαν για να αλλοιώσουν εντελώς το όποιο καλό κλίμα είχε «χτιστεί» με το 4ήμερο ανοδικό σερί της περασμένης εβδομάδας, οδηγώντας όχι μόνο τις τράπεζες αλλά και σημαντικά blue chips της πραγματικής οικονομίας, κυρίως από την ενέργεια και τη βιομηχανία, σε μεγάλη πτώση.

Την ώρα που οι ευρωπαϊκοί δείκτες υποχώρησαν ανεπαίσθητα παρ’ ότι προέρχονται από μεγάλο ράλι και ιστορικά υψηλά, ενώ οι δείκτες της Wall Street κινήθηκαν εξισορροπητικά, επίσης προερχόμενοι από ρεκόρ την περασμένη εβδομάδα, το Χ.Α. έδειξε ξανά ιδιαίτερα ευάλωτο, χωρίς άμυνες και αναχώματα.

Το ελληνικό χρηματιστήριο πληρώνει – όπως πάγια γίνεται – τη μεγάλη και σε στρεβλό βαθμό – τραπεζική εξάρτηση, καθώς ο κλάδος οριοθετεί όγκους, τζίρους, κλίμα και momentum σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό, καθιστώντας εντελώς μονόπλευρη και μονοσήμαντη την ευρύτερη χρηματιστηριακή αγορά.

Το Χ.Α. έτσι κι αλλιώς έχει «στηθεί» πάνω στην τεράστια εξάρτηση από το χρηματοπιστωτικό τομέα από την εποχή που υπήρχαν 15 τραπεζικές εισηγμένες, όμως παρόμοια μονοδιάστατα χαρακτηριστικά παρουσιάζει και σήμερα, που έχουν απομείνει μόνο τέσσερις συστημικές.

Αυτή είναι η φυσιογνωμία του ρηχού και μονοδιάστατου ελληνικού χρηματιστηρίου, που αντανακλά την επίσης μονοδιάστατη τραπεζοκεντρική και εστιασμένη στις υπηρεσίες ελληνική οικονομία, ελλείψει κλάδων – ηγετών και μεγάλης βιομηχανικής εκπροσώπησης, όπως γίνεται σε άλλες μεγάλες αγορές της Ευρώπης.

Ο στρεβλός τραπεζοκεντρικός χαρακτήρας του Χ.Α., όπου ο συγκεκριμένος κλάδος κάνει πάνω από το 60% των συναλλαγών, την ώρα που πληθώρα άλλων μετοχών καλών και ποιοτικών εταιρειών έχουν μηδαμινές συναλλαγές, ασφαλώς οδηγεί σε παθογένειες, που δεν συνάδουν με μια αγορά που φιλοδοξεί να προβιβαστεί στην τάξη των ώριμων αγορών.

Στις καλές περιόδους, όταν το momentum είναι ανοδικό, όπως έγινε πέρυσι που ο τραπεζικός δείκτης κατέγραψε ράλι +65% τραβώντας το Γενικό Δείκτη στο +39% η συνεισφορά των τραπεζών είναι ευεργετική, όμως στις άσχημες, η πτώση των τραπεζών κάνει δυσανάλογο… θόρυβο, και «σπέρνει» το ζιζάνιο της αμφιβολίας και της ανασφάλειας στην ευρύτερη αγορά.

Αυτό έγινε και χθες, όπου μολονότι υπήρξε εύλογο βύθισμα των τραπεζικών μετοχών λόγω των εκθέσεων υποβάθμισης των αμερικανικών οίκων Morgan Stanley και Goldman Sachs, το… μάρμαρο πλήρωσαν σχεδόν όλα τα blue chips, ενώ σημαντικότατες ήταν οι πιέσεις και στον ενεργειακό τομέα όπου μετοχές όπως ΔΕΗ, Cenergy Holdings, Viohalco, Metlen κ.α. καταποντίστηκαν.

Attica Bank: Μπαίνει και δεύτερος θεσμικός επενδυτής από την Αμερική στην ΑΜΚ – Μαζί με την Fiera Capital η συμμετοχή θα ανέλθει στα 30 εκατ. ευρώ - Έμπρακτη απόδειξη υποστήριξης του εγχειρήματος δημιουργίας του 5ου πόλου στο τραπεζικό σύστημα!

Τα τραγελαφικά που έλαβαν χώρα με τη μετοχή της Attica Bank

Την ίδια ώρα, σοβαρό πλήγμα στην αξιοπιστία της αγοράς επέφεραν όσα τραγελαφικά έλαβαν χώρα με τη μετοχή της Attica Bank τη Δευτέρα, βγάζοντας (ξανά) στην επιφάνεια τις σοβαρές αρρυθμίες των συστημάτων της ΕΧΑΕ, θέτοντας ερωτήματα για την επάρκεια και των στελεχών του ομίλου που έχουν την ελεγκτική ευθύνη από την πλευρά των θεσμών.

Σε μια προγραμματισμένη συναλλαγή και ενόψει της αύξησης κεφαλαίου, το Χ.Α και γενικώς ο όμιλος ΕΧΑΕ πιάστηκαν εκτός θέσης, υπονομεύοντας την αξιοπιστία της αγοράς σε μια συγκυρία που το Χ.Α βρίσκεται σε λίστα παρακολούθησης (watch list) για την πιθανή μετάβασή του, από το 2025 στην κατηγορία των ώριμων, ανεπτυγμένων χρηματιστηρίων.

Δεν είναι η πρώτη φορά που στο Χ.Α. διαπιστώνονται μεγάλα κενά στα συστήματα λειτουργίας και έλλειψη μηχανισμών παρακολούθησης και αντιμετώπισης έκτακτων ακραίων περιστατικών, ενώ υπάρχει απουσία πρωτοκόλλων προληπτικής παρέμβασης, παρά το τεχνολογικά αναβαθμισμένο σύστημα που χρησιμοποιεί η ΕΧΑΕ.

Με αυξημένη αποστροφή προς τους επενδυτικούς κινδύνους οι επενδυτές εν αναμονή των αντίποινων

Ανασφάλεια από το πολιτικό και γεωπολιτικό ρίσκο

Ξέχωρα από τα ανωτέρω, η αγορά προβληματίζει όλους τους τελευταίους μήνες και κυρίως από τις ευρωεκλογές και μετά, καθώς «βολοδέρνει» σε ένα πολύ στενό εύρος διακύμανσης μεταξύ των 1.400 και 1.480 μονάδων, την ώρα που οι ξένες αγορές έχουν δώσει σημαντικότατες αποδόσεις.

Αναλυτές κρίνουν πως τα εσωτερικά προβλήματα της κυβέρνησης, συνδυαστικά με το γεωπολιτικό ρίσκο (που επηρεάζει τις αναδυόμενες όπως το Χ.Α. αγορές), προκαλούν ανασφάλεια και ανησυχία για την επόμενη ημέρα και αυτός είναι ο λόγος των πολύ αμυντικών κινήσεων από τα μεγάλα «σπίτια».

Παρά τον κατακερματισμό της αντιπολίτευσης, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει εκ των έσω… φαγωμάρα, καθώς η απουσία αντίπαλου δέους έχει τροφοδοτήσει φυγόκεντρες τάσεις.

Η κλιμακούμενη αντιπαράθεση των πρώην πρωθυπουργών Καραμανλή και Σαμαρά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και οι απειλές βουλευτών ότι ενδέχεται να μην ψηφίσουν την πρόταση για πρόεδρο της δημοκρατίας, είναι παράγοντες ανασφάλειας και ανησυχίας.

 

Οι δύο εκθέσεις που «χτύπησαν» τις τράπεζες

Οι Morgan Stanley και Goldman Sachs, με δύο εκθέσεις τους Δευτέρα και Τρίτη, μείωσαν τις τιμές – στόχους για τον εγχώριο τραπεζικό κλάδο, μολονότι διατηρούν τις θετικές εκτιμήσεις για τη μακροπρόθεσμη πορεία του.

Η Morgan Stanley μείωσε την τιμή στόχο για την Αlpha Bank από τα 2,50 ευρώ στα 2,28, για την Εθνική Τράπεζα από τα 10,43, σε 10,25, για την Τράπεζα Πειραιώς από 5,51, στα 5,39 και για τη Eurobank από τα 2,66, στα 2,63 ευρώ.

Η Goldman Sachs μείωσε την τιμή – στόχο για την Alpha Bank στα 1,90 ευρώ, από 2 ευρώ πριν, με «ουδέτερη» σύσταση, ενώ για την Πειραιώς, η νέα τιμή – στόχος είναι στα 5,40 ευρώ, από 5,80 ευρώ πριν, με σύσταση «αγορά». Για την Εθνική Τράπεζα η νέα τιμή – στόχος είναι στα 10,60 ευρώ, από 11 ευρώ πριν, με σύσταση «αγορά». Για τη Eurobank, η νέα τιμή – στόχος είναι στα 2,50 ευρώ από 2,70 ευρώ πριν, με σύσταση «αγορά».

Στην ουσία, αυτό που είπε χθες η Goldman Sachs είναι πως οι τράπεζες θα έχουν πλήγμα από τη διαρκή μείωση των επιτοκίων, καθώς θα απολέσουν έσοδα από τόκους, ενώ μείωσε τα εκτιμώμενα κέρδη ανά μετοχή. Βεβαίως, οι διοικήσεις των τραπεζών έχουν απαντήσει σε αυτό, σημειώνοντας πως θα καλύψουν τις απώλειες μέσω της πιστωτικής επέκτασης, δηλαδή του περαιτέρω ανοίγματος σε δάνεια.

Διαβάστε ακόμη: