Ήταν 20 Ιουνίου όταν η κυβέρνηση αιφνιδίασε την αγορά και το Χρηματιστήριο Αθηνών με την έκτακτη, που δεν είναι και τόσο έκτακτη αφού επιβάλλεται συνεχώς την τελευταία τριετία, φορολόγηση των κερδών των διυλιστηρίων, προκαλώντας εν μέσω ενός δύσκολου διεθνούς περιβάλλοντος αναταράξεις στην ελληνική αγορά.
Η ξαφνική επιβολή φόρου 30% στα «υπερκέρδη» των εταιρειών που λειτουργούν τα διυλιστήρια πετρελαίου στη χώρα, ήταν το πρώτο «χτύπημα» της κυβέρνησης στην εμπιστοσύνη της αγοράς, ενώ σχεδόν τρεις εβδομάδες αργότερα ήρθε και το δεύτερο, αυτή τη φορά με την έκτακτη εισφορά στις εταιρείες παραγωγής ενέργειας με φυσικό αέριο.
Και αυτές οι κινήσεις ήρθαν από μία κυβέρνηση που την προηγούμενη πενταετία χαρακτηρίστηκε ως φιλοεπενδυτική και υποστηρικτική της αγοράς και της οικονομίας. Ένα προφίλ που επιχειρήθηκε να καλλιεργηθεί και για τη δεύτερη θητεία της κυβέρνησης, παρά τον πρόσφατο ανασχηματισμό που έφερε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Χρηματιστήριο Αθηνών, Motor Oil και Helleniq Energy
Η αγορά έδειξε να αντιδρά με νευρικότητα σε αυτές τις ανακοινώσεις, με τις μετοχές αφενός της Motor Oil και της Helleniq Energy να δέχονται ισχυρότατες πιέσεις τις ημέρες που ακολούθησαν. Ενδεικτικό είναι ότι η πρώτη, από τα 25,76 ευρώ την προηγούμενη των ανακοινώσεων χάνει μέχρι σήμερα πάνω από 11%, ενώ η δεύτερη χάνει πάνω από 9%.
Βέβαια, το ίδιο διάστημα ο γενικός δείκτης κερδίζει πέριξ του 2%, με τον FTSE 25 να είναι πάνω από +2,5%, με την αγορά να βρίσκει διεξόδους για να μπορέσει να απομακρύνει τον κίνδυνο της απώλειας των 1.400 μονάδων, η οποία ήταν ορατή εκείνες της ημέρες. Και αυτή η αντοχή που επέδειξε η αγορά στο σύνολό της, δημιούργησε από τις αρχές του Ιουλίου μια κίνηση έως πλησίον των 1.460 μονάδων.
Το έκτακτο τέλος στους ηλεκτροπαραγωγούς
Μια κίνηση που ενδεχομένως να είχε μεγαλύτερο εύρος ένα δεν ερχόταν την περασμένη εβδομάδα η κυβέρνηση (και πάλι), να ανοίξει το μέτωπο της έκτακτης φορολόγησης των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας με φυσικό αέριο, δίνοντας ένα θολό μήνυμα και πάλι στην αγορά. Όπως ήταν φυσικό ανακόπηκε για ακόμη μία φορά η ανοδική κίνηση της αγοράς, καθώς είναι εμφανές ότι δεν υπάρχει κανένα χρηματιστήριο στον κόσμο που να χαίρεται όταν επιβάλλεται έκτακτη φορολογία σε επιχειρήσεις, ειδικά όταν αυτή αρχίζει να αποκτά χαρακτηριστικά τακτικής.
Στο επίκεντρο άλλωστε ήταν οι μετοχές ενέργειας ΔΕΗ, Μetlen, ΓΕΚΤΕΡΝΑ, Motor Oil και Helleniq Energy μετά τις κυβερνητικές εξαγγελίες για την έκτακτη φορολόγηση κερδών. Μετοχές όμως που επέδειξαν αξιοσημείωτες αντοχές, με την ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ να κερδίζει 2,74%, την Motor Oil να ενισχύεται κατά 1,7%, αλλά και τις Metlen, Helleniq Energy και ΔΕΗ να χάνουν 2%, 1,9% και 1,8% αντίστοιχα.
Το κυβερνητικό μήνυμα της έκτακτης φορολογίας
Όσο όμως και η αγορά να δείχνει κάποια σημάδια αντοχής στις αναταράξεις των «έκτακτων» μέτρων, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν κρατά επιφυλακτική στάση, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί και στη συναλλακτική δραστηριότητα, ο μέσος όρος της οποίας έχει υποχωρήσει πέριξ των 100 εκατ. ευρώ.
Η πρώτη «ένσταση» είναι φυσικά ότι τα 300 εκατ. ευρώ που αποσπά για παράδειγμα το κράτος από τον κλάδο των διυλιστηρίων, αφαιρούνται από τα κέρδη που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις. Δεν επηρεάζουν δηλαδή μόνο τα ίδια τα διυλιστήρια, αλλά το σύνολο της οικονομίας, ακόμη και αν αυτό δοθεί τα Χριστούγεννα στους συνταξιούχους με προσωπική διαφορά.
Επίσης, οι έκτακτες και αιφνιδιαστικές αποφάσεις ποτέ δεν αντιμετωπίζονται θετικά από τους ξένους θεσμικούς επενδυτές, οι οποίοι αναζητούν τη σταθερότητα στις προβλέψεις τους σε βάθος χρόνου. Εάν η έκτακτη φορολόγηση επηρεάζει την κερδοφορία, όπως επισήμανε και σε σχετική ανάλυσή της η Goldman Sachs για τα ελληνικά διυλιστήρια, τότε τίθεται μείζον ζήτημα εμπιστοσύνης, βασικό συστατικό στις αγορές.
Η τρίτη ένσταση είναι ότι οι ξένοι κυρίως, που ανακαλύπτουν τώρα τα ελληνικά assets, βλέπουν μια κυβέρνηση να υποκύπτει στις λαϊκιστικές επιταγές της «φορολόγησης του κεφαλαίου», σε μια περίοδο μάλιστα που η δημοσιονομική επίδοση δεν έχει ανάγκη από έκτακτα μέτρα. Δηλαδή δεν έχει δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα στην εκτέλεση του προϋπολογισμού… ή όχι;
Και η τελευταία ένσταση είναι φυσικά η σκέψη για το αν επεκταθεί η τακτική αυτή της έκτακτης φορολόγησης σε άλλους κλάδους. Στο «κάδρο» βέβαια πάντα βρίσκεται ο τραπεζικός κλάδος, ο οποίος όμως σύμφωνα με πληροφορίες του ΟΤ δεν κινδυνεύει με έκτακτα μέτρα, δεδομένων των ζητημάτων που υπάρχουν με την αναβαλλόμενη φορολογία.
Το παράδειγμα της Ιταλίας
Η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να λάβει πολύ σοβαρά υπόψιν της το παράδειγμα της Ιταλίας, μας αναφέρουν πηγές από συγκεκριμένες εισηγμένες στο ΧΑ, όταν πέρσι το καλοκαίρι έριξε για πρώτη φορά τη “βόμβα” της έκτακτης φορολόγησης των τραπεζών της. Μέσα σε μια μέρα ο κλάδος έχασε έως και 9,5 δισ. ευρώ από τη συνολική κεφαλαιοποίησή του.
Αφού προκάλεσε το πρωτοφανές sell off στην αγορά τον Αύγουστο του 2023, με την αιφνιδιαστική ανακοίνωση ενός φόρου 40% επί των κερδών που αποκομίζουν οι τράπεζες από την αύξηση των επιτοκίων, η κυβέρνηση Μελόνι τα “μάζεψε” άρον άρον, βρίσκοντας ένα τρόπο να κάμψει τις ανησυχίες.
Έδωσε τη δυνατότητα να ενισχύσουν τα μη διανεμητέα αποθεματικά κατά ένα ποσό που αντιστοιχεί στο 2,5πλάσιο του φόρου, ο οποίος θα έχει ανώτατο όριο το 0,26% των σταθμισμένων ως προς τον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού (RWAs) αντί του 0,1% του συνολικού ενεργητικού που είχε αρχικά προταθεί. Δηλαδή οι τράπεζες μπορούν να εξαιρεθούν από τον φόρο εάν διαθέσουν 2,5 φορές το ποσό που οφείλουν για την ενίσχυση του δείκτη κεφαλαίων Tier 1 ως μη διαθέσιμα αποθεματικά.
Η κυβέρνηση της Ιταλίας αναζητούσε τότε έναν φτηνό τρόπο χρηματοδότησης προγραμμάτων βοήθειας για οικογένειες που πλήττονται από την κρίση κόστους ζωής, συμπεριλαμβανομένων φορολογικών περικοπών και υποστήριξης σε στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας.