Ακρίβεια και πανδημία συνθέτουν μία εφιαλτική κατάσταση για το σύνολο των επιχειρήσεων της χώρας και αυτό αποτυπώνεται από τα επίσημα στοιχεία.
Ειδικότερα για το θέμα των ανατιμήσεων, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, τον Δεκέμβριο του 2021 ο πληθωρισμός ανήλθε στο 5,1% και όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι θα είναι ακόμα υψηλότερος τον Ιανουάριο, ενώ ήδη οι τιμές σε βασικά αγαθά προβληματίζουν τους καταναλωτές.
Και για τις επιχειρήσεις δεν είναι καλύτερα τα πράγματα, καθώς ήδη παρατηρούνται μεγάλες αυξήσεις στο λειτουργικό τους κόστος. Όπως έχουν αναφέρει κάποιοι επιχειρηματίες, συγκριτικά με την αντίστοιχη περσινή περίοδο, φέτος έχουν κόστος αυξημένο κατά 65%. Μιλάμε για μία τεράστια αύξηση σε διόλου ευκαταφρόνητα ποσά.
Τα νοικοκυριά, λοιπόν, δεν έχουν διαθέσιμο εισόδημα για κατανάλωση, οι επιχειρήσεις έχουν χαμηλούς τζίρους, το αποτέλεσμα είναι να εντείνεται ακόμα περισσότερο η πίεση σε επαγγελματικούς κλάδους που έχουν πληγεί και από τις οικονομικές συνέπειες της πανδημίας και που ήταν ήδη σε δύσκολη θέση λόγω των συσσωρευμένων υποχρεώσεων.
Φέρνω ως παράδειγμα τον κλάδο της εστίασης που συνεχίζει να πλήττεται εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, για το α’ 9μηνο του 2021, η εστίαση καταγράφει απώλειες σε ό,τι αφορά τον κύκλο εργασιών της κατά 1,7 δισ. σε σχέση με το 2019. Είναι χαρακτηριστικό ότι, μετά και τα περιοριστικά μέτρα που ξεκίνησαν να ισχύουν κατά την εορταστική περίοδο, ο τζίρος των επιχειρήσεων μειώθηκε το α’ 15νθήμερο του 2022 στο 70%.
Αντίστοιχα σε δυσχερή θέση βρίσκονται και άλλοι κομβικοί κλάδοι για την οικονομία μας, όπως το λιανεμπόριο. Η περίοδος των εκπτώσεων δεν φαίνεται ότι θα καλύψει σημαντικό μέρος των ζημιών, καθώς οι καταναλωτές είναι «παγωμένοι» λόγω του κύματος της ακρίβειας.
Για να μην έχουμε, λοιπόν, εξαιρετικά δυσάρεστες εξελίξεις όπως «λουκέτα» ή απώλεια θέσεων εργασίας, που θα πλήξουν και την επιχειρηματικότητα αλλά και την κοινωνία, είναι αναγκαίο να ληφθούν στοχευμένα μέτρα στήριξης των πληττόμενων επιχειρήσεων.
Για την ΚΕΕΕ αποτελεί βασική προτεραιότητα η αύξηση του αριθμού των δόσεων από τις 72 στις 120 για τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα, καθώς έτσι θα τους δοθεί η δυνατότητα να αποπληρώνουν, έστω και με μικρότερο ποσό κάθε μήνα, τις υποχρεώσεις τους. Σε διαφορετική περίπτωση το πιθανότερο είναι να «κατεβάσουν ρολά» εξαιτίας της αδυναμίας τους να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις. Πάντα με στόχο τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και την αντιμετώπιση του κύματος ακρίβειας, η κυβέρνηση πρέπει να δει με προσοχή την πρόταση μας για αύξηση της επιδότησης στην ενέργεια από το 50% στο 75% αλλά και τη μείωση του ΦΠΑ από το 13% στο 6% σε βασικά αγαθά. Και βέβαια να «σβήσει» τις οφειλές από τις Επιστρεπτέες Προκαταβολές και να ενισχύσει τη ρευστότητα.
Σήμερα η επιχειρηματική κοινότητα δεν αγωνίζεται κατά ενός εχθρού αλλά δίνει διμέτωπο αγώνα. Ακρίβεια και συνέπειες της πανδημίας δεν αντιμετωπίζονται με ημίμετρα. Χρειάζονται γενναία μέτρα για να δοθούν οι βέλτιστες λύσεις και κυρίως για να αποκτήσουν οι επιχειρήσεις προοπτικές βιωσιμότητας.
Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, πρόεδρος της Κ.Ε.Ε.Ε. και του Ε.Ε.Α.