Ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης και οι επόμενες μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες, τα αιτήματα των πολιτών και οι παρεμβάσεις στο οικονομικό πεδίο, η δημοσκοπική εικόνα της Νέας Δημοκρατίας, τα Τέμπη και ο εμπορικός «πόλεμος» των Ηνωμένων Πολιτειών με την Ευρώπη και όχι μόνον, είναι τα θέματα, στα οποία απαντά ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, στη συνέντευξή του στην εφημερίδα «Realnews».
Ξεκινώντας από τις πρόσφατες αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, ο Κ. Χατζηδάκης επισημαίνει ότι «ο πρωθυπουργός, με αυτή (σσ: τη σύσταση αντιπροεδρίας) και με άλλες αποφάσεις που πήρε στο πλαίσιο του ανασχηματισμού, στοχεύει σε έναν ακόμη καλύτερο συντονισμό, καθώς και επιτάχυνση και προβολή του κυβερνητικού έργου σε τομείς κρίσιμους για τη χώρα και τον πολίτη. Σε αυτό το πλαίσιο, και σε στενή συνεργασία με τους συναρμόδιους Υπουργούς σε κάθε Υπουργείο που ανήκει στον δικό μου χώρο ευθύνης, θα προωθήσουμε δυο-τρεις στοχευμένες παρεμβάσεις που θα έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο τόσο στην οικονομία όσο και στην καθημερινότητα των πολιτών», προαναγγέλλει και διαβεβαιώνει ότι «αυτό θα γίνει όσο πιο καθαρό γίνεται με σειρά τολμηρών πρωτοβουλιών που ήδη προχωρούν ή σχεδιάζονται για την περαιτέρω μείωση των φόρων, την επιτάχυνση επενδυτικών πρωτοβουλιών και έργων, την αντιμετώπιση των αδυναμιών του λεγόμενου “βαθέος κράτους” με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον ΟΣΕ. Σε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες θέλω να δώσω έμφαση από τον νέο μου ρόλο. Όχι με λόγια, αλλά με έργο. Όχι με θεωρίες, αλλά με αποτέλεσμα. Χτίζουμε πάνω σε όσα έχουμε καταφέρει και προχωράμε με ακόμα πιο δυναμικό βηματισμό. Για μια Ελλάδα πιο ισχυρή και πιο ασφαλή, μία Ελλάδα που δεν θα διώχνει, αλλά θα δίνει προοπτική στα παιδιά της!».
Σε επόμενο σημείο της συνέντευξης λέει πως «είναι αλήθεια ότι στη δεύτερη θητεία της Νέας Δημοκρατίας -παρόλο που, αν δείτε το πρόγραμμά μας, τηρούμε τις προεκλογικές μας δεσμεύσεις και προχωρούμε μπροστά- το αφήγημα της προόδου δεν αποτυπώθηκε με την ίδια καθαρότητα που υπήρχε στην πρώτη τετραετία, όταν ήταν και πιο σαφές στον κόσμο τι κάναμε (ενίσχυση της άμυνας, ψηφιακός εκσυγχρονισμός, επίλυση του προβλήματος των εκκρεμών συντάξεων, διάσωση της ΔΕΗ, κλπ.). Σημαντικό έργο όμως υπάρχει και στη δεύτερη τετραετία», αντιτείνει παραθέτοντας τις κυριότερες μεταρρυθμίσεις, όπως: «Η ψήφιση του νόμου για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Τα αποτελέσματα στη μάχη κατά της φοροδιαφυγής. Οι μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες για επιτάχυνση στη Δικαιοσύνη. Έργο που προφανώς πρέπει και να επικοινωνηθεί. Από εκεί και πέρα, η κυβέρνηση έχει ακόμη πολλή δουλειά να κάνει με έμφαση σε μία σειρά πρωτοβουλιών».
Στη συνέχεια και σε ερώτημα για τις ενστάσεις, εντός του κυβερνώντος κόμματος, για τα μισθολόγια των ενστόλων, ο αντιπρόεδρος απαντά ως εξής: «Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως οι ημέρες εκείνες δεν ήταν μια επικοινωνιακά καλή στιγμή για την κυβέρνηση. Αν ωστόσο δούμε το θέμα πιο ψύχραιμα, θα διαπιστώσουμε ότι στο τέλος της ημέρας όλα αυτά θα έχουν σύντομα ξεχαστεί και αυτό που θα μείνει, είναι ότι η κυβέρνηση στην οικονομία, με διάφορους τρόπους, σταθερά ανεβάζει την Ελλάδα ψηλότερα. Αυτό αφορά προφανώς και το θέμα των αποδοχών στα Σώματα Ασφαλείας και συνολικά τη μισθολογική πολιτική της κυβέρνησης, η οποία προχωρά με σχέδιο, με βάση τις δυνατότητες της οικονομίας και τις αντοχές του προϋπολογισμού. Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι δεν είμαστε στην εποχή του “δώστα όλα”», σημειώνει με έμφαση και εξηγεί:
Για τη δε υπόθεση των Τεμπών παρατηρεί ότι «τις τελευταίες μέρες ξεκίνησε η κατάρριψη διαφόρων μύθων που είχαν αναπτυχθεί σχετικά με την τραγωδία των Τεμπών και ήρθαν στο φως διάφορες προσπάθειες συγκάλυψης της αλήθειας από όσους επιχείρησαν στην πλάτη των χαροκαμένων γονιών να εκμεταλλευτούν κομματικά το θέμα. Σε αυτό το πεδίο πιστεύω ότι θα φανεί η αλήθεια και θα αποδειχθεί επίσης ότι η κυβέρνηση δεν έχει τίποτα να κρύψει».
Στο θέμα των δασμών, τέλος, τονίζει ότι «παρακολουθούμε τις εξελίξεις με προσοχή. Το πιο σημαντικό ζήτημα για την ώρα είναι βεβαίως οι δασμοί που πριν λίγες μέρες επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ. Από τους εμπορικούς πολέμους όλοι βγαίνουμε χαμένοι. Η Ελλάδα δεν έχει τόσο μεγάλες εξαγωγές ποσοστιαία απέναντι στις ΗΠΑ ωστόσο, μη γελιόμαστε, οι εξελίξεις αυτές θα έχουν για ένα τουλάχιστον διάστημα κάποιες αρνητικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή και στην παγκόσμια οικονομία. Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι εξαίρεση και αυτό σημαίνει ότι κυβέρνηση και λαός πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί σε αυτή τη συγκυρία. Σε κάθε περίπτωση, η Κομισιόν θα χειριστεί από ευρωπαϊκής πλευράς το θέμα. Θα δούμε λοιπόν πώς εξελίσσονται τα πράγματα -λαμβάνοντας υπόψη μάλιστα ότι στο πρόσφατο παρελθόν οι ΗΠΑ άλλαξαν ενίοτε στρατηγική. Σε ό,τι αφορά τη χώρα μας έχει με τις ΗΠΑ ανεπτυγμένες διμερές σχέσεις εδώ και χρόνια, οι οποίες επί δικής μας κυβέρνησης ενισχύθηκαν περαιτέρω. Τόσο οι στρατιωτικές, καθώς η Ελλάδα είναι από τους πιο αξιόπιστους συνομιλητές των ΗΠΑ στη ΝΑ Μεσόγειο όσο και οι οικονομικές. Για παράδειγμα το γεγονός ότι για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες αμερικανικοί γίγαντες επενδύουν στην Ελλάδα: Pfizer, Cisco, Microsoft, Google, Amazon. Αλλά και η Chevron και η ExxonMobil στους υδρογονάνθρακες. Αυτές τις σχέσεις θα επιδιώξουμε ακόμα και μέσα στο τρέχον περιβάλλον να τις διατηρήσουμε και αν είναι δυνατόν να τις ενισχύσουμε, έχοντας πάντοτε ως προτεραιότητα τη διάσταση ευρωπαϊκή ενότητα, διότι μία ισχυρή Ευρώπη, σημαίνει και μία ισχυρότερη Ελλάδα!», καταλήγει.