Κατά 250 δισ. ευρώ τον χρόνο (που αντιστοιχούν στο 1,4% του ΑΕΠ), θα χρειαστεί να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες οι ευρωπαϊκές χώρες, υπολογίζει η Capital Economics. Ακούγεται σαν ένα μεγάλο νούμερο, αλλά η θετική επίδραση στις ευρωπαϊκές οικονομίες θα είναι μικρότερη και θα χρειαστούν δεκαετίες για να φανεί –χωρίς και αυτό να είναι εγγυημένο- προειδοποιούν οι αναλυτές του οίκου.

Θεωρητικά, μια αύξηση των αμυντικών δαπανών αυτού του μεγέθους –που χρηματοδοτείται μέσω ελλειμμάτων- θα μπορούσε να δώσει μια σημαντική ώθηση στην ζήτηση και την παραγωγή, σε βραχυπρόθεσμο με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. «Εξάλλου, είναι μια μορφή δημοσιονομικών μέτρων στήριξης», σημειώνει η Capital Economics.

Όμως, σύμφωνα με τους αναλυτές, υπάρχουν διάφοροι παράγοντες που περιορίζουν το μέγεθος της όποιας ώθησης στην οικονομία, στην πράξη.

Capital Economics: Θα φέρει οικονομική άνθηση η αμυντική ενίσχυση της Ευρώπης;-1

Πρώτον, θα χρειαστούν αρκετά χρόνια για να φτάσουν οι δαπάνες σε αυτά τα επίπεδα.

Δεύτερον,  με τα κρατικά χρέη σε ήδη υψηλά επίπεδα, δεν θα χρηματοδοτηθούν όλες οι έξτρα δαπάνες από υψηλότερο δανεισμό. Επομένως, θα χρειαστεί να αυξηθούν οι φόροι ή να περικοπούν άλλες δαπάνες, κάτι που επιβαρύνει τη ζήτηση.

Τρίτον, κάποιες από τις έξτρα αμυντικές δαπάνες θα διατεθούν για εισαγωγές, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, μέχρι να αυξηθεί η ευρωπαϊκή παραγωγή. Αυτό σημαίνει ότι το όφελος θα διοχετευθεί σε τρίτες χώρες.

Τέταρτον, οι υψηλότερες δαπάνες μπορεί να οδηγήσουν σε υψηλότερο πληθωρισμό, όχι υψηλότερη παραγωγή, εάν η παραγωγική δυναμικότητα δεν επαρκεί. Αυτό συνεπάγεται πιο σφικτή νομισματική πολιτική.

Capital Economics: Θα φέρει οικονομική άνθηση η αμυντική ενίσχυση της Ευρώπης;-2

Αυτοί οι παράγοντες σημαίνουν ότι ο αντίκτυπος των αμυντικών δαπανών θα διαφέρει από χώρα σε χώρα, όμως σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Capital Economics, μια αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 1% του ΑΕΠ ενισχύει το ΑΕΠ περίπου 0,5%.

Συνεπώς, μια χώρα που αυξάνει τις δαπάνες της κατά 2% του ΑΕΠ σε διάστημα δύο ετών, μπορεί να δει μια σημαντική ώθηση στην ετήσια ανάπτυξη κατά 0,5%, ενώ μια άλλη που τις αυξάνει κατά 0,5% του ΑΕΠ σε διάστημα πέντε ετών, βλέπει πολύ μικρότερο όφελος, κάτω του 0,1%.

Μακροπρόθεσμα, αυτό που έχει σημασία είναι εάν οι υψηλότερες αμυντικές δαπάνες ενισχύουν την παραγωγική δυναμικότητα της οικονομίας. Οι δαπάνες για την άμυνα δεν ενισχύουν απευθείας την παραγωγικότητα, ενώ μπορεί να στερούν πόρους από άλλους τομείς που ωφελούν την παραγωγικότητα (όπως π.χ. από τις επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη).

Ωστόσο, οι αμυντικές δαπάνες μπορούν να δημιουργήσουν τεχνολογίες που ωφελούν την ευρύτερη οικονομία. Και το κίνητρο των αμυντικών προμηθειών μπορεί να ενθαρρύνει την έρευνα και ανάπτυξη στον ιδιωτικό τομέα, σημειώνει η Capital Economics.

Συνεπώς, για να έχει μια χώρα μακροπρόθεσμα οικονομικά οφέλη από τις αμυντικές δαπάνες της, θα πρέπει να διαθέσει σημαντικό μέρος των χρημάτων αυτών στην έρευνα και ανάπτυξη, να συμπεριλάβει στις συμβάσεις προμηθειών καινοτόμες εταιρείες και να εκμεταλλευτεί τις οικονομίες κλίμακας για να ενισχύσει την αποδοτικότητα των αμυντικών δαπανών.

«Όλοι αυτοί είναι τομείς στους οποίους η Ευρώπη, ειδικότερα, θα πρέπει να βελτιωθεί εάν θέλει να μεγιστοποιήσει τα μακροπρόθεσμα οφέλη από τις επιπλέον αμυντικές της δαπάνες», καταλήγει η Capital Economics.

Διαβάστε ακόμη: