ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΣΧΕΤΙΚΑ με τον Γουίλιαμ Χένρι Γκέιτς τον Τρίτο, όπως είναι το πλήρες όνομα του διάσημου μεγιστάνα, είναι το εξής: πώς ένα τόσο ιδιαίτερο και συχνά εκνευριστικό παιδί εξελίχθηκε σε έναν δισεκατομμυριούχο γκουρού της τεχνολογίας και εν συνεχεία σε επιφανή φιλάνθρωπο αλλά και σε δημόσια προσωπικότητα με βαρύνουσα άποψη; Το βιβλίο αυτό μας δίνει μόνο το πρώτο μέρος της ιστορίας, παρακολουθώντας την εξέλιξη του Γκέιτς από τη γέννησή του το 1955 έως την ίδρυση της Microsoft το 1975. Για το επόμενο μέρος της ιστορίας, θα πρέπει να περιμένουμε τη συνέχεια.
Υπό μία έννοια, τα λέει όλα ο τίτλος του βιβλίου («Source Code»). Στην εποχή πριν από τη μηχανική μάθηση και την τεχνητή νοημοσύνη, όταν τα προγράμματα υπολογιστών γράφονταν αποκλειστικά από ανθρώπους, ο όρος «πηγαίος κώδικας» (ή σκέτο «κώδικας», που αναφέρεται στις εντολές που γράφονται από κάποιον προγραμματιστή σε μια γλώσσα προγραμματισμού) σήμαινε κάτι. Περιέγραφε προγράμματα υπολογιστών που μπορούσαν να διαβαστούν –και να γίνουν κατανοητά μέσω της γλώσσας προγραμματισμού– επιτρέποντάς σας να εξηγήσετε γιατί η «μηχανή» έκανε ό,τι έκανε.
Τι μπορούμε να μάθουμε λοιπόν εξερευνώντας τον «κώδικα» του Μπιλ Γκέιτς
Τι μπορούμε να μάθουμε λοιπόν εξερευνώντας τον «κώδικα» του Μπιλ Γκέιτς; Σε γενικές γραμμές, θα λέγαμε ότι υπήρξε ένας πολύ τυχερός νέος. Γεννήθηκε στο σωστό μέρος την κατάλληλη στιγμή από γονείς που του έδωσαν, όπως γράφει, «το ακριβές μείγμα υποστήριξης και πίεσης που χρειαζόμουν: μου έδωσαν χώρο να αναπτυχθώ συναισθηματικά και μου δημιούργησαν ευκαιρίες για να αναπτύξω τις κοινωνικές μου δεξιότητες».
Ο απολογισμός του υποδηλώνει, ωστόσο, ότι κατά καιρούς ήταν μια δύσκολη μάχη. Οι γονείς του, ο Μπιλ ο πρεσβύτερος και η Μαίρη Γκέιτς ανακάλυψαν ότι είχαν ένα αγόρι το οποίο έμοιαζε με ένα παράξενο υβρίδιο υψηλού IQ, αλαζονείας, επαναστατικότητας και ανασφάλειας.
«Αν μεγάλωνα σήμερα», γράφει, «πιθανότατα θα είχα διαγνωστεί στο φάσμα του αυτισμού. Οι γονείς μου δεν είχαν οδηγούς ή εγχειρίδια για να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν γιατί ο γιος τους είχε τόση εμμονή με ορισμένα σχέδια, δεν είχε κοινωνικές δεξιότητες και μπορούσε να είναι αγενής ή ανάρμοστος χωρίς να φαίνεται να παρατηρεί την επίδρασή του στους άλλους». Οι Γκέιτς ήταν αρκετά εύποροι (ο πατέρας του ήταν επιφανής δικηγόρος στο Σιάτλ) και τον έστειλαν σε ένα ιδιωτικό σχολείο, το Lakeside, που ήταν χαλαρό, φιλελεύθερο, υποστηρικτικό και ανεκτικό. Πράγμα που ήταν καλό για ένα αγόρι που έμοιαζε μικρότερο από την ηλικία του και είχε μια τσιριχτή, γεμάτη ανάγκη, φωνή.
Το πιο σημαντικό, ίσως, για την μετέπειτα εξέλιξή του, είναι ότι ορισμένοι από τους γονείς των μαθητών του σχολείου είχαν συγκεντρώσει αρκετά χρήματα για να αγοράσουν ένα τερματικό τηλέτυπου και μια συνδρομή χρήσης υπολογιστή σε ένα κομπιούτερ της General Electric, για χρήση από τους μαθητές. Αυτό ήταν κάτι το εξαιρετικό για τη δεκαετία του 1960 και σήμαινε ότι ο Γκέιτς και μερικοί από τους φίλους του μπορούσαν να δημιουργούν λογισμικό στην εφηβεία τους. Ο ίδιος και κάποιοι άλλοι (συμπεριλαμβανομένου του Πολ Άλεν, με τον οποίο αργότερα συνίδρυσε τη Microsoft) άρχισαν μάλιστα να γράφουν λογισμικό για εταιρείες στην περιοχή του Σιάτλ.
Από το Lakeside πήγε στο Χάρβαρντ
Από το Lakeside πήγε στο Χάρβαρντ το 1973, αποφασισμένος να δοκιμάσει όλες τις δυνατότητες που προσέφερε το τεράστιο ίδρυμα. Σταδιακά κατάφερε να βρεθεί στο εργαστήριο Aiken του πανεπιστημίου, το οποίο μόλις είχε πάρει στην κατοχή του έναν πρώιμο μικροϋπολογιστή, έναν DEC PDP-10. Όμως δύο χρόνια μετά, εμφανίστηκε μια μέρα ο Άλεν με την είδηση ότι η MITS, μια μικρή εταιρεία στο Νέο Μεξικό, είχε μόλις λανσάρει έναν μικροϋπολογιστή βασισμένο στο τσιπ επεξεργαστή 8080 της Intel.
Αυτό ήταν κάτι που τους φρίκαρε και τους δύο, επειδή σχεδίαζαν τόσο καιρό την είσοδό τους σ’ αυτό που ήξεραν ότι θα εξελιχθεί σε μια τεράστια βιομηχανία και τώρα αυτό το μαγαζάκι στην Αλμπουκέρκη τους είχε κερδίσει με ένα άθλιο μικρό μηχάνημα. Αλλά η νέα συσκευή δεν διέθετε κανένα λογισμικό εφαρμογής. Έτσι ξεκίνησαν να γράφουν –στον υπολογιστή του Χάρβαρντ– έναν διερμηνευτή για τη γλώσσα προγραμματισμού Basic, χρησιμοποιώντας μια έξυπνη εξομοίωση λογισμικού της μηχανής MITS που είχε γράψει ο Άλεν. Αυτό το έργο στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία, αλλά το πανεπιστήμιο ανακάλυψε ότι τίποτα από όλα αυτά δεν είχε εγκριθεί, και ο Γκέιτς τιμωρήθηκε πειθαρχικά από το ίδρυμα, όπως και ο Μάρκ Ζούκερμπεργκ, πολλά χρόνια αργότερα, για μια άλλη παράνομη χρήση των πόρων του Χάρβαρντ.
Σ’ εκείνο το σημείο, ο Γκέιτς εγκατέλειψε τις σπουδές του και πήγε, μαζί με τον Άλεν, στο Νέο Μεξικό, όπου συνίδρυσαν αυτό που αρχικά ονομάστηκε Micro-Soft, ξεκινώντας μια διαδρομή που οδήγησε σε μεγάλο πλούτο και σε μεγάλη εξουσία. Αλλά αυτή η ιστορία θα περιμένει τον επόμενο τόμο της αυτοβιογραφίας, ο οποίος θα πρέπει να καταγράψει το πώς μια εταιρεία έγινε, για μεγάλο χρονικό διάστημα, θεσμική προέκταση της προσωπικότητας του (συν)ιδρυτή της.
Η μεγαλύτερη τραγωδία στην πρώιμη ζωή του ήταν ο ξαφνικός θάνατος του καλύτερου φίλου του (και επίσης προγραμματιστή), Κεντ Έβανς, σε ένα ορειβατικό ατύχημα. «Ο πατέρας του Κεντ μας υποδέχτηκε και μας έσφιξε το χέρι», γράφει για την επιστροφή του στο πατρικό σπίτι του Έβανς μετά την κηδεία. «Η μαμά του Κεντ ήταν κουλουριασμένη στον καναπέ και έκλαιγε με λυγμούς. Εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι όσο βαθιά κι αν ήταν η δική μου θλίψη, δεν θα ήταν ποτέ τόσο βαθιά όσο η δική της. Ήταν ο καλύτερός μου φίλος, αλλά εκείνης ήταν το μωρό της. Σε κάποιο επίπεδο ήξερα ότι εκείνη και ο κ. Έβανς θα έμεναν για πάντα αποκλεισμένοι σ’ αυτή την απώλεια…». Προς το τέλος του βιβλίου, περιγράφει τη συνάντησή του με τον πατέρα του Έβανς, πολλά χρόνια αργότερα, όπου συζητώντας για το τι θα μπορούσε να έχει συμβεί αν ο Κεντ είχε ζήσει, καταλήγουν ότι θα ήταν σίγουρα ο τρίτος συνιδρυτής της Microsoft.