Ο διοικητής της Τράπεζας της Κορέας Rhee Chang-yong δήλωσε ότι παρατηρεί ανησυχίες της αγοράς σχετικά με έναν προβληματικό κατασκευαστή κάτι που θεωρεί «προειδοποιητικό σημάδι» σχετικά με τους οικονομικούς κινδύνους της παρατεταμένης νομισματικής σύσφιξης.
Ενώ η διαχείριση του πληθωρισμού παραμένει η κορυφαία προτεραιότητα, είναι σημαντικό να βρεθεί το σωστό μείγμα πολιτικής καθώς η Νότια Κορέα πλησιάζει στο τέλος του μακροχρόνιου αγώνα της για να θέσει υπό έλεγχο τις τιμές καταναλωτή, δήλωσε ο Rhee σε ένα πρωτοχρονιάτικο μήνυμα.
Ανέφερε τις αμφιβολίες για την ακεραιότητα των εμπορικών δανείων για ακίνητα σε μεγάλες χώρες και έναν μεσαίου μεγέθους τοπικό developer που αναγκάστηκε να αναδιαρθρώσει το βαρύ φορτίο του χρέους του ως μερικά από τα προειδοποιητικά σημάδια για την οικονομία.
«Υπάρχει ανάγκη να είμαστε πλήρως προετοιμασμένοι για την πιθανότητα οικονομικής αστάθειας που μπορεί να προκύψει καθώς η αυστηρή πολιτική συνεχίζεται», είπε και συμπλήρωσε ότι: «Πρέπει να δώσουμε ιδιαίτερη προσοχή για να διασφαλίσουμε ότι οι πιστωτικοί κίνδυνοι δεν αυξάνονται γύρω από αυτό που είναι ένας αδύναμος κρίκος στην οικονομία μας».
Ο Rhee συναντήθηκε πρόσφατα με τον υπουργό Οικονομικών Choi Sang-mok και τις αρμόδιες ρυθμιστικές αρχές και δεσμεύτηκε να παράσχει στήριξη ρευστότητας μετά από ανακοίνωση της Taeyoung Engineering & Construction για αναδιάρθρωση του χρέους της που προκάλεσε αναταραχή στην αγορά. Ο 16ος μεγαλύτερος κατασκευαστής της χώρας έχει χρέος 4,58 τρισεκατομμυρίων γουόν ($3,6 δισ.), συμπεριλαμβανομένων δανείων χρηματοδότησης έργων.
Ο στόχος της κεντρικής τράπεζας για τον πληθωρισμό 2% παραμένει έγκυρος, αν και οι εξωτερικοί και εγχώριοι παράγοντες απαιτούν μεγαλύτερη προσαρμογή για τον καθορισμό της βέλτιστης πορείας των επιτοκίων και για πόσο ακόμη θα διατηρηθεί η αυστηρή νομισματική πολιτική, είπε ο Rhee. Ο ετήσιος πληθωρισμός καταναλωτή στη Νότια Κορέα υποχώρησε για δεύτερο μήνα τον Δεκέμβριο στο 3,2%, υποστηρίζοντας την άποψη της BOK για την πορεία του πληθωρισμού, η οποία είναι ότι η πίεση των τιμών θα μειωθεί σταδιακά στο επίπεδο στόχο του 2% προς το τέλος του 2024.